Έρευνα

Γνωρίζετε αν διατρέχετε κίνδυνο οστεοπόρωσης;:

Σπονδυλοδισκίτιδα (spondylodiscitis)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η σπονδυλική οστεομυελίτιδα έχει αναγνωρισθεί ως ιδιαίτερη νοσολογική οντότητα ήδη από την εποχή του Ιπποκράτη και του Γαληνού. Πριν από την ανακάλυψη των αντιβιοτικών ήταν θανατηφόρα στο 25% περίπου των προσβεβλημένων ασθενών. Θάνατοι από σπονδυλική οστεομυελίτιδα σήμερα είναι σπάνιοι, αν και η νοσηρότητα είναι συχνή και η καθυστέρηση στη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει σε αναπηρικές επιπλοκές.

ΟΡΟΛΟΓΙΑ

Οι όροι «σπονδυλική οστεομυελίτιδα» (vertebral osteomyelitis) και «δισκίτιδα» (discitis) χρησιμοποιούνται συχνά εναλλακτικά στην κλινική πράξη.

Ο όρος «πυογενής ή λοιμώδης σπονδυλίτιδα» (pyogenic ή infectious spondylitis) αναφέρεται σε σπονδυλική οστεομυελίτιδα ή δισκίτιδα.

Ο όρος «σπονδυλοδισκίτιδα» είναι η κύρια εκδήλωση της αιματογενούς οστεομυελίτιδας, και περιλαμβάνει σπονδυλική οστεομυελίτιδα, σπονδυλίτιδα και δισκίτιδα, οι οποίες θεωρούνται διαφορετικές εκδηλώσεις της ίδιας παθολογικής διαδικασίας.

Αιτιολογική ταξινόμηση σπονδυλικών λοιμώξεων  :

  • Πυογενείς
  • Κοκκιωματώδεις (φυματιώδεις, μελιτοκοκκικές, μυκητιασικές) και
  • Παρασιτικές

Οι πυογενείς σπονδυλικές λοιμώξεις περιλαμβάνουν :

  • Σπονδυλοδισκίτιδα (σπονδυλική οστεομυελίτιδα, σπονδυλίτιδα και δισκίτιδα)
  • Επισκληρίδιο απόστημα, το οποίο μπορεί να είναι πρωτοπαθές ή δευτεροπαθές σε σπονδυλοδισκίτιδα, και
  • Αρθροπάθεια αποφυσιακών αρθρώσεων 

ΤΥΠΟΙ ΣΠΟΝΔΥΛΟΔΙΣΚΙΤΙΔΑΣ

Η σπονδυλοδισκίτιδα μπορεί να είναι σηπτική (λοιμώδης ή πυογενής σπονδυλοδισκίτιδα) ή άσηπτη (άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα ή ψευδο-δισκίτιδα).

1.   ΑΣΗΠΤΗ ΣΠΟΝΔΥΛΟΔΙΣΚΙΤΙΔΑ (ΨΕΥΔΟ-ΔΙΣΚΙΤΙΔΑ)

Η άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα ή ψευδο-δισκίτιδα είναι μία νοσολογική οντότητα η οποία συμπεριφέρεται κλινικά και ακτινολογικά όπως η λοιμώδης δισκίτιδα, αλλά δεν έχει λοιμώδη αιτιολογία. Κλινικά, χαρακτηρίζεται από σπονδυλικό πόνο φλεγμονώδους χαρακτήρα, συνοδευόμενο περιστασιακά από πυρετό και αύξηση της ΤΚΕ, και ακτινολογικά από στένωση του μεσοσπονδύλιου διαστήματος και ανωμαλίες των σπονδυλικών πλακών.  

Η άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα, αν και ασυνήθιστη, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν η αιτιολογική αναζήτηση για πιθανή λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα αποδειχθεί άκαρπη. Πολλά νοσήματα της σπονδυλικής στήλης υποδύονται λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα (βλ. ΠΙΝΑΚΑ1).

ΠΙΝΑΚΑΣ 1 

Αίτια άσηπτης σπονδυλοδισκίτιδας

Παθήσεις σπονδυλικής στήλης

  • Αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια
  • Ψωριασική αρθρίτιδα
  • Αιμοδιύλιση
  • Διάχυτη ιδιοπαθής σκελετική υπερόστωση (DISH)
  • Οστεοχονδρίτιδα
  • Σύνδρομο SAPHO

Συστηματικά νοσήματα

  • Καρκίνος
  • Σαρκοείδωση
  • Σύνδρομο Αδαμαντιάδη-Behçet
  • Ρευματοειδής αρθρίτιδα
  • Μικροκρυσταλλική αρθρίτιδα

Διάφορα

  • ΟστικήνόσοςPaget
  • Χειρουργικές επεμβάσεις
  • Υμενίτιδα από ξένο σώμα

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα σε ασθενείς με διάχυτη ιδιοπαθή αγκυλωτική υπερόστωση  (DISH; Forestier-Rotes’ disease)

Η DISH χαρακτηρίζεται από υπερπλαστική οστεοποίηση του περιόστεου, των συνδέσμων και των τενόντων κυρίως του αξονικού σκελετού.

Συχνότητα

Η συχνότητα της DISH στους άρρενες είναι διπλάσια από εκείνη στις γυναίκες. Εχει παρατηρηθεί στο 6% των ατόμων ηλικίας >40 ετών και στο 12% των ατόμων ηλικίας 70 ετών [Rotes Querol LJ, 1997]. Αν και είναι συχνότερη στους ηλικιωμένους, έχει αναφερθεί και σε νεότερα άτομα.

Ακτινολογικά ευρήματα

Ακτινολογικά, η DISH μπορεί να διακριθεί με βάση τα εξής κριτήρια [Resnick D and Niwayama G, 1987]:   

  • Αυξημένη ασβέστωση και οστεοποίηση της πρόσθιας ή προσθιοπλάγιας επιφάνειας τουλάχιστον 4 γειτονικών σπονδυλικών σωμάτων
  • Διατήρηση του πάχους των μεσοσπονδυλίων δίσκων και
  • Απουσία αλλοιώσεων των ιερολαγονίων αρθρώσεων

DISH και κατάγματα

Παρά την μεγάλη συχνότητα της DISH στο γενικό πληθυσμό, τα σπονδυλικά κατάγματα σε ασθενείς με DISHε ίναι σπάνια [Mody GM et al, 1988; Paley D et al, 1991; Hendrix RW et al, 1994; Burkus JK and Denis F, 1994]. Το 1/3 των ασθενών με κατάγματα της ΣΣ παρουσιάζεται με νευρολογικές διαταραχές.

Ο Paley et al έχει περιγράψει 2 τύπους καταγμάτων σε ασθενείς με DISHτ α οποία επισυμβαίνουν μετά από ήπιες κακώσεις.

Ο πρώτος και κυριότερος τύπος σπονδυλικού κατάγματος διασταυρώνει το σώμα του σπονδύλου κατά μήκος του αγκυλωμένου τμήματος της ΣΣ : στην DISH, παρατηρείται υπερπαραγωγή οστού, το οποίο καταλαμβάνει τον ινώδη δακτύλιο και τον πρόσθιο επιμήκη σύνδεσμο. Οι οστικές αυτές γέφυρες ισχυροποιούν και διευρύνουν το μεσοσπονδύλιο διάστημα, εξασθενώντας το σώμα του σπονδύλου.

Ο δεύτερος τύπος του κατάγματος διασταυρώνει τον τελικό δίσκο ενός μακρού συντετηγμένου τμήματος [Paley D et al, 1991] (ΕΙΚΟΝΑ 1).

Εκτός από τα κατάγματα αυτά, οι ασθενείς με DISH παθαίνουν μικροκατάγματα κόπωσης, χωρίς να προηγηθούν τραυματισμοί.

Και οι 2 τύποι των καταγμάτων αυτών μπορεί να υποδύονται λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα. Εχουν περιγραφεί 2 ασθενείς με DISH και κλινικά και ακτινολογικά χαρακτηριστικά υποδυόμενα σπονδυλοδισκίτιδα. Κανένας από τους ασθενείς αυτούς δεν παρουσιάσθηκε με νευρολογικές διαταραχές και όλοι θεραπεύθηκαν με ανάπαυση και αντιφλεγμονώδη φάρμακα [Quagliano PV et al, 1994].

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια

Οι ασθενείς με ΑΣ μπορεί να παρουσιάσουν δισκοσπονδυλικές αλλοιώσεις, όπως καταστροφή με διαβρώσεις και σκλήρυνση των θωρακικών και οσφυικών σπονδυλικών πλακών.

Διακρίνονται 3 τύποι διαβρωτικών και καταστρεπτικών αλλοιώσεων στην δισκοσπονδυλική συνένωση (Ι, ΙΙ και ΙΙΙ) [Schmorl G and Junghan SH, 1956] :

  • Αλλοιώσεις τύπου Ι: Παρατηρούνται στις περιφερικές περιοχές της δισκοσπονδυλικής συνένωσης στα αρχικά στάδια της νόσου.
  • Αλλοιώσεις τύπου ΙΙ: Προσβάλλουν τις κεντρικές ζώνες 
  • Αλλοιώσεις τύπου ΙΙΙ: Εκτείνονται σε όλο το μήκος της δισκοσπονδυλικής συνένωσης και αναπτύσσονται αργότερα.

Οι αλλοιώσεις τύπου Ι και ΙΙ είναι κλινικά αθόρυβες. Αντίθετα, οι αλλοιώσεις τύπου ΙΙΙ εκδηλώνονται συνήθως με πόνο στη ΣΣ. Ο πόνος παρουσιάζεται απότομα, είναι μηχανικού τύπου και εντοπίζεται στη πάσχουσα περιοχή. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, υπάρχουν νευρολογικές διαταραχές λόγω ανάπτυξης υπερπλαστικού κοκκιωματώδους ιστού μέσα στον επισκληρίδιο χώρο [Wise CM and Irby WR, 1983].

Υπολογίζεται ότι το 1-10% των ασθενών με ΑΣ εμφανίζει άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα. Πάντως, η πρόγνωση είναι γενικά καλή.

Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει ανάπαυση, αντιφλεγμονώδη φάρμακα, φυσιοθεραπεία και ενίοτε κορσέ. Σε περιπτώσεις αστάθειας ή νευρολογικών επιπλοκών, μπορεί να χρειασθεί χειρουργική επέμβαση [Wise CM and Irby WR, 1983; Hunter T, 1989].

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στο σύνδρομο SAPHO

Το σύνδρομο SAPHO ανήκει στις σπονδυλαρθροπάθειες ή θεωρείται τύπος ψωριασικής αρθρίτιδας [Olive A and Tena X, 1994; Kahn MF, 1995].

Χαρακτηρίζεται από οστεοαρθρικές και δερματικές αλλοιώσεις (υμενίτιδα, ακμή, φλυκταίνωση παλαμών και πελμάτων, υπερόστωση και οστεΐτιδα) (Synovitis, Acne, Pustulosis palmoplantaris, Hyperostosis and Osteitis) [Kahn MF and Khan MA, 1994].

Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι η ψευδο-λοιμώδης οστεΐτιδα, η οποία εντοπίζεται κυρίως στο πρόσθιο τμήμα του θώρακα και τις ιερολαγόνιες αρθρώσεις και συχνά συνδέεται με δερματικές αλλοιώσεις, όπως φλυκταίνωση παλαμών–πελμάτων (pustulosis palmoplantaris) , ακμή και ψωρίαση.

Το σύνδρομο SAPHOμπορεί να προσβάλει την σπονδυλική στήλη προκαλώντας πόνο και δυσκαμψία, συνήθως εντοπισμένη [Kahn MF and Khan MA, 1994]. Αλλοτε δεν δίνει συμπτώματα και αποκαλύπτεται μόνο με τις απλές ακτινογραφίες.

Ακτινολογικά ευρήματα

Οι ακτινολογικές σπονδυλικές αλλοιώσεις στο σύνδρομο SAPHO χαρακτηρίζονται από οστεοσκλήρυνση των σπονδύλων, η οποία συνήθως αρχίζει από μία πρόσθια γωνία και περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα πρόσθια σπονδυλικά σώματα, και ανάπτυξη παρασπονδυλικής οστεοποίησης με μαζική γεφύρωση παρόμοια με την παρατηρούμενη στην DISH.

Η οστεοσκλήρυνση μπορεί να συνδυάζεται με σπονδυλοδισκίτιδα, όπως στην ΑΣ. Οι αλλοιώσεις αυτές παρατηρούνται στο 9-20% των περιπτώσεων και συνδέονται με φλυκταίνωση παλαμών και πελμάτων, αλλά, σπάνια, με ακμή. Την ίδια χρονική περίοδο μπορεί να υπάρχουν 2 ή περισσότερες εστίες.

Τα ακτινολογικά ευρήματα περιλαμβάνουν στένωση του μεσάρθριου διαστήματος και διαβρώσεις στα κεντρικά ή πρόσθια τμήματα της δισκοσπονδυλικής συνένωσης. Οι αλλοιώσεις αυτές συνοδεύονται συχνά από οστεόφυτα ή υπερόστωση.

Σε μία αναδρομική μελέτη 25 ασθενών με σύνδρομο SAPHO, οι 8 είχαν άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα [Tousirrot E et al, 1997]. Ολοι οι ασθενείς της μελέτης παρουσιάσθηκαν με ενοχλήσεις στην οσφύ, χωρίς πυρετό, αύξηση των δεικτών οξείας φάσης και νευρολογικές εκδηλώσεις, και βελτιώθηκαν με την θεραπεία με αντιφλεγμονώδη φάρμακα.

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στην ψωριασική αρθρίτιδα

Η ψωριασική αρθρίτιδα, όπως και άλλες σπονδυλαρθροπάθειες, μπορεί να προσβάλλει την ΣΣ [Salvarani C et al, 1992].

Η προσβολή της ΣΣ στην ψωριασική αρθρίτιδα χαρακτηρίζεται ακτινολογικά από παρασπονδυλική οστεοποίηση με την μορφή των συνδεσμοφύτων παράλληλα με τα σπονδυλικά σώματα. Σε αντίθεση με την αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια, τα συνδεσμόφυτα αυτά είναι μεγαλύτερα και ασύμμετρα.

Σπονδυλοδισκίτιδα αναπτύσσει το 22% των ασθενών με ψωριασική αρθρίτιδα, αλλά συσχετίζεται με άλλες αλλοιώσεις, όπως συνδεσμόφυτα, οστεοποίηση συνδέσμων και στένωση ή σύντηξη των αποφυσιακών αρθρώσεων [Jankinson T et al, 1994]. Πάντως, έχουν περιγραφεί μερικές περιπτώσεις άσηπτης σπονδυλοδισκίτιδας σε ασθενείς με ψωριασική αρθρίτιδα πάσχοντες από νόσο του Crohn[Calin A and Robertson D, 1991].

Οστεοχονδρίτιδα

Η οστεοχονδρίτιδα είναι ένας τύπος εκφυλιστικής σπονδυλαρθροπάθειας. Μπορεί να εμφανισθεί σε οποιοδήποτε επίπεδο της σπονδυλικής στήλης, αλλά είναι ιδιαίτερα συχνή στην κατώτερη οσφυική και αυχενική περιοχή [Resnick D and Niwayama G, 1987].

Ακτινολογικά ευρήματα μπορεί να παρατηρηθούν ακόμα και στα σχετικά πρώιμα στάδια της μεσοσπονδύλιας οστεοχόνδρωσης. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η απεικόνιση γραμμοειδών ή κυκλοτερών ακτινοδιαυγαστικών συλλογών (φαινόμενο κενού), το οποίο υπέρκειται των μεσοσπονδυλίων δίσκων. Οι διαυγαστικές περιοχές δημιουργούνται από την συγκέντρωση αερίου, κυρίως αζώτου, το οποίο συγκεντρώνεται στις σχισμές. Το «φαινόμενο κενού» είναι αξιόπιστος δείκτης εκφύλισης του δίσκου, αλλά σπανίζει όταν υπάρχει λοίμωξη του μεσοσπονδυλίου δίσκου.

Οσο η διαδικασία της μεσοσπονδύλιας οστεοχόνδρωσης εξελίσσεται, ο μεσοσπονδύλιος δίσκος ελαττώνεται σε πάχος. Οι χόνδρινες τελικές πλάκες αποκαλύπτουν ταυτόχρονη αναγέννηση. Ακτινολογικά, στο στάδιο αυτό χαρακτηριστική είναι η απώλεια του μεσάρθριου διαστήματος και η πύκνωση του οστού.

Η σκλήρυνση είναι γενικά καλώς αφορισμένη, γραμμοειδούς ή τριγωνικού σχήματος και εκτείνεται στον μεσοσπονδύλιο δίσκο. Χαρακτηριστική είναι η υποχόνδρια πύκνωση του οστού στα σώματα των σπονδύλων που γειτονεύουν με τον μεσοσπονδύλιο δίσκο [Resnick D and Niwayama G, 1987].

Τα χαρακτηριστικά ακτινολογικά ευρήματα της οστεοχόνδρωσης (στένωση του μεσοσπονδύλιου διαστήματος, σκλήρυνση και, μερικές φορές, διαβρώσεις των σπονδυλικών πλακών) είναι παρόμοια με τις αλλοιώσεις της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας, ιδιαίτερα εάν αυτές αναπτύσσονται μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα [Amor B and Rvel M, 1980; Modie MT et al, 1988; Revel M et al, 1990] (ΕΙΚΟΝΑ 4). Στις περιπτώσεις αυτές, το «φαινόμενο κενού» έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι η παρουσία του στο μεσοσπονδύλιο διάστημα αποκλείει σχεδόν την πιθανότητα λοίμωξης του δίσκου.

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα σε αιμοδιϋλιζόμενους ασθενείς

Ο Kuntz και συν. περιέγραψε για πρώτη φορά ένα είδος σπονδυλαρθροπάθειας σε ασθενείς θεραπευόμενους με αιμοδιύλιση [Kuntz D et al, 1984]. Η σπονδυλαρθροπάθεια αυτή (HS) μπορεί αρχικά να έχει χαρακτήρες σπονδυλικής οστεοχόνδρωσης, αλλά αργότερα γίνεται καθαρά καταστρεπτική και διαβρωτική, υποδυόμενη λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα. Η HS πιστεύεται ότι αναπτύσσεται στο 5-10% των αιμοδιϋλιζόμενων ασθενών, συνήθως μετά από 4 χρόνια διύλισης [Kaplan P et al, 1987; Rafto SE et al, 1988; Flipo RM et al, 1996].

Σε ασθενείς με HS έχουν ανευρεθεί κρύσταλλοι υδροξυαπατίτη και πυροφωσφορικού ασβεστίου, πιθανώς συνδεόμενοι με τον υπερπαραθυρεοειδισμό από τον οποίο οι ασθενείς αυτοί υποφέρουν [Kuntz D et al, 1984].

Η HS συνδέεται συχνότερα με τον υπερπαραθυρεοειδισμό, δεδομένου ότι οι αιμοδιϋλιζόμενοι ασθενείς υποφέρουν συχνά από σοβαρό υπερπαραθυρεοειδισμό και η υφολική παραθυρεοειδεκτομή μπορεί να μειώσει ταχέως τα συμπτώματα και την εξέλιξη των δισκικών αλλοιώσεων. Πάντως, η HS μπορεί να παρουσιασθεί και σε ασθενείς που δεν πάσχουν από υπερπαραθυρεοειδισμό και αρκετοί αιμοδιϋλιζόμενοι ασθενείς με υπερπαραθυρεοειδισμό ουδέποτε αναπτύσσουν HS. Είναι πιθανόν ότι ο υπερπαραθυρεοειδισμός προδιαθέτει σε σπονδυλαρθροπάθεια, αλλά στην παθογένεσή της εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες [McCarty JT et al, 1988].

Διάφορες μελέτες έχουν βρεί εναποθέσεις αμυλοειδούς σε βιοψίες ασθενών με HS, ιδιαίτερα στη ΣΣ [Bardin T et al, 1986; Naito M et al, 1992; Qhashi K et al, 1992]. Σε μία μελέτη 100 αιμοδιϋλιζόμενων ασθενών το 11% έπασχε από HS [Bindi P and Chanard J, 1990]. Η ΑΜΣΣ είχε προσβληθεί στο 84%, η ΟΜΣΣ, στο 16%, και η ΘΜΣΣ, στο 8% των ασθενών. Το 35% των ασθενών ήταν ασυμπτωματικοί, ενώ πόνο είχε το 50% και ισχιαλγία και ριζοπάθεια, το 15% των ασθενών.

Σε άλλη μελέτη σε αιμοδιϋλιζόμενους ασθενείς με σπονδυλικό πόνο, το 30% είχε άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα και, περισσότεροι από 50%, παρουσιάσθηκαν με νευρολογικές διαταραχές [NaitoMetal, 1992].

Μετεγχειρητική άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα  

Η σπονδυλοδισκίτιδα που ακολουθεί χειρουργικές επεμβάσεις δεν είναι ιδιαίτερα συχνή. Μπορεί να είναι μετεγχειρητική, μεταδισκογραφική ή παρουσιάζεται μετά από πυρηνόλυση. Η ύπαρξή της πρέπει να μπαίνει στην σκέψη σε ασθενείς που έχουν επιδείνωση της οσφυαλγίας μετά την επέμβαση.

Διακρίνονται 2 τύποι μετεγχειρητικής σπονδυλοδισκίτιδας: λοιμώδης σπονδυλοδισκίτιδα και «χημική», «μηχανική» ή «άσηπτη» σπονδυλοδισκίτιδα. Ο πρώτος τύπος είναι ο συχνότερος, δοθέντος ότι ο μικροοργανισμός μπορεί να εισαχθεί στη διάρκεια της επέμβασης. Οι 2 αυτοί τύποι φαίνεται ότι δεν έχουν σχεδόν καμμία κλινική ή ακτινολογική διαφορά.

Η διάγνωση βασίζεται στις αναλυτικές πληροφορίες και στην βιοψία του πάσχοντος δίσκου. Υπερ της μη λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας συνηγορούν η φυσιολογική CRP (η ΤΚΕ αυξάνεται τις 2 πρώτες εβδομάδες μετά την επέμβαση), το φυσιολογικό φιμπρινογόνο και τα ιστολογικά ευρήματα.

Η μετεγχειρητική άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα έχει καλή πρόγνωση και αποκαθίσταται πλήρως μετά από μερικές εβδομάδες ανάπαυσης [Fouquet B et al, 1992; Eggen PJ et al, 1993].

Μικροκρυσταλλική άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα (Microcrystal aseptic diskitis)

Οι κρυσταλλογενείς αρθροπάθειες προσβάλλουν την σπονδυλική στήλη πολύ σπάνια. Οι μικροκρύσταλλοιμπορεί να εναποτεθούν στη ΣΣ και τα παρασπονδυλικά μαλακά μόρια. Αν και είναι ασυμπτωματικοί, περιστασιακά μπορεί να προκαλέσουν μυελοπάθεια ή ριζοπάθεια. Ακτινολογικά υποδύονται λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα.

Η χονδρασβέστωση προσβάλλει την σπονδυλική στήλη στο 4-10% των περιπτώσεων [Kissling RO et al, 1990], αν και συνήθως είναιασυμπτωματική. Οι κρύσταλλοι του πυροφωσφορικού ασβεστίου μπορεί να προκαλέσουν καταστρεπτικές αλλοιώσεις στα σώματα των σπονδύλων και τους μεσοσπονδύλιους δίσκους, οι οποίες ενδέχεται να συγχυθούν με λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα [Martel W et al, 1981; Kissling RO et al, 1990; Fidler WK et al, 1996]. Οι αλλοιώσεις αυτές μπορεί να προκαλέσουν αστάθεια και επομένως πραγματική άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα.

Οι κρύσταλλοι του πυροφωσφορικού ασβεστίου μπορεί επίσης να εναποτεθούν στον ωχρό σύνδεσμο ή στον ατλαντοϊνιακό σύνδεσμο [Brown TR et al, 1991; Ojemann JG et al, 1997]. Εχουν περιγραφεί αρκετές περιπτώσεις μυελοπάθειας και συμπίεσης του αυχενικού μυελού, οι οποίες χρειάσθηκαν νευρολογική αποσυμπίεση [Salcman M et al, 1994].

Οι κρύσταλλοι του υδροξυαπατίτη μπορεί να προκαλέσουν επίσης άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα (Milwaukee back). Εχει αναφερθεί ένα περιστατικό ασυμπτωματικής καταστρεπτικής σπονδυλοδισκίτιδας. Η παθολογοανατομική εξέταση έδειξε εναποθέσεις κρυστάλλων υδροξυαπατίτη. Η ύπαρξη των κρυστάλλων αυτών σε μη φλεγμονώδηαρθρικά υγρά ή σε αρθρώσεις κατεστραμμένες από άλλα αίτια δυσκολεύει σημαντικά την εξακρίβωση του αιτιοπαθογενετικού τους ρόλου.Πάντως, έχει περιγραφεί μία χρόνια καταστρεπτική αρθροπάθεια συνοδευόμενη από καταστροφή του χόνδρου και οστικές διαβρώσεις σε συσχέτιση με κρυστάλλους υδροξυαπατίτη στο αρθρικό υγρό σε διάφορες αρθρώσεις (ώμοι, γόνατα, αρθρώσεις δακτύλων, κ.ά.) [Zwillich SH et al, 1988).

Μέχρι τώρα έχουν περιγραφεί 20 περίπου περιπτώσεις προσβολής της σπονδυλικής στήλης από ουρική αρθρίτιδα σε πάσχοντες από πολυαρθρική χρόνια τοφώδη ουρική αρθρίτιδα. Οι κρύσταλλοι του ουρικού μονονατρίου μπορεί να εναποτεθούν στον επισκληρίδιο χώρο ή τον σπονδυλικό σωλήνα, στον ωχρό σύνδεσμο, τον αυχένα του σπονδυλικού τόξου ή τα μεσοσπονδύλια διαστήματα. Στις τελευταίες περιοχές μπορεί να υποδύονται λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα.

Κλινικά μπορεί να προκαλέσουν χρόνια οσφυαλγία, αλλά κυρίως συνδέονται με νευρολογικές ανωμαλίες, όπως ριζοπάθεια, παραπάρεση ή τετραπάρεση, οπότε χρειάζονται χειρουργική αποσυμπίεση [Das S, 1988; Fenton P et al, 1995; King JC and Nicholas C, 1997].

Παζετικό σπονδυλικό μπλόκ (Pagetic vertebral block)

Η νόσος Paget των οστών είναι ένα εντοπισμένο νόσημα της αναδόμησης των οστών. Ο παζετικός ιστός ο οποίος αναπτύσσεται μέσα στα σώματα των σπονδύλων, μπορεί να διηθήσει άμεσα τον αρθρικό χόνδρο. Όταν φθάσει στο μεσοσπονδύλιο διάστημα, δημιουργεί το αποκαλούμενο σπονδυλικό block [Olive A et al, 1998].

Το παζετικό σπονδυλικό μπλόκ (ή σπονδυλική παζετική αγκύλωση ή παζετική συνόστωση) (Paget ankylosis ή Paget synostosis) παρατηρείται στο 4.45% και 12% των ασθενών με νόσο Paget και είναι συχνότερο σε άνδρες ηλικίας >70 ετών με πολυοστωτική νόσο. Η αιτιολογία του είναι άγνωστη.

Κριτήρια παζετικού block

  • Πρόσθια ή πλάγια σύντηξη των σπονδυλικών σωμάτων με οστικές γέφυρες σε 2 ή περισσότερους παζετικούς σπονδύλους  
  • Ακτινολογική οστική αγκύλωση σε 2 ή περισσότερους παζετικούς σπονδύλους με ολική ή μερική εξαφάνιση των μεσοσπονδυλίων δίσκων και μείωση του πάχους του σπονδυλικού σώματος και  
  • Πρόσθια κυρτότητα της σπονδυλικής αγκύλωσης

Το παζετικό μπλόκ μπορεί ακτινολογικά και κλινικά να συγχυθεί με λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα [Roucoles J et al, 1987; Lander P and Hadjipavlou A, 1991] ή με καρκίνο [Geil GE and Staple TW, 1990]. Από πλευράς συχνότητας, αναπτύσσεται στη ραχιαία, οσφυική και αυχενική ΣΣ. Είναι πολύ συχνά συμπτωματικό και μπορεί να εκδηλωθεί με οσφυαλγία ή μηραλγία, ενίοτε συνοδευόμενη από νευρολογικές επιπλοκές [Meolux J et al, 1988; Hadjipavlou A and Lander P, 1991; Ferroir JP et al, 1993]. Η θεραπεία γίνεται συνήθως με καλσιτονίνη ή διφωσφονικά. Σε σπάνιες περιπτώσεις χρειάζεται χειρουργική επέμβαση [Hadjipavlou A and Lander P, 1991).

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στον καρκίνο

Διήθηση των σπονδύλων από καρκινωματώδεις αλλοιώσεις είναι εξαιρετικά σπάνια. Η σχετική διατήρηση του δίσκου εξηγείται από την απουσία αγγείωσης του δίσκου και από την ποιότητα της χόνδρινης πλάκας η οποία εμποδίζει την ανάπτυξη του όγκου [Wargnier O et al, 1997]. Πάντως, σε μερικές περιπτώσεις οι κακοήθεις νεοπλασίες μπορεί να διηθήσουν τον μεσοσπονδύλιο δίσκο και ορισμένα νεοπλάσματα, χωρίς να διηθούν τον δίσκο, μπορεί ακτινολογικά να υποδύονται λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα. Η ύπαρξη μεταστάσεων σε άλλους σπονδύλους ή ενός γνωστού πρωτοπαθούς όγκου μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση [Cabral DA and Tucker L, 1999].

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στη σαρκοείδωση

Η σαρκοείδωση μπορεί να προσβάλλει την σπονδυλική στήλη, ιδιαίτερα την θωρακο-οσφυική της μοίρα. Οι αλλοιώσεις είναι οστεολυτικές ή οστεοσκληρυντικές, υποδυόμενες μεταστατικό κακόηθες νεόπλασμα. Προσβάλλονται ένας ή περισσότεροι γειτονικοί σπόνδυλοι. Σε αντίθεση με άλλες περιοχές, στη ΣΣ η σαρκοείδωση είναι συνήθως ασυμπτωματική. Τα μεσοσπονδύλια διαστήματα σπάνια προσβάλλονται, αλλά, όταν αυτό συμβεί, η ΔΔ από λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα είναι πρακτικά αδύνατη και γίνεται μόνο με την βιοψία.

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στη ρευματοειδή αρθρίτιδα

Όταν η ρευματοειδής αρθρίτιδα προσβάλλει την σπονδυλική στήλη αυτό συνήθως γίνεται στην ΑΜΣΣ. Η πλέον χαρακτηριστική βλάβη της ΣΣ στη ρευματοειδή αρθρίτιδα είναιτο υπεξάρθρημα της ατλαντοαξονικής. Ακόμα, η ΡΑ μπορεί να προκαλέσει καταστρεπτικές αλλοιώσεις των σπονδυλικών σωμάτων και αλλοιώσεις των ενδοαποφυσιακών αρθρώσεων, όπως και άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα σε διάφορα επίπεδα της ΣΣ [Heywood AW and Meyers OL, 1986; Collet P et al, 1990].

Οι δισκοσπονδυλικές αυτές αλλοιώσεις μπορεί να οφείλονται σε επέκταση της υμενίτιδας προς το μεσοσπονδύλιο διάστημα, η οποία επινέμεται τις γειτονικές αρθρώσεις, όπως και τις ενδοαποφυσιακές και πλευροσπονδυλικές αρθρώσεις. Οι διαβρώσεις αυτές μπορεί να προκαλέσουν αστάθεια της ΣΣ και επομένως νευρολογικές εκδηλώσεις.

Μία ανασκόπηση σε ασθενείς με ΡΑ και προσβολή της ΣΣ διεπίστωσε ότι το 8% των ασθενών είχε σπονδυλικά blockκαι το 14%, στένωση του μεσάρθριου διαστήματος και διαβρώσεις υποδυόμενες λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα [Collet P et al, 1990].

Ο Heywood και συν. περιέγραψε 12 συμπτωματικές περιπτώσεις με προσβολή της θωρακικής και οσφυικής μοίρας της ΣΣ. Μερικές από αυτές υποδυόντουσαν λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα και το 1/3 παρουσίασε νευρολογικές επιπλοκές που χρειάσθηκαν χειρουργική αποσυμπίεση [Heywood AW and Meyers OL, 1986].

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα στο σύνδρομο Αδαμαντιάδη-Behçet

Στο σύνδρομο Αδαμαντιάδη-Behcet οποιαδήποτε άρθρωση μπορεί να προσβληθεί, αν και προσβολή της ΣΣ είναι ασυνήθιστη [Koss JC and Dalinka MK, 1980]. Σε μερικές περιπτώσεις προσβάλλεται η ΑΜΣΣ, προκαλώντας υπεξάρθρημα της ατλαντοαξονικής [Koss JC and Dalinka MK, 1980].

Ενας ασθενής είχε ακτινολογικά ευρήματα ενδεικτικά άσηπτης σπονδυλοδισκίτιδας, χωρίς νευρολογικές διαταραχές, η οποία ανταποκρίθηκε στα αντιφλεγμονώδη φάρμακα [Rozadilla A et al, 1990].

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα από ξένο σώμα

Ο Gertzbein και συν. παρουσίασε μία γυναίκα με οσφυαλγία και πυρετό που παρουσίασε μετά από γυναικολογική επέμβαση για κυστοκήλη. Ο πόνος δεν βελτιώθηκε με την θεραπεία. Οι απλές ακτινογραφίες έδειξαν σημεία σπονδυλοδισκίτιδας στο επίπεδο Ο5-Ι1, και 2 χειρουργικές λαβίδες, οι οποίες είχαν προφανώς ξεχασθεί μέσα στην άρρωστη. Τα συμπτώματα εξαφανίσθηκαν μετά την χειρουργική αφαίρεση των ξένων αυτών σωμάτων. Η ιστολογική εξέταση έδειξε κοκκιωματώδη ιστό γύρω από τις λαβίδες και οι καλλιέργειες ήταν αρνητικές [Gertzbein SD et al, 1998).

2.   ΛΟΙΜΩΔΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΟΔΙΣΚΙΤΙΔΑ

ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ

Αν και σπάνια, η λοιμώδης σπονδυλοδισκίτιδα είναι η κύρια εκδήλωση της αιματογενούς οστεομυελίτιδας σε άτομα ηλικίας >50 ετών [Espersen F et al, 1991; Jensen AG et al, 1997] και αποτελεί το 3-5% όλων των περιπτώσεων οστεομυελίτιδας [Sobottke R et al, 2008]. 

Οι εκτιμήσεις για την συχνότητά της στις ανεπτυγμένες χώρες, ανάλογα με την εντόπιση και τα κριτήρια εισόδου στις μελέτες (π.χ. παιδιά, φυματιώδεις περιπτώσεις), κυμαίνονται από 4-24%/έτος [Joughin E et al, 1991; Colmenero JD et al, 1997; Hopkinson N et al, 2001]. 

Μερικές μελέτες αναφέρουν δικόρυφη κατανομή με αιχμές σε άτομα ηλικίας <20 ετών και στην ηλικιακή ομάδα των 50–70 ετών, αν και όλες οι ηλικίες μπορεί να προσβληθούν [Sapico FL et al, 1979; Malawski SK and Lukawski S, 1991; Krogsgaard MR et al, 1998].

Η σπονδυλική οστεομυελίτιδα επικρατεί στους άρρενες, σε αναλογία 1.5–2:1 με τις θήλεις [Sapico FL and Montgomerie JZ, 1979; Grammatico L et al, 2008; Mylona E e al, 2009].

Σε ασθενείς με βακτηριαιμία από χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο, στο χρονικό διάστημα 1980-1990 παρατηρήθηκε αύξηση του επιπολασμού της σπονδυλικής οστεομυελίτιδας από 1.1%, σε 2.2% [Jensen AG et al, 1997; Jensen AG et al, 1998]. 

Αλλοι αποδίδουν την αύξηση της συχνότητας της σπονδυλοδισκίτιδας στη χρήση ενδοφλέβιων ουσιών [Musher DM et al, 1976], στην αύξηση των χειρουργικών επεμβάσεωνστη ΣΣ [Deyo RA et al, 2004] και του ανοσοκατεσταλμένου και ηλικιωμένου πληθυσμού [Carragee EJ, 1997].

ΠΑΘΟΓΕΝΕΣΗ ΠΥΟΓΕΝΟΥΣ ΣΠΟΝΔΥΛΟΔΙΣΚΙΤΙΔΑΣ

Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί μπορεί να προκαλέσουν λοίμωξη της σπονδυλικής στήλης μέσω 3 οδών :

  • αιματογενής διασπορά,
  • άμεσος εξωγενής ενοφθαλμισμός ή
  • επέκταση από γειτονικούς ιστούς.

Αιματογενής διασπορά

Η αιματογενής αρτηριακή οδός είναι η κυριότερος τρόπος ανάπτυξης λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας, επιτρέποντας την διασπορά μιας λοίμωξης από απομακρυσμένες περιοχές στη σπονδυλική στήλη.

Στα παιδιά, οι ενδοστικές αρτηρίες έχουν εκτεταμένες αναστομώσεις και αγγειακοί δίαυλοι διατιτραίνουν τους μεσοσπονδύλιους δίσκους. Επομένως, τα σηπτικά έμβολα συνήθως δεν προκαλούν σημαντικά οστικά έμφρακτα και η λοίμωξη συχνά περιορίζεται στον δίσκο. Αντίθετα, στους ενήλικες οι δίσκοι στερούνται αγγείων και οι ενδοστικές αναστομώσεις εξελίσσονται κατά την 3η δεκαετία της ζωής, δημουργώντας τελικές αρτηρίες, οπότε τα σηπτικά έμβολα μπορεί να προκαλέσουν μεγάλα οστικά έμφρακτα [Ratcliffe JF, 1982]. Η συνεπακόλουθη επέκταση της λοίμωξης σε γειτονικούς δίσκους και σπονδύλους δημιουργεί την χαρακτηριστική αλλοίωση της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας [Wiley AM and Trueta J, 1959; Ratcliffe JF, 1985].

Το έμφρακτο, εάν είναι εκτεταμένο, οδηγεί σε γωνίωση, δημιουργία κοιλότητας και συμπιεστικά κατάγματα με συνεπακόλουθη σπονδυλική αστάθεια, παραμορφώσεις και κίνδυνο συμπίεσης του νωτιαίου μυελού.

Η μη ελεγχόμενη λοίμωξη μπορεί να εισδύσει στα οστά και να διηθήσει τα πέριξ μαλακά μόρια, προκαλώντας παρασπονδυλικά αποστήματα ή αποστήματα του ψοΐτη, και να επεκταθεί προς τα πίσω, στον σπονδυλικό σωλήνα, σχηματίζοντας επισκληρίδια αποστήματα με περαιτέρω κίνδυνο παραπληγίας, υποσκληρίδιου αποστήματος και μηνιγγίτιδας.

Οι αιματογενείς λοιμώξεις πολύ σπάνια προκαλούν πυογενή οστεομυελίτιδα των οπίσθιων σπονδυλικών στοιχείων (αυχένας σπονδυλικών τόξων, εγκάρσιες αποφύσεις, πέταλα και οπίσθιες ακανθώδεις αποφύσεις) λόγω της σχετικά πτωχής αιματικής τροφοδοσίας που έχουν φυσιολογικά τα ανατομικά αυτά στοιχεία, συγκριτικά με τα σπονδυλικά σώματα [Babinchak TJ et al, 1997].

Τα οπίσθια σπονδυλικά στοιχεία προσβάλλονται συχνότερα σε περιπτώσεις φυματιώδους και μυκητιασικής σπονδυλίτιδας [Maiuri F et al, 1997; Govender S et al, 1999; Turunc T et al, 2007].

Η αιματογενής πυογενής σπονδυλοδισκίτιδα αναπτύσσεται εκλεκτικά στην ΟΜΣΣ και, λιγότερο συχνά, στην θωρακική και αυχενική ΣΣ με φθίνουσα συχνότητα (58%, 30% και 11% αντίστοιχα) [Mylona E et al, 2009].

Η ΑΜΣΣ προσβάλλεται συχνότερα σε χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών [Sapico FL and Montgomerie JZ, 1990]. Πολυεστιακή προσβολή παρατηρείται στο 4% των περιπτώσεων [Mylona E et al, 2009].

Οι φυματιώδεις αλλοιώσειςπροσβάλλουν συχνότερα την ΘΜΣΣ και περισσότερους από 2 (ενίοτε μη συνεχόμενους) σπονδύλους, συγκριτικά με την πυογενή σπονδυλοδισκίτιδα [Buchelt M et al, 1993; Beronius M et al, 2001; Chang MC et al, 2006].

Αμεσος ενοφθαλμισμός

Ο άμεσος ενοφθαλμισμός είναι συνήθως ιατρογενής οφειλόμενος σε σπονδυλική επέμβαση, οσφυική παρακέντηση ή επισκληρίδιες διαδικασίες και αποτελεί το 25-30% των περιπτώσεων [Jimenez-Mejias ME et al, 1999; Legrand E et al, 2001]. 

Η μόλυνση εμφυτευμένου προσθετικού υλικού είναι σημαντικός προδιαθεσικός παράγοντας ανάπτυξης σπονδυλοδισκίτιδας. Σπάνια, η σπονδυλοδισκίτιδα μπορεί να ακολουθήσει τραυματισμό της σπονδυλικής στήλης από νύσσον όργανο ή πυροβόλο όπλο [Patzakis MJ et al, 1991; McHenry MC et al, 2002].

Επέκταση από γειτονικούς ιστούς

Οι σπονδυλικές λοιμώξεις σπάνια δημιουργούνται μετά από γειτονική επέκταση λοιμώδους εστίας, ρήξη οισοφάγου ή οπισθοφαρυγγικό απόστημα.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

Στο 50% των περιπτώσεων σπονδυλοδισκίτιδας υπάρχει απομακρυσμένη λοιμώδης εστία (ουροποιογεννητικός σωλήνας, δέρμα και μαλακά μόρια, ενδαγγειακές συσκευές (5%), γαστρεντερικός σωλήνας, αναπνευστικός σωλήνας, στοματική κοιλότητα, λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα).  

Προδιαθεσικοί παράγοντες

  • Σακχαρώδης διαβήτης (κυρίως)
  • Προχωρημένη ηλικία
  • Χρήση ενέσιμων ουσιών
  • Ανοσοκαταστολή
  • Κακοήθη νοσήματα
  • Νεφρικά νοσήματα
  • Ρευματολογικά νοσήματα
  • Ηπατική κίρρωση
  • Προηγηθείσες χειρουργικές επεμβάσεις στη ΣΣ 

Η σπονδυλοδισκίτιδα συνδέεται με πολλούς και διάφορους μικρο-οργανισμούς, αν και στην ουσία παραμένει μία μονομικροβιακή βακτηριδιακή λοίμωξη.

ΜΙΚΡΟ-ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΣΥΝΔΕΟΜΕΝΟΙ ΜΕ ΣΠΟΝΔΥΛΟΔΙΣΚΙΤΙΔΑ

Χρυσίζων σταφυλόκοκκος  

Είναι ο κυριότερος αιτιοπαθογόνος μικροοργανισμός και ευθύνεται για το 50% των περιπτώσεων μη φυματιώδους σπονδυλοδισκίτιδας. Οι ασθενείς ηλικίας > 50 ετών, χωρίς εμφανή πύλη εισόδου της λοίμωξης έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης σπονδυλοδισκίτιδας από χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο [Mylona E et al, 2009]. 

Σε μία μελέτη, ο κίνδυνος ανάπτυξης σπονδυλοδισκίτιδας σε ασθενείς με βακτηριαιμία σχετιζόμενη με ενδαγγειακές συσκευές ήταν 2.2% (7/324 περιπτώσεις) [Fowler VG Jr et al, 2005]. 

Αρνητικοί στην κοαγκουλάση σταφυλόκοκκοι

Οι αρνητικοί στην κοαγκουλάση σταφυλόκοκκοι ευθύνονται για το 5–16% των περιπτώσεων λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας.

Επιδερμικός σταφυλόκοκκος (staphylococcus epidermidis)

Ο επιδερμικός σταφυλόκοκκος είναι το συχνότερο είδος σταφυλόκοκκου και συνδέεται με ενδοκαρδιακή βακτηριαιμία σχετιζόμενη με συσκευές και μετεγχειρητικές λοιμώξεις [Colmenero JD et al, 1997; Jimenez-Mejias ME et al, 1999; Dufour V et al, 2005]. 

Σταφυλόκοκκος lugdunensis 

Εχουν αναφερθεί μερικές περιπτώσεις σπονδυλοδισκίτιδας από σταφυλόκοκκο lugdunensis  [Bucher E et al, 2000; Lecouvet F et al, 2004; de Lucas EM et al, 2009].

Αναερόβια

Οι σπονδυλοδισκίτιδες από αναερόβια είναι σπάνιες (<4% των περιπτώσεων) [OsenbachRKetal, 1990; Perronne C et al, 1994; Mc Henry MC et al, 2002]. 

Propionibacterium acnes 

Ο μικρο-οργανισμός αυτός κατατάσσεται στους συχνότερους και συνδέεται με βραδέως εξελισσόμενη μετεχειρητική δισκίτιδα, σχετιζόμενη συνήθως με εμφυτευμένα υλικά [Dufour V et al, 2005; Uckay I et al, 2010]. 

Bacteroides fragilis 

Το Bacteroides fragilis και άλλα αναερόβια συνδέονται συνήθως με σπονδυλοδισκίτιδα με γειτονική επέκταση από ενδοπυελικές ή ενδοκοιλιακές λοιμώδεις εστίες [Saeed MU e al, 2005; Elgouhari H et al, 2007].

Πολυμικροβιακές λοιμώξεις

Είναι ασυνήθιστο αίτιο σπονδυλοδισκίτιδας (<10% των περιπτώσεων) [Mylona E et al, 2009].

Βρουκέλλωση

Η βρουκέλλωση αποτελεί το κύριο αίτιο λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας στη λεκάνη της Μεσογείου και την Μέση Ανατολή [Colmenero JD et al, 1997; Belzunegui J et al, 1999; Sakkas LI et al, 2009].  

Η οστική λοίμωξη από βρουκέλλα αποτελεί το 21–48% των σπονδυλικών λοιμώξεων. Σπονδυλοδισκίτιδα αναπτύσσει το 7.5-30% των ασθενών με βρουκέλλωση και οφείλεται συνήθως στην Brucella melitensis [Bodur H et al, 2004; Namiduru M et al, 2004; Lifeso RM et al, 1985]. 

Η λοίμωξη επισυμβαίνει δευτεροπαθώς στην κατανάλωση μη παστεριωμένων γαλακτοκομικών προϊόντων ή επαφή με μολυσμένα ζώα [Pappas G et al, 2005]. Οι ασθενείς με βρουκέλλωση που αναπτύσσουν σπονδυλίτιδα τείνουν να είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία και να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια συμπτωμάτων [Bodur H et al, 2004; Namiduru M et al, 2004].

Εντεροβακτηριοειδή

Τα εντεροβακτηριοειδή αποτελούν το 7-33% των περιπτώσεων πυογενούς σπονδυλοδισκίτιδας.

Κολοβακτηρίδιο

Οι περισσότερες περιπτώσεις σπονδυλοδισκίτιδας από εντεροβακτηριοειδή οφείλονται στο κολοβακτηρίδιο. Σε μία μελέτη 72 ασθενών ηλικίας >63 ετών η σπονδυλοδισκίτιδα οφειλόταν αποκλειστικά στο κολοβακτηρίδιο [Belzunegui J et al, 2000]. 

Σαλμονέλλα

Η λοίμωξη από σαλμονέλλα είναι σπάνια και έχει αναφερθεί σε ασθενείς με δρεπανοκυτταρική νόσο, αλλά και σε ασθενείς χωρίς δρεπανοκυτταρική νόσο, σχετιζόμενη με αορτικά μυκωτικά ανευρύσματα [Chang JC, 2005].

Αλλα μείζονα μέλη της ομάδας αυτής είναι ο πρωτέας, η κλεμπσιέλλα και το εντεροβακτηρίδιο. Οι μικρο-οργανισμοί αυτοί συνδέονται με ουρολοιμώξεις και άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.

Kingella kingae 

Η Kingella kingae είναι πιθανώς ο δεύτερος συχνότερος μικρο- οργανισμός που ευθύνεται για σπονδυλοδισκίτιδα στα παιδιά [Garron E et al, 2002; Yajupsky P, 2004]. 

Μυκητιασικές σπονδυλοδισκίτιδες

Οι μυκητιασικές σπονδυλοδισκίτιδες είναι σπάνιες (0.5–1.6%, συνήθως έως 6.9%). Οι λοιμώξεις αυτές συνδέονται ισχυρά με ανοσοκαταστολή (θεραπεία με κορτικοστεροειδή, ουδετεροπενία, χρόνια κοκκιωματώδη νοσήματα) [Vinas FC et al, 1999; Frazier DD et al, 2001; Hendrickx L et al, 2001]. 

Μύκητες συνδεόμενοι με σπονδυλοδισκίτιδα

  • Κάντιτα
  • Ασπέργιλλος
  • Cryptococcus neoformans
  • Coccidioides immitis
  • Blastomyces dermatitidis

Παρασιτικές λοιμώξεις,

Οι παρασιτικές λοιμώξεις, όπως η λοίμωξη της ΣΣ από εχινόκοκκο, είναι εξαιρετικά σπάνιες, ακόμα και σε ενδημικές περιοχές [Hadjipavlou AG et al, 2000].

Στρεπτόκοκκοι

Οι στρεπτόκοκκοι (viridans και β-αιμολυτικοί στρεπτόκοκκοι, ιδιαίτερα ομάδες Α και Β) και οι εντερόκοκκοι συνδέονται με σπονδυλοδισκίτιδα (5%–20%). Ο στρεπτόκοκκος της πνευμονίας είναι πολύ σπάνιο αίτιο σπονδυλοδισκίτιδας [Turner DP et al, 1999; Taylor SN and Saners CV, 1999].

Φυματίωση

Η φυματίωση είναι το συχνότερο αίτιο σπονδυλικής λοίμωξης παγκοσμίως και ευθύνεται για το 9-46% των περιπτώσεων λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας στις ανεπτυγμένες χώρες. Ο σκελετός προσβάλλεται στο 1-3% των ασθενών με φυματιώδη λοίμωξη [Tuli SM, 2007]. Στο 50% των περιπτώσεων η ΤΒ εντοπίζεται εκτός της σπονδυλικής στήλης [Buchelt M et al, 1993; Kenyon PC et al, 2009].

Ψευδομονάδα

Η pseudomonas aeruginosa είναι ασυνήθιστο αίτιο λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας. Εχει αναφερθεί στο 48% των ασθενών που κάνουν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ουσιών [Patzakis MJ et al, 1991]. 

Αλλα, σπάνια, αίτια λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας

  • Ακτινομύκητες
  • Νοκάρδια
  • Νόσων εξ ονύχων γαλής (στα παιδιά) [Hulzebos CV et al, 1999; Vermeulen MJ et al, 2006]

ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

Τα συμπτώματα της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας είναι άτυπα.

Πόνος

Οι πάσχοντες από λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα πολύ συχνά έχουν πόνο στην οσφύ ή τον αυχένα [Sapico FL and Montgomerie JZ, 1979], αλλά, έως 15% των περιπτώσεων, είναι ασυμπτωματικοί [Torda AJ et al, 1995; Sakkas LI et al, 2009]. 

Ο πόνος μπορεί να είναι συνεχής (σ΄όλη την διάρκεια του 24ώρου) και να χειροτερεύει στην διάρκεια της νύχτας. Συχνά έχει χαρακτήρες ριζαλγίας και ακτινοβολεί στον θώρακα ή την κοιλιά και μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένη διάγνωση ή ακόμα και σε χειρουργικές επεμβάσεις [Curi J, 1946; Sullivan CR and Symmonds RE, 1964; Adatepe MH et al, 1986].

Προσοχή : Συνεχής πόνος ο οποίος επιδεινώνεται στη διάρκεια της νύχτας είναι ισχυρή ένδειξη φλεγμονώδους βλάβης (π.χ. σπονδυλοδισκίτιδας)

Πυρετός

Πυρετός είναι λιγότερο συχνός και παρατηρείται στο 50% των περιπτώσεων [Sapico FLetal, 1979; Mylona E et al, 2008] και, σε μία σειρά, στο 14% των περιπτώσεων (8/59 περιπτώσεις) [Wirtz DC et al, 2000]. Πυρετό έχουν λιγότερο συχνά οι ασθενείς με φυματιώδη σπονδυλίτιδα [PerronneCetal, 1994; Belzunegui J et al, 1999]. 

Νευρολογικές διαταραχές

Το 1/3 των ασθενών με λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα έχει νευρολογικές διαταραχές, όπως αδυναμία του σκέλους, παράλυση, αισθητικές διαταραχές, ριζοπάθεια και απώλεια των σφιγκτήρων [Mylona E et al, 2008]. Οι περιπτώσεις αυτές είναι πιθανότερο να συνδέονται με επισκληρίδιο απόστημα, καθυστέρηση στη διάγνωση [Pigrau C et al, 2005] και αυχενικές αλλοιώσεις. Παράγοντες κινδύνου για παράλυση επίσης περιλαμβάνουν σακχαρώδη διαβήτη, προχωρημένη ηλικία και χρήση κορτικοστεροειδών [Eismont FJ et al, 1983].

Παραμορφώσεις

Οι σπονδυλικές παραμορφώσεις, κυρίως κύφωση και σχηματισμός ύβου, είναι συχνότερες σε ασθενείς με φυματιώδη σπονδυλίτιδα. Οι μη θεραπευθείσες λοιμώξεις μπορεί να εξελιχθούν, αν και σπάνια, σε σχηματισμό κοιλότητας [Sapico FL and Montgomerie JZ, 1979; Malawski SK and Lukawski S, 1991]. Η αυχενική σπονδυλοδισκίτιδα μπορεί να εκδηλωθεί με δυσφαγία ή ραιβόκρανο [Schimmer RC et al, 2002; Acosta FL Jr et al, 2004]. 

Ευαισθησία

Το συχνότερο κλινικό εύρημα σε περιπτώσεις λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας είναι η ευαισθησία. Η ευαισθησία παρατηρείται στο 78–97% των ασθενών και συχνά συνδέεται με περιορισμό του εύρους κίνησης και παρασπονδυλικό μυικό σπασμό. Σπάνια υπάρχει μία κλυδάζουσα μάζα και συχνά εκλύεται ισχιαλγικός πόνος [Sapico FL and Montgomerie JZ, 1979].

Κλινικές εκδηλώσεις νεανικής λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας

Τα παιδιά με λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα έχουν άτυπα συμπτώματα : είναι ευρέθιστα, χωλαίνουν, αρνούνται να έρπουν, καθήσουν ή περπατήσουν, έχουν πόνο στο ισχίο ή ακόμα και κοιλιακό πόνο. Μερικές φορές η λοιμώδης σπονδυλοδισκίτιδα παρουσιάζεται με ακράτεια. Ο πυρετός είναι λιγότερο συχνός στα μικρά παιδιά με λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα, συγκριτικά με τα μεγαλύτερα παιδιά με σπονδυλική οστεομυελίτιδα [Fernandez M et al, 2000; Nolla JM et al, 2002].

Η κλινική εξέταση δείχνει συνήθως απώλεια της οσφυικής λόρδωσης και της κινητικότητας της οσφύος [Fernandez M et al, 2000]. Σε σύγκριση με τους ενήλικες, τα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να έχουν συννοσηρότητες και νευρολογικές διαταραχές είναι ασυνήθιστες [Uagupsky P, 2004].

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Αιματολογικοί και βιοχημικοί δείκτες

ΤΚΕ

Η ΤΚΕ είναι ευαίσθητος δείκτης ύπαρξης λοίμωξης, αλλά στερείται ειδικότητας. Συνήθως αυξάνεται στο 90% των περιπτώσεων, με μέσες τιμές κυμαινόμενες από 43-87 mm/h.

CRP

Η CRP, όπως και η ΤΚΕ, αυξάνεται στην πλειοψηφία των ασθενών με λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα. Μερικοί συγγραφείς υποστηρίζουν ότι είναι ο καλύτερος δείκτης παρακολούθησης της ανταπόκρισης στη θεραπεία [Hsieh PC et al, 2004].

Λευκά αιμοσφαίρια

Τα λευκά αιμοσφαίρια αυξάνονται στο 1/3 των ασθενών με σπονδυλοδισκίτιδα. Οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς και οι ασθενείς ηλικίας >60 ετών είναι πιθανότερο να έχουν φυσιολογικά λευκά αιμοσφαίρια. Κατ΄άλλους, η ηλικία δεν φαίνεται να σχετίζεται με τον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων [Belzunegui J et al, 2000].

Αλλοι συγγραφείς έχουν παρατηρήσει αύξηση του αριθμού των ουδετεροφίλων στην πυογενή σπονδυλίτιδα, συγκριτικά με την φυματιώδη ή μελιτοκοκκική σπονδυλίτιδα [Colmenero JD et al, 1997; Sakkas LI et al, 1976].

Αναιμία

Περίπου 70% των ασθενών με σπονδυλοδισκίτιδα έχουν αναιμία και, σχεδόν οι μισοί, αύξηση της αλκαλικής φωσφατάσης του ορού [Beronius M et al, 2001; Colmenero JD et al, 1997].

Καλλιέργειες αίματος

Οι καλλιέργειες είναι θετικές στο 40-60% των περιπτώσεων πυογενούς σπονδυλοδισκίτιδας. Το ποσοστό αυτό είναι μικρότερο στις μετεγχειρητικές λοιμώξεις, οπότε χρειάζεται βιοψία για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση, και μεγαλύτερο σε ασθενείς με περισσότερο παθογόνους μικρο-οργανισμούς και πυρεξία [Sapico FL and Montgomerie JZ, 1979].

Βιοψίες και καλλιέργειες

Οι βιοψιακές καλλιέργειες είναι θετικές στο 43-78% των περιπτώσεων. Η βιοψία μπορεί να γίνει διαδερμικά. Εάν η πρώτη βιοψία είναι αρνητική, μπορεί να γίνει και δεύτερη.Εάν η διαδερμική βιοψία είναι αρνητική μπορεί να γίνει χειρουργική βιοψία. Το 39% των βιοψιακών καλλιεργειών σε ύποπτες περιπτώσεις σπονδυλοδισκίτιδας, χωρίς προηγηθείσα έκθεση στα αντιβιοτικά, μπορεί να είναι αρνητικές [Michel SC et al, 2006].

ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Η ιστολογική εξέταση είναι πολύτιμη εναλλακτική εξέταση στις καλλιέργειες και μπορεί να διακρίνει τα πυογενή από τα κοκκιωματώδη νοσήματα. 

Ορολογικές εξετάσεις

Οι ορολογικές εξετάσεις συνιστώνται σε περιπτώσεις ύποπτες για λοίμωξη από βρουκέλλα ή Bartonella henselae (ιδιαίτερα σε παιδιά συγχρωτιζόμενα με γάτες) [Vermeulen MJ et al, 2006; Fernandez M et al, 2000].

ΑΚΤΙΝΟΛΟΓΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Οι απλές ακτινογραφίες έχουν ευαισθησία 82%, ειδικότητα 57% και ακρίβεια, 73% [Modic MT et al, 1985].

Πρώιμες αλλοιώσεις :

  • Υποχόνδριες ακτινοδιαυγάσεις,
  • Απώλεια της σαφήνειας της τελικής σπονδυλικής πλάκας και
  • Απώλεια του ύψους του δίσκου

Οψιμες αλλοιώσεις :

  • Καταστροφή της αντίθετης σπονδυλικής πλάκας,
  • Απώλεια του ύψους του σπονδύλου και
  • Παρασπονδυλικές μάζες μαλακών μορίων

Πάντως, οι αλλοιώσεις παρουσιάζονται 2-8 εβδομάδες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων και μπορεί να παρατηρηθούν ψευδώς θετικά αποτελέσματα λόγω εκφυλιστικών αλλοιώσεων.

ΣΠΙΝΘΗΡΟΓΡΑΦΗΜΑ ΟΣΤΩΝ

Το σπινθηρογράφημα των οστώνμε μεθυλένο-διφωσφονικό τεχνήτιο 99mέχει ευαισθησία 90% και ειδικότητα 78%. Οι εκφυλιστικές αλλοιώσεις συχνά οδηγούν σε ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Εναλλακτικά στο σπινθηρογράφημα των οστών με τεχνήτιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σπινθηρογράφημα με γάλλιο-67 είναι. Εάν και οι δύο αυτοί τύποι σπινθηρογραφημάτων συνδυασθούν έχουν ευαισθησία 90%, ειδικότητα 100% και ακρίβεια 94% [Modic MT et al, 1985]. 

Η FDG-PET (fluorine-18 fluorodeoxyglucose positrone mission tomography) μπορεί να διαχωρίσει τις λοιμώξεις από τις εκφυλιστικές αλλοιώσεις, ακόμα και όταν η MRI είναι αμφίβολη, αν και έχει μικρή ειδικότητα για τα νεοπλάσματα [Schmitz A et al, 2001].

ΑΞΟΝΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ

Η αξονική τομογραφία (CT) αποσαφηνίζει καλύτερα τις οστικές ανωμαλίες, όπως η πρώιμη καταστροφή των τελικών πλακών (πριν γίνει ορατή στην απλή ακτινογραφία), αποσπασθείσα δισκοκήλη ή σχηματισμός involucraκαι παθολογικές ασβεστώσεις ενδεικτικές ΤΒ [Jevtic V, 2004]. 

Η CT είναι κατώτερη της MRIστην απεικόνιση του νευρικού ιστού και των αποστημάτων. Οι δισκικές αλλοιώσεις απεικονίζονται ως υπόπυκνες περιοχές. Η CT σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για την ακτινολογική καθοδήγηση της σπονδυλικής βιοψίας.

ΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ

Η MRI θεωρείται η μέθοδος εκλογής για την απεικονιστική διάγνωση της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας. Εχει ευαισθησία 96%, ειδικότητα, 93% και ακρίβεια, 94% [Modic MT et al, 1985]. 

Χαρακτηριστικά ευρήματα σε περιπτώσεις λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας :

  • Ελάττωση της έντασης του σήματος από τους μεσοσπονδύλιους δίσκους και τα γειτονικά σπονδυλικά σώματα στις ακολουθίες Τ1  προσανατολισμού
  • Αύξηση της έντασης του σήματος στις ακολουθίες Τ2 προσανατολισμού (οφειλόμενη στο οίδημα) και
  • Απώλεια της σαφήνειας της τελικής πλάκας στις ακολουθίες Τ1 προσανατολισμού

Η ενίσχυση των δίσκων, της σπονδυλικής στήλης και των πέριξ μαλακών ιστών με γαδολίνιο βελτιώνει την ακρίβεια της MRI, ιδιαίτερα σε πρώιμες λοιμώξεις, όταν άλλες αλλοιώσεις είναι ελάχιστες, και βοηθά στη διάκριση των λοιμωδών εξεργασιών από εκφυλιστικές αλλοιώσεις (ανωμαλίες Modic τύπου 1) ή νεοπλάσματα [Sharif HS, 1992]. 

Ευρήματα στην φυματιώδη σπονδυλοδισκίτιδα

Η φυματιώδης σπονδυλίτιδα φείδεται των μεσοσπονδυλίων δίσκων (γεγονός που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση με νεοπλάσματα) και χαρακτηρίζεται από μεγάλα παρασπονδυλικά αποστήματα, αλλοιώσεις των οπίσθιων σπονδυλικών στοιχείων, μηνιγγική ενίσχυση και προσβολή πολλαπλών μη συνεχόμενων επιπέδων με μεγαλύτερη οστική καταστροφή των σπονδύλων.  

ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Η διάγνωση της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας βασίζεται στις κλινικές εκδηλώσεις και τα εργαστηριακά και ακτινολογικά ευρήματα. Πάντως, συχνά καθυστερεί ή διαλάθει της προσοχής λόγω της σπανιότητας και της αθόρυβης έναρξης της νόσου και της μεγάλης συχνότητας της οσφυαλγίας στον γενικό πληθυσμό.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Συντηρητική θεραπεία

  • Ακινητοποίηση
  • Αντιμικροβιακή θεραπεία
  • Φυσιοθεραπεία

Ακινητοποίηση

Εάν ο πόνος είναι έντονος ή υπάρχει κίνδυνος σπονδυλικής αστάθειας

Αντιμικροβιακή θεραπεία

Η αντιμικροβιακή θεραπεία διαρκεί 6-15 εβδομάδες. Κριτήρια για την διακοπή της είναι η βελτίωση ή ύφεση των συμπτωμάτων και η φυσιολογικοποίηση της ΤΚΕ ή της CRP.

Τα αντιβιοτικά πρέπει να καλύπτουν τον χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο και τους Gram αρνητικούς μικρο-οργανισμούς.

Νέοι αντισταφυλοκοκκοί  παράγοντες

Λινεζολίδη

Εχει καλή διείσδυση στα οστά και εξαίρετη peros βιοδιαθεσιμότητα.

Tigecycline

Εχει χρησιμοποιηθεί σε ένα πειραματικό μοντέλο οστεομυελίτιδας των μακρών οστών [Yin LY et al, 2005]. 

Χειρουργική θεραπεία

Ενδείξεις χειρουργικής παρέμβασης :

  • Συμπίεση νευρικών στοιχείων
  • Σπονδυλική αστάθεια λόγω εκτεταμένης οστικής καταστροφής
  • Σοβαρή κύφωση ή
  • Αποτυχία της συντηρητικης θεραπείας

Άλλες πιθανές ενδείξεις

  • Ανθεκτικός πόνος  
  • Επισκληρίδιο απόστημα (ακόμα και με την απουσία νευρολογικών διαταραχών)

Σε περιπτώσεις παρασπονδυλικούκαι ενδοδισκικού αποστήματος μπορεί να γίνει εναλλακτικά ακτινολογικά καθοδηγούμενη διαδερμική παροχέτευση [Staatz G et al, 1998]. 

Η συμπίεση του νωτιαίου μυελού απαιτεί επείγουσα χειρουργική παρέμβαση. Η έκβαση είναι δυσμενέστερη εάν η παράλυση χρονολογείται από 24-36 ωρών, οπότε η χειρουργική επέμβαση μπορεί να αποδειχθεί ανώφελη [Darouiche RO, 2006]. Πάντως, μερικοί ερευνητές έχουν αναφέρει βελτίωση των νευρολογικών διαταραχών μετά από αποσυμπίεση ακόμα και σε ασθενείς με μακροχρόνια εγκατεστημένη παράλυση [Eismont FJ et al, 1983;  Liebergall M et al, 1991].

ΕΚΒΑΣΗ

Η θνητότητα της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας κυμαίνεται από 0-11%. Η πρώιμη θνητότητα σχετίζεται με μη ελεγχόμενη σηψαιμία.  Η χειρότερη επιπλοκή είναι η αναπηρία οφειλόμενη σε υπολειμματικές νευρολογικές διαταραχές ή σοβαρό πόνο, που παρατηρούνται στο 1/3 των ασθενών [Colmenero JD et al, 1997; McHenry MC et al, 2002]. 

Υποτροπή της σπονδυλικής λοίμωξης μπορεί να παρατηρηθεί ακόμα και πολλά χρόνια μετά την αρχική λοίμωξη. Η σκέψη της πρέπει να μπαίνει σε κάθε ασθενή που παρουσιάζεται με υποτροπιάζοντα πόνο, ανεξήγητο πυρετό, βακτηριαιμία, απώλεια βάρους ή αύξηση της ΤΚΕ. Η νεανική σπονδυλοδισκίτιδα έχει εξαίρετη πρόγνωση.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η σπονδυλοδισκίτιδα χαρακτηρίζεται από φλεγμονώδη σπονδυλικό πόνο, είτε συνδεόμενο είτε και όχι με πυρετό. Σύμφωνα με σποραδικές μελέτες, η συχνότητά της ανέρχεται σε 2.4/100.000 άτομα.

Νοσήματα συνδεόμενα με σπονδυλοδισκίτιδα

Η σπονδυλοδισκίτιδα μπορεί να είναι μεμονωμένη, αλλά συνήθως συνδέεται με άλλες νοσολογικές καταστάσεις, όπως λοιμώξεις, κακοήθη νοσήματα, κολλαγονικά νοσήματα και άλλες παθήσεις συνοδευόμενες από εξασθενημένη ανοσία.

Ακόμα, σε πολλές περιπτώσεις παρουσιάζεται ως επιπλοκή σηψαιμίας, ουρολοιμώξεων, λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος (ιδιαίτερα των πνευμόνων και πνευμονικής ασπεργίλλωσης), νοσημάτων του γαστρεντερικού σωλήνα και της πυέλου, ακόμα και μετά από αμυγδαλεκτομή, ενώ συχνά είναι επιπλοκή αποστήματος του ψοΐτη ή επισκληρίδιου αποστήματος.

Η τάση για την ανάπτυξη σπονδυλοδισκίτιδας σχετίζεται με νοσήματα συνδεόμενα με το ανοσιακό σύστημα, όπως ηπατική κίρρωση, μετά από μεταμόσχευση ήπατος, λέμφωμα Hodgkin και ελκώδης κολίτιδα θεραπευόμενη με γλυκοκορτικοειδή.

Αιτιολογία

Ο κύριος αιτιοπαθογόνος μικρο-οργανισμός της λοιμώδους σπονδυλοδισκίτιδας είναι ο σταφυλόκοκκος, ευθυνόμενος για 50% των περιπτώσεων μη φυματιώδους σπονδυλοδισκίτιδας.

Ασηπτη σπονδυλοδισκίτιδα

Η άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα ή ψευδοδισκίτιδα είναι μία οντότητα, η οποία συμπεριφέρεται κλινικά και ακτινολογικά ως λοιμώδης σπονδυλοδισκίτιδα, αλλά δεν έχει λοιμώδη αιτιολογία, δηλ. δεν οφείλεται σε λοίμωξη.

Αν και ασυνήθιστη, η άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα πρέπει να μπαίνει στη σκέψη όταν η αιτιολογική αναζήτηση για πιθανή λοιμώδη σπονδυλοδισκίτιδα αποδειχθεί άκαρπη.

Κλινικά, η άσηπτη σπονδυλοδισκίτιδα χαρακτηρίζεται από φλεγμονώδη σπονδυλικό πόνο, ο οποίος μπορεί να συνοδεύεται από πυρετό, λευκοκυττάρωση και αύξηση των δεικτών οξείας φάσης (ΤΚΕ ή/και CRP), και ακτινολογικά από στένωση του μεσάρθριου διαστήματος και ανωμαλίες των σπονδυλικών πλακών.

Διάγνωση

Η διάγνωση της σπονδυλοδισκίτιδας γίνεται με την αξονική ή μαγνητική τομογραφία, τις καλλιέργειες το αίματος και την βιοψία μεσοσπονδυλίου δίσκου – σπονδύλου.

Εάν η κλινική εικόνα είναι άτυπη, η διάγνωση μπορεί να βοηθηθεί από τα σωματοαισθητικά προκλητά δυναμικά, τις απλές ακτινογραφίες της σπονδυλικής στήλης και ενίοτε το σπινθηρογράφημα των οστών

Εάν χρειάζεται, η διαγνωστική προσέγγιση μπορεί να συμπληρωθεί με PET/CT. Σε περιπτώσεις ύποπτες για φυματίωση ή άλλα αίτια σπονδυλοδισκίτιδας που μπορεί να διαγνωσθούν με μοριακές τεχνικές, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος PCR.

Θεραπεία

Τυχαιοποιημένες μελέτες χρειάζονται για να εκτιμηθεί η ιδανική διάρκεια της θεραπείας, η οδός χορήγησης και ο ρόλος της συνδυασμένης θεραπείας και των νεότερων παραγόντων.

Οι χειρουργικές επεμβάσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανακούφιση από τον πόνο, την διόρθωση των παραμορφώσεων και των νευρικών ανωμαλιών και την αποκατάσταση της λειτουργικότητας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η σπονδυλοδισκίτιδα, αν και είναι σπάνια, η συχνότητά της προοδευτικά αυξάνεται, λόγω του αυξανόμενου επιρρεπούς πληθυσμού και της διαθεσιμότητας περισσότερο αποτελεσματικών διαγνωστικών μεθόδων.

Η διάγνωσή της είναι δύσκολη και συχνά διαλάθει της προσοχής, λόγω της σπανιότητας της νόσου και της μεγάλης συχνότητας της οσφυαλγίας στο γενικό πληθυσμό.

Η σκέψη της πρέπει να μπαίνει σε κάθε ασθενή που παρουσιάζεται με πόνο στην σπονδυλική στήλη, με/ή χωρίς πυρετό, και να διερευνάται άμεσα με τις απαραίτητες απεικονιστικές μεθόδους, ακόμα και με βιοψία, ώστε να βελτιωθεί η μακροπρόθεσμη έκβαση.



Who is who

Θέματα

Συλλογή Φωτογραφιών

Τι είναι ο ρευματολόγος

Βότανα-Φυσικές ουσίες