Πιροξικάμη
Οι οξικάμες είναι ομάδα δομικά στενά σχετιζόμενων μεταξύ τους ΜΣΑΦ με αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Έχουν ελαφρώς οξειδωτικό χαρακτήρα και συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με τις πρωτείνες του πλάσματος. Τα μέλη της ομάδας των οξικαμών δεν είναι καρβοξυλικά οξέα, αλλά οξειδωτικά λόγω της περιεκτικότητάς τους σε ενολικά 4-υδροξυ-υποκατάστατα. Στις οξικάμες ανήκει και η πιροξικάμη. Η αμπιροξικάμη (ampiroxicam), η ντροξικάμη (droxicam) και η πιβοξικάμη (pivoxicam) είναι προφάρμακα της πιροξικάμης.
Η πιροξικάμη έχει αποτελεσματικότητα παρόμοια ή καλύτερη με πολλά άλλα ΜΣΑΦ και το πλεονέκτημα ότι χορηγείται μία μόνο φορά μόνο την ημέρα. Το περίγραμμα της ασφάλειάς της είναι τυπικό ενός αναστολέα των προσταγλανδινών, με χαμηλή σχετικά συχνότητα επιπλοκών που επιβάλλουν διακοπή της θεραπείας.
16.5.5.1 ΧΗΜΕΙΑ
Πιροξικάμη (Piroxicam)
- Χημικό όνομα : 4-Hydroxy-2-methyl-N-2-pyridinyl-2H-1,2-benzothiazine-3-carboxamide-1,1-dioxide
- Μοριακός τύπος : C15H13N3O4S
ΕΙΚΟΝΑ 53 : Συντακτικός τύπος πιροξικάμης
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ : Η πιροξικάμη είναι υπόλευκη έως ελαφρώς καφεοειδής ή κίτρινη, άοσμη, κρυσταλλική σκόνη. Είναι πολυμορφική και σχηματίζει μονοϋδρικό άλας κίτρινου χρώματος. Έχει ασθενές όξινο 4-υδροξυ-πρωτόνιο (pKa 5.1) και βασικό πυριδυλ-άζωτο (pKa 1.8) και μοριακό βάρος 331.35. Είναι πολύ ελαφρά διαλυτή στο ύδωρ, σε αραιωμένα οξέα και στους περισσότερους οργανικούς διαλύτες και ελαφρά διαλυτή στο οινόπνευμα και τα υδατικά αλκαλικά διαλύματα.
16.5.5.2 ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ
Στα ζώα, η πιροξικάμη έχει αντιπυρετικές, αναλγητικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, ανεξάρτητα από την αιτιολογία της φλεγμονής. Ο μηχανισμός δράσης της δεν έχει πλήρως διευκρινισθεί, αν και αποδίδεται σε αναστολή της βιοσύνθεσης των προσταγλανδινών.
Η πιροξικάμη είναι ένα από τα ισχυρότερα ΜΣΑΦ σε ζωικά μοντέλα φλεγμονής και πόνου. Στα μοντέλα αυτά αναστέλλει την σύνθεση των προσταγλανδινών ισχυρότερα απ’ όλα τα ΜΣΑΦ και είναι πιθανώς ο μοναδικός αναστρέψιμος αναστολέας της κυκλοξυγενάσης. Γι’ αυτό και ίσως αναστέλλει την σύνθεση των προσταγλανδινών σε ανθρώπινους γαστρικούς ιστούς πολύ λιγότερο από την ινδομεθακίνη, την ναπροξένη και την ιμπουπροφαίνη, in vitro, δεδομένου ότι το απελευθερούμενο αραχιδονικό οξύ αντιστρέφει την αναστολή της κυκλοξυγενάσης την προκαλούμενη από την πιροξικάμη. Αντίθετα, χορηγούμενη σε ποντικούς εφάπαξ σε δόση 1 mg/kg per os, μειώνει σημαντικά τις συγκεντρώσεις των PGΕ2 στον γαστρικό βλεννογόνο, ένδειξη ότι έχει δυνητική ανασταλτική δράση στην in vivo σύνθεση των PGΕ2, η οποία και ευθύνεται κυρίως για τις ελκογόνες της ιδιότητες.
Αντιφλεγμονώδης δράση :
- Αναστέλλει εκλεκτικά την κυκλοξυγενάση, την φωσφολιπάση, την θρομβοξάνη, την συνθετάση της προστακυκλίνης και τα βήματα της λιποξυγενάσης, in vitro. Σε δόσεις που αναστέλλουν την δράση της κυκλοξυγενάσης διεγείρει την δράση της λιποξυγενάσης (Myers RF and Siegel MI, 1983).
- Αναστέλλει την σύνθεση των προσταγλανδινών στη μήτρα, οι οποίες εκκρίνονται φυσιολογικά σε αυξημένα ποσά πριν από τον τοκετό.
- Kαταστέλλει την παραγωγή εξιδρώματος, την μετανάστευση των λευκών αιμοσφαιρίων και την απελευθέρωση λυσοσωμικών ενζύμων, στο εξίδρωμα μοντέλων αλλεργικής φλεγμονής.
- Αναστέλλει την χημειοταξία, την φαγοκυττάρωση, την συγκόλληση των αιμοπεταλίων και την απελευθέρωση των λυσοσωμικών ενζύμων (Scheinberg MA et al, 1983).
- Αναστέλλει την διόγκωση και βελτιώνει την λειτουργία των φλεγμαινουσών αρθρώσεων σε μοντέλα αρθρίτιδας από αντιγόνα. Η δράση της σε μοντέλα αλλεργικής φλεγμονής σε ποντικούς και σε αρθρίτιδα από αντιγόνα είναι δοσοεξαρτώμενη. Και στα δύο μοντέλα, η πιροξικάμη υπερέχει της ινδομεθακίνης.
- Εξαφανίζει τα επίπεδα των PGE2 και μειώνει τα επίπεδα των PGF2a κατά 50%, σε ασθενείς με ΡΑ (Strusberg A et al, 1983).
- Διεγείρει τις ανοσιακές λειτουργίες που απαιτούν λεμφοϋπερπλασία καταστέλλοντας τον σχηματισμό της PGE2, που είναι φυσιολογικός αναστολέας (Haynes DR et al, 1990)
- Δυνητικοποιεί τις εκκριτικές αποκρίσεις τις επαγόμενες από την ισταμίνη στον γαστρικό βλεννογόνο, πιθανώς αναστέλλοντας τον σχηματισμό αντιεκκριτικών προσταγλανδινών (Reeves JJ and Stables R, 1985).
- Αναστέλλει την παραγωγή υπεροξειδίου από πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια και μακροφάγα, in vitro και in vivo. Σε ασθενείς με ΡΑ, η παραγωγή του υπεροξειδίου από τα λευκά αιμοσφαίρια του περιφερικού αίματος και του αρθρικού υγρού μειώνεται κατά 30% (Biemond P et al, 1990). Παρόμοια ανασταλτική δράση έχει (όπως και άλλα ΜΣΑΦ) σε ουδετερόφιλα ασθενών μετά από διέγερσή τους, ex vivo.
- Τροποποιεί την σχέση Τ-βοηθητικών/κατασταλτικά λεμφοκύτταρα και την παραγωγή της IL-1 από διεγερμένα μονοκύτταρα (Herman et al, 1984) και υμενικούς ιστούς
- Καταστέλλει σε σημαντικό βαθμό τα επίπεδα του IgM RF στον ορό, σε αντίθεση με άλλα ΜΣΑΦ
- Αυξάνει τα επίπεδα των IL-2, καταστέλλει την IL-1, την IL-6, τον TNF-α και την IFN-γ (Rosenstein ED et al, 1994).
- Mειώνει την παραγωγή υπεροξειδίου από το αρθρικό υγρό και τα πολυμορφοπύρηνα του αίματος.
Αντιπυρετική δράση : Καταστέλλει τον πυρετό τον προκαλούμενο από ενδομυϊκή ένεση λιποπολυσακχαρίδης από Escherichia coli, σε ποντικούς.
Άλλες δράσεις :
- Αναστέλλει την σύνθεση της θρομβοξάνης στα αιμοπετάλια και επομένως την δευτερογενή φάση της συγκόλλησης των αιμοπεταλίων. Η δράση αυτή μπορεί να συμβάλλει στην αποτελεσματικότητά της
- Έχει πολύ ήπια δράση στο ΚΝΣ
- Δεν επηρεάζει την νατριούρηση και την καλιούρηση σε υγιή άτομα, αλλά αναστέλλει μερικά την νατριούρηση την προκαλούμενη από φουροσεμίδη. Σε υπερτασικούς ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης <60 ml/min-1 μειώνει σημαντικά την 24ωρη νατριούρηση και την καλιούρηση (Lin MS, 1990).
- Δεν μεταβάλλει σημαντικά την αρτηριακή πίεση ή τον καρδιακό ρυθμό και δεν τροποποιεί τις αποκρίσεις της πίεσης σε εξωγενείς ή ενδογενείς κατεχολαμίνες, χορηγούμενη ενδοφλέβια σε πειραματόζωα.
16.5.5.3 ΤΟΞΙΚΟΛΟΓΙΑ
Η LD50 της πιροξικάμης σε τρωκτικά είναι 200-300 mg/kg, ενώ στους σκύλους, >700 mg/ kg. Σε ποντικούς, αρουραίους, σκύλους και πιθήκους, η πιροξικάμη προκαλεί συνήθως νεφρική θηλοειδή νέκρωση και γαστρεντερικές αλλοιώσεις.
Μεταλλαξιογόνος/καρκινογόνος/τερατογόνος δράση : Η πιροξικάμη είναι ατοξική, δεν βλάπτει την αναπαραγωγή και δεν συνδέεται με μετάλλαξη ή καρκινογένεση στα ζώα. Πάντως, σε αρουραίους μπορεί να παρατείνει την κύηση και τον τοκετό και να αυξήσει την εμβρυϊκή θνησιμότητα.
Δράση στο γαστρεντερικό (γαστροτοξικότητα) : Η πιροξικάμη έχει μικρότερη ελκογόνο δράση από την ινδομεθακίνη, στους αρουραίους. Στον άνθρωπο, συνδέεται με τον μεγαλύτερο κίνδυνο γαστρεντερικών επιπλοκών (έλκος, γαστρεντερική αιμορραγία, διάτρηση έλκους) απ΄όλα τα ΜΣΑΦ (odds ratio 4.8), ενώ η ιμπουπροφαίνη, με τον μικρότερο (odds ratio 0.7) (Rossi AC et al, 1987; Henry D et al, 1993).
Κατ’ άλλους, η γαστροτοξικότητα της πιροξικάμης δεν διαφέρει σημαντικά των άλλων ΜΣΑΦ (Giercksky KE, 1986) και είναι μικρότερη της τενοξικάμης (Bonardelli P et al, 1990) και ισοδύναμη (Warrington S, 1993) ή μικρότερη (Santucci L et al, 1992) της ινδομεθακίνης.
16.5.5.4 ΦΑΡΜΑΚΟΚΙΝΗΤΙΚΗ
Η πιροξικάμη, μετά την per os ή το ορθό χορήγησή της, απορροφάται αμέσως. Σε δόσεις 10 και 20 mg, οι συγκεντρώσεις του φαρμάκου στο πλάσμα είναι αναλογικές, φθάνουν σε μέγιστες συγκεντρώσεις μετά από 3-5 ώρες και στη συνέχεια μειώνονται, με μέσο t(1/2) 50 ώρες (εύρος 30-86 ώρες, αν και έχουν καταμετρηθεί τιμές πέραν των ορίων αυτών).
Ο μακρός t(1/2) της πιροξικάμης οδηγεί σε διατήρηση σχετικά σταθερών συγκεντρώσεων στο πλάσμα σ΄όλη την διάρκεια της ημέρας σε εφάπαξ ημερήσιες δόσεις και σε σημαντική άθροιση του φαρμάκου, μετά από την χορήγηση πολλαπλών δόσεων.
Μία απλή δόση 20 mg πιροξικάμης γενικά οδηγεί σε μέγιστες συγκεντρώσεις 1.5-2 mcg/ml, ενώ οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα, μετά από επανειλημμένη χορήγηση 20 mg ημερησίως, συνήθως σταθεροποιούνται σε 3-8 mcg/ml. Στους περισσότερους ασθενείς, τα επίπεδα σταθερής κατάστασης επιτυγχάνονται μετά από 7-12 ημέρες. Υψηλότερα επίπεδα, τα οποία φθάνουν σε σταθερή κατάσταση μετά από 2-3 εβδομάδες, έχουν παρατηρηθεί σε ασθενείς με μεγαλύτερο t(1/2) πιροξικάμης στο πλάσμα.
Μετά από την χορήγηση μιας εφάπαξ δόσης 40 mg πιροξικάμης καθημερινά επί 2 ημέρες, την 2η ημέρα οι συγκεντρώσεις του φαρμάκου στο πλάσμα φθάνουν το 75% της σταθερής κατάστασης. Παράλειψη της δόσης μιαν ημέρα μετά από 7 ημέρες συνεχούς χορήγησης του φαρμάκου οδηγεί σε ελάχιστη μείωση των συγκεντρώσεών του στο πλάσμα.
Σε υγιή άτομα, μετά από την χορήγηση μιας απλής δόσης, η πιροξικάμη έχει γραμμική φαρμακοκινητική και οι μέγιστες συγκεντρώσεις της στο πλάσμα επιτυγχάνονται συνήθως μετά από 2 ώρες, αν και σε ορισμένα άτομα ποικίλλουν από 1-6 ώρες. Η καμπύλη συγκέντρωσης της πιροξικάμης στο πλάσμα έχει περισσότερες της μιας αιχμές (Hobbs DC, 1983), ένδειξη ότι η πιροξικάμη συμμετέχει στον εντεροηπατικό κύκλο.
Οι τροφές και τα αντιόξινα δεν επηρεάζουν σημαντικά την απορρόφηση ή την σταθερή κατάσταση φαρμακοκινητικής της πιροξικάμης (Hobbs DC and Twomey TM, 1979; Tilstone MJ et al, 1981; Hobbs DC, 1983).
Η φαρμακοκινητική της πιροξικάμης σε παιδιά ηλικίας 5-16 ετών δεν διαφέρει από τους ενήλικες. Ο t(1/2) της πιροξικάμης στο πλάσμα στον άνθρωπο είναι περίπου 6-10 φορές μεγαλύτερος απ’ ό, τι σε τρωκτικά, πιθανώς λόγω του μικρού βαθμού κάθαρσης του φαρμάκου, η οποία μπορεί να σχετίζεται με την ισχυρή πρωτεϊνική του σύνδεση. Σε φυσιολογικά άτομα, η πιροξικάμη παρατείνει τον t(1/2) και μειώνει την μεταβολική κάθαρση της αντιπυρίνης (Battellino LJ et al, 1990).
Στον άνθρωπο, ο μέσος t(1/2) της πιροξικάμης στο πλάσμα ανέρχεται σε 37.5 ± 2.84 ώρες (Ishizaki T et al, 1979) και είναι ανεξάρτητος από την δόση του φαρμάκου. Σε υγιή άτομα, κυμαίνεται σε 14-158 ώρες (Hobbs DC and Twomey TM, 1979). Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια μειώνεται, πιθανώς λόγω αύξησης του φαινόμενου όγκου κατανομής, ενώ σε ηλικιωμένους ασθενείς με ΡΑ ανέρχεται σε 70-75 ώρες (Woolf AD et al, 1983).
Τα επίπεδα σταθερής κατάστασης της 5-υδροξυπιροξικάμης προσεγγίζουν το 20-25% των επιπέδων σταθερής κατάστασης της πιροξικάμης. Η πιροξικάμη έχει πολύ χαμηλή ολική σωματική κάθαρση (2-3 ml/min), γι’ αυτό και έχει t(1/2) στο πλάσμα περίπου 2 ημέρες και μπορεί να χορηγηθεί σε μία δόση.
Στον άνθρωπο, ο φαινόμενος όγκος κατανομής της πιροξικάμης ανέρχεται περίπου σε 0.14 L/kg (Ishizaki T et al, 1979). Στους ηλικιωμένους, ο όγκος κατανομής της πιροξικάμης είναι μεγαλύτερος απ΄ό,τι στους νεότερους, πιθανώς λόγω ελάττωσης της πρωτεϊνικής σύνδεσης του φαρμάκου. Ο όγκος κατανομής της πιροξικάμης δεν διαφέρει σε υγιή άτομα, αλλά, σε ηλικιωμένες γυναίκες, η πιροξικάμη έχει μειωμένη σωματική κάθαρση, αυξημένες συγκεντρώσεις σταθερής κατάστασης στο πλάσμα και μεγαλύτερο t(1/2), συγκριτικά με νεότερες (Richardson CJ et al, 1985).
Σε συγκεντρώσεις 5-30 μg/ml, η πιροξικάμη συνδέεται με τις πρωτείνες του πλάσματος σε ποσοστό >99%. Σε ασθενείς με ΡΑ, ΟΑ και αντιδραστική αρθρίτιδα, η πιροξικάμη εισέρχεται ταχέως στο αρθρικό υγρό, όπου φθάνει στο 40% περίπου των επιπέδων της στο πλάσμα, όπως και στους υμενικούς ιστούς.
Στο μητρικό γάλα, η πιροξικάμη φθάνει το 1-3% των συγκεντρώσεων του πλάσματος της μητέρας, ενώ στο νεογνό, περίπου 3.5%, κατά μέσον όρο, της σχετιζόμενης με το βάρος μητρικής δόσης της πιροξικάμης (Ostensen M et al, 1988).
Οι συγκεντρώσεις της πιροξικάμης στο πλάσμα αυξάνονται σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία, αλλά δεν επηρεάζονται σημαντικά από την ταυτόχρονη χορήγηση ασπιρίνης ή αντιόξινων.
ΕΙΚΟΝΑ 54 : Μεταβολισμός πιροξικάμης
Το 10% περίπου μιας απλής δόσης πιροξικάμης per os αποβάλλεται αναλλοίωτο από τα ούρα εντός 10 ημερών από της χορήγησής της. Η νεφρική κάθαρση της πιροξικάμης προσεγγίζει το 10% της κάθαρσής της στο πλάσμα.
Σε σταθερή κατάσταση, το 75% περίπου μιας δόσης πιροξικάμης αποβάλλεται σε ίση σχεδόν αναλογία από τα ούρα και τα κόπρανα σαν 5-υδροξυπιροξικάμη και το γλυκουρονιδικό της σύμπλοκο. Σε πειραματόζωα, ο μεταβολίτης αυτός έχει ήπια ή καμιά αντιφλεγμονώδη δράση, ενώ σε ιστικά παρασκευάσματα δεν αναστέλλει την σύνθεση των προσταγλανδινών.
Η πιροξικάμη μεταβολίζεται στο ήπαρ με υδροξυλίωση στη θέση 5 της πιριδυλ-πλευρικής αλύσου και σύνδεση του προϊόντος, και διαδοχικές αντιδράσεις που περιλαμβάνουν υδρόλυση της σύνδεσης με το αμίδιο, αποκαρβοξυλίωση, συρρίκνωση του δακτυλίου και Ν-απομεθυλίωση. Ο κυριότερος μεταβολίτης της πιροξικάμης (ΙΙΙ) αποβάλλεται αναλλοίωτος ή σαν σύμπλοκο με γλυκουρονίδη. Οι μεταβολίτες αναστέλλουν την σύνθεση των προσταγλανδινών πολύ λιγότερο από την μητρική ένωση (Lombardino JG, 1981). Η πιροξικάμη και τα προϊόντα της βιομετατροπής της αποβάλλονται από τα ούρα και τα κόπρανα. Λιγότερο από 5% της καθημερινής δόσης απεκκρίνεται αναλλοίωτο.
16.5.5.5 ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΣΜΑ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ -ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ
Η αύξηση των επιπέδων της πιροξικάμης στο πλάσμα συνοδεύεται από αντίστοιχη βελτίωση του αναλγητικού αποτελέσματος. Σε ασθενείς θεραπευόμενους με 20 mg πιροξικάμης ημερησίως, αύξηση των επιπέδων της πιροξικάμης >6.7 μg/ml συνοδεύεται από ελάττωση του πόνου >50%. Πάντως, οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα δεν σχετίζονται αναγκαστικά με την αποτελεσματικότητα ή την τοξικότητα της πιροξικάμης.
Σε ασθενείς με χρόνια πολυαρθρίτιδα, οι συγκεντρώσεις της πιροξικάμης στο πλάσμα μπορεί να σχετίζονται με τον πόνο και την διάρκεια της πρωϊνής δυσκαμψίας.
16.5.5.6 ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
16.5.5.6.1 ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Αμινογλυκοσίδες
Αλληλεπιδράσεις : Στα πρόωρα νεογνά, η πιροξικάμη, όπως και άλλα ΜΣΑΦ, μπορεί να αυξήσει τις συγκεντρώσεις των αμινογλυκοσιδών στο πλάσμα.
Μηχανισμός : Η πιροξικάμη μειώνει την σπειραματική διήθηση των αμινογλυκοσιδών.
Συστάσεις : Οι αμινογλυκοσίδες πρέπει να χορηγούνται σε μικρότερη δόση πριν από την έναρξη της θεραπείας με πιροξικάμη και η δόση τους να τροποποιείται ανάλογα με τα επίπεδά τους στον ορό και την νεφρική λειτουργία.
Αντιπηκτικά
Αλληλεπιδράσεις : Η πιροξικάμη μπορεί να επηρεάσει την λειτουργία των αιμοπεταλίων και να αυξήσει την υποπροθρομβιναιμική δράση των per os χορηγούμενων αντιπηκτικών.
Μηχανισμός : Είναι άγνωστος.
Συστάσεις :
- Οι ασθενείς που θεραπεύονται με αντιπηκτικά per os πρέπει να παρακολουθούνται με προσοχή όταν αρχίζουν θεραπεία με πιροξικάμη
- Οι ασθενείς που παίρνουν κουμαρινικού τύπου αντιπηκτικά ή άλλα ισχυρά συνδεόμενα με τις πρωτείνες φάρμακα μπορεί να χρειασθούν τροποποίηση της δόσης όταν αρχίζουν ή διακόπτουν την θεραπεία με πιροξικάμη.
Ασπιρίνη
Αλληλεπιδράσεις : Η ασπιρίνη, σε δόση 3.9 gr/24ωρο, μπορεί να μειώσει τις συγκεντρώσεις της πιροξικάμης στο πλάσμα περίπου κατά 80% (Hobbs DC and Twomey TM, 1979).
Μηχανισμός : Ο ακριβής μηχανισμός της αλληλεπίδρασης αυτής δεν έχει διευκρινισθεί. Και τα 2 αυτά φάρμακα μπορεί να ανταγωνίζονται στα σημεία σύνδεσής τους με τις πρωτείνες του πλάσματος.
Συστάσεις : Ο συνδυασμός των σαλικυλικών με ασπιρίνη δεν φαίνεται να πλεονεκτεί της θεραπείας με κάθε ένα φάρμακο ξεχωριστά, ενώ μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο των επιπλοκών.
Β-αναστολείς (μετοπρολόλη, ναδολόλη, πενβουτολόλη, πινδολόλη, σοταλόλη, τιμολόλη, εσμολόλη, καρτεολόλη, βισοπρολόλη, βεταξολόλη, ατενολόλη, ασεβουτολόλη, προπρανολόλη)
Αλληλεπιδράσεις : Η πιροξικάμη μπορεί να μειώσει την αντιϋπερτασική δράση των β-αναστολέων.
Μηχανισμός : Η αλληλεπίδραση αυτή οφείλεται πιθανώς σε αναστολή της σύνθεσης των ενδογενών προσταγλανδινών.
Συστάσεις :
- Οι ασθενείς που παίρνουν πιροξικάμη μπορεί να χρειασθούν μεγαλύτερες δόσεις β-αναστολέων
- Εάν ο συνδυασμός της πιροξικάμης με έναν β-αναστολέα είναι απαραίτητος, πρέπει να παρακολουθείται με προσοχή η αρτηριακή πίεση και η αντιστηθαγχική ανταπόκριση του ασθενούς και η δόση του β-αναστολέα να τροποποιείται ανάλογα όταν η πιροξικάμη προστίθεται στη θεραπεία ή διακόπτεται.
- Οι ασθενείς που θεραπεύονται με β-αναστολείς είναι προτιμότερο να αποφεύγουν την πιροξικάμη. Η σουλινδάκη φαίνεται ότι παρεμβαίνει λιγότερο από τα άλλα ΜΣΑΦ στη δράση των β-αναστολέων.
Διουρητικά-αντιϋπερτασικοί παράγοντες
Αλληλεπιδράσεις : Τα ΜΣΑΦ μπορεί να προκαλέσουν κατακράτηση νατρίου, καλίου και ύδατος, και επομένως να επηρεάσουν την αλατοδιουρητική δράση των διουρητικών και την δράση άλλων αντι-υπερτασικών παραγόντων, και να προκαλέσουν ή επιδεινώσουν προϋπάρχουσα καρδιακή ανεπάρκεια.
Συστάσεις : H πιροξικάμη πρέπει να χορηγείται με μεγάλη προσοχή σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια θεραπευόμενους με διουρητικά ή/και αντιϋπερτασικά.
Ενεργός άνθρακας
Αλληλεπιδράσεις : Ο ενεργός άνθρακας αυξάνει την αποβολή της πιροξικάμης.
Επτιφιμπατίδη
Αλληλεπιδράσεις : Η επτιφιμπατίδη αναστέλλει την συγκόλληση των αιμοπεταλίων, γι΄αυτό και πρέπει να συγχορηγείται με προσοχή με άλλα φάρμακα που επηρεάζουν την αιμόσταση (θρομβολυτικά, αντιπηκτικά per os, ΜΣΑΦ, διπυριδαμόλη, τικλοπιδίνη, κλοπιδογρέλη).
Συστάσεις : Η πιροξικάμη δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με επτιφιμπατίδη για να αποφευχθούν δυνητικά αθροιστικές φαρμακολογικές δράσεις.
Κυκλοσπορίνη
Αλληλεπιδράσεις : Η ταυτόχρονη θεραπεία με κυκλοσπορίνη και πιροξικάμη μπορεί να αυξήσει την νεφροτοξικότητα και των 2 αυτών φαρμάκων.
Μηχανισμός : Eίναι άγνωστος.
Συστάσεις :
- Η κυκλοσπορίνη και η πιροξικάμη, εάν χορηγούνται ταυτόχρονα, επιβάλλουν τακτική παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας και να διακόπτονται, εάν χρειάζεται.
- Σε ασθενείς θεραπευόμενους με κυκλοσπορίνη, η προσθήκη πιροξικάμης δικαιολογείται μόνον όταν το αναμενόμενο όφελος υπερβαίνει τον κίνδυνο αύξησης της φαρμακολογικής δράσης και της νεφροτοξικότητας της κυκλοσπορίνης.
Λίθιο
Αλληλεπιδράσεις : Η πιροξικάμη μπορεί να μειώσει την νεφρική κάθαρση, αυξάνοντας επομένως τις αναμενόμενες φαρμακολογικές δράσεις και τις παρενέργειες (ναυτία, έμετοι, διάρροια, πολυουρία, μυική αδυναμία, ανορεξία, τρόμος, συγκεχυμένη ομιλία, ίλιγγος, σύγχυση, λήθαργος, σπασμοί, καταπληξία, κώμα, καρδιαγγειακή ανεπάρκεια, των αλάτων του λιθίου.
Μηχανισμός : Η αλληλεπίδραση αυτή μπορεί να οφείλεται στην παρέμβαση της πιροξικάμης στην παραγωγή των προσταγλανδινών.
Συστάσεις :
- Εάν το λίθιο συγχορηγείται με πιροξικάμη μπορεί να χρειασθεί να μειωθεί η δόση του
- Τα επίπεδα του λιθίου στον ορό πρέπει να παρακολουθούνται και η δόση του να τροποποιείται ανάλογα, όταν η πιροξικάμη προστίθεται στη θεραπεία ή διακόπτεται
- Εάν υπάρχει λόγος θεραπείας με ΜΣΑΦ, είναι προτιμότερο να επιλέγονται άλλα ΜΣΑΦ που επηρεάζουν λιγότερο τις συγκεντρώσεις του λιθίου, όπως η ασπιρίνη και η σουλινδάκη.
Μεθοτρεξάτη
Αλληλεπιδράσεις : Η πιροξικάμη μπορεί να μειώσει την νεφρική κάθαρση ή/και την νεφρική σωληναριακή απέκκριση, και επομένως να αυξήσει τις φαρμακολογικές δράσεις και την τοξικότητα (καταστολή μυελού, ηπατοτοξικότητα, νεφροτοξικότητα, σοβαρή στοματίτιδα, κ.ά.), της μεθοτρεξάτης.
Μηχανισμός : Ο ακριβής μηχανισμός της αλληλεπίδρασης αυτής δεν είναι γνωστός.
Συστάσεις :
- Εάν υπάρχει κλινική υποψία αλληλεπίδρασης της μεθοτρεξάτης με την πιροξικάμη, μπορεί να χρειασθεί ελάττωση της δόσης της μεθοτρεξάτης ή αύξηση της δόσης διαφυγής της λευκοβορίνης.
- Τα επίπεδα της μεθοτρεξάτης πρέπει να παρακολουθούνται σε ασθενείς θεραπευόμενους ταυτόχρονα με πιροξικάμη, ώστε να γίνονται οι κατάλληλες τροποποιήσεις της δόσης
Προβενεσίδη
Αλληλεπιδράσεις : Η προβενεσίδη μπορεί να αναστείλει τον ηπατικό μεταβολισμό, και επομένως να αυξήσει τις φαρμακολογικές και τοξικές δράσεις, της πιροξικάμης.
Συστάσεις :
- Αν και δεν χρειάζεται ιδιαίτερη αντιμετώπιση, η δυνητική αυτή αλληλεπίδραση επιβάλλει προσοχή.
- Εάν εμφανισθούν επιπλοκές από την πιροξικάμη η δόση της πρέπει να τροποποιείται ανάλογα.
Ριτοναβίρη
Αλληλεπιδράσεις : Η ταυτόχρονη χορήγηση της πιροξικάμης με ριτοναβίρη μπορεί να αυξήσει σημαντικά τις συγκεντρώσεις στον ορό, και επομένως τις σοβαρές επιπλοκές, της πιροξικάμης.
Μηχανισμός : Η ριτοναβίρη μπορεί να αναστείλει τον ηπατικό μεταβολισμό της πιροξικάμης.
Συστάσεις : Η ριτοναβίρη δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με πιροξικάμη.
Σιμετιδίνη
Αλληλεπιδράσεις : Η σιμετιδίνη προκαλεί μέτρια παράταση του t(1/2), και επομένως μπορεί να δυνητικοποιήσει την δράση, της πιροξικάμης.
Φουροσεμίδη
Αλληλεπιδράσεις : Η πιροξικάμη μπορεί να αναστείλει την διουρητική, νατριοδιουρητική και αντιϋπερτασική δράση των διουρητικών της αγκύλης.
Μηχανισμός : Η φουροσεμίδη μπορεί να έχει ανταγωνιστική δράση, δεδομένου ότι τα ΜΣΑΦ αναστέλλουν την σύνθεση των προσταγλανδινών, μειώνοντας επομένως την απέκκριση νατρίου και ύδατος.
Συστάσεις :
- Η ανταπόκριση του ασθενούς στη φουροσεμίδη πρέπει να παρακολουθείται και να τροποποιείται η δόση της ανάλογα όταν η πιροξικάμη προστίθεται στη θεραπεία ή διακόπτεται
- Εάν η αλληλεπίδραση αυτή δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί, μπορεί να χορηγηθεί ένα άλλο ΜΣΑΦ στη θέση της πιροξικάμης.
Χολεστυραμίνη
Αλληλεπιδράσεις : Η χολεστυραμίνη μπορεί να μειώσει τις αναμενόμενες φαρμακολογικές δράσεις και να αυξήσει την κάθαρση της πιροξικάμης στο πλάσμα.
Συστάσεις :
- Αν και δεν χρειάζονται ιδιαίτερες προφυλάξεις, ο κλινικός γιατρός πρέπει να έχει υπόψη του την δυνητική αυτή αλληλεπίδραση.
- Εάν υπάρχουν ενδείξεις της αλληλεπίδρασης αυτής, μπορεί να χρειασθεί να αυξηθεί η δόση της πιροξικάμης εάν χορηγείται ταυτόχρονα με χολεστυραμίνη.
- Η πιροξικάμη πρέπει να χορηγείται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση από την χολεστυραμίνη.
16.5.5.6.2 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Στο αίμα :
- Ουρία → αύξηση
- Ht → ελάττωση
- Hb → ελάττωση
16.5.5.6.3 ΑΛΛΕΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
- Η ταυτόχρονη χορήγηση της πιροξικάμης με φάρμακα που περιέχουν κάλιο ενέχει τον κίνδυνο αύξησης των επιπέδων του καλίου στο αίμα
- Η λήψη οινοπνευματωδών ποτών πρέπει να αποφεύγεται στη διάρκεια της θεραπείας με ΜΣΑΦ. Οι ασθενείς που καταναλώνουν οινοπνευματώδη ποτά στη διάρκεια της θεραπείας με πιροξικάμη έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης γαστρικού έλκους ή αιμορραγίας.
- Η πιροξικάμη μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα των ενδομήτριων ιατρικών βοηθημάτων.
16.5.5.7 ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα
- Νεανική ρευματοειδής αρθρίτιδα
- Οστεοαρθρίτιδα
- Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα
- Οξεία ουρική αρθρίτιδα
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
- Οξέα μυοσκελετικά νοσήματα
- Οξεία οσφυαλγία
- Εξωαρθρικός ρευματισμός
- Μετεγχειρητικός πόνος (μετά από ορθοπεδικές χειρουργικές επεμβάσεις, οδοντιατρικές εργασίες και άλλες μικρο-επεμβάσεις)
16.5.5.8 ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
- Ενεργό πεπτικό έλκος
- Γαλουχία
- Αντιπηκτική αγωγή
- Φλεγμονώδεις αλλοιώσεις του ορθού ή του πρωκτού (υπόθετα)
- Υπερευαισθησία στο φάρμακο
- Βρογχόσπασμος, ρινικοί πολύποδες και αγγειοοίδημα από ασπιρίνη ή άλλα ΜΣΑΦ
16.5.5.9 ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
16.5.5.9.1 ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Η πιροξικάμη έχει ταχεία δράση και ανακουφίζει από τον πόνο και βελτιώνει την πρωινή δυσκαμψία, την λειτουργική δραστηριότητα και την ποιότητα του ύπνου περισσότερο από placebo (Weintraub M et al, 1977). Ακόμα, μειώνει την κατακράτηση του 99Tc στο σπινθηρογράφημα των αρθρώσεων (Katona G et al, 1983), την ΤΚΕ και τους τίτλους του IgM RF στον ορό και το αρθρικό υγρό (De Zubiria RC et al, 1983).
Φάρμακα λιγότερο αποτελεσματικά από την πιροξικάμη
- Ινδομεθακίνη (75 mg/24ωρο)
- Κετοπροφαίνη (300 mg/24ωρο)
- Φαινυλοβουταζόνη (400 mg/24ωρο)
- Ιμπουπροφαίνη (600-2.400 mg/24ωρο)
- Ναπροξένη (500 mg/24ωρο)
- Δικλοφενάκη (75 mg/24ωρο)
- Σουλινδάκη (400-800 mg/24ωρο)
Φάρμακα εξίσου αποτελεσματικά με την πιροξικάμη
- Εντεροδιαλυτή ασπιρίνη (3.9-5.2 gr/24ωρο)
- Κετοπροφαίνη SR (200 mg mg/24ωρο)
- Τενιδάπη : Είναι εξίσου αποτελεσματική με τον συνδυασμό της πιροξικάμης με υδροξυχλωροκίνη (Blackburn WD Jr et al, 1995)
- Ετοδολάκη (400 mg/24ωρο) : Είναι εξίσου (Dick WC et al, 1993) ή περισσότερο (Schat-tenkirchner M, 1991) αποτελεσματική από την πιροξικάμη
- Τενοξικάμη : Είναι εξίσου (Simpson J et al, 1989; Atkinson M et al, 1992) ή περισσότερο (O’ Brien K et al, 1989) αποτελεσματική από την πιροξικάμη
Φάρμακα περισσότερο αποτελεσματικά από την πιροξικάμη
- Μελοξικάμη (15 mg/24ωρο)
16.5.5.9.2 ΝΕΑΝΙΚΗ ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Η εμπειρία με την πιροξικάμη είναι περιορισμένη. Συγκριτικά με την ναπροξένη, η πιροξικάμη είναι εξίσου (Williams PL et al, 1986) ή περισσότερο (Garcia-Morteo O et al, 1987) αποτελεσματική και ανεκτή. Σε σύγκριση με την ιμπουπροφαίνη, είναι περισσότερο αποτελεσματική και ανεκτή (Τέμπος Κ και συν., 1992). Η διαλυτή μορφή της επιτρέπει εύκολα μικρές τροποποιήσεις στη δόση και η χορήγησή της μια μόνο φορά την ημέρα είναι ιδιαίτερα ευχάριστη, τόσο στα παιδιά με αρθρίτιδα, όσο και τους γονείς τους.
16.5.5.9.3 ΟΣΤΕΟΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Η πιροξικάμη, σε δόση 20 mg/24ωρο, βελτιώνει τον πόνο, την πρωινή δυσκαμψία, την κινητικότητα των αρθρώσεων και τις φυσικές δραστηριότητες σε ασθενείς με ΟΑ του γόνατος ή/και του ισχίου, περισσότερο από placebo (Heynen G and Dessain P, 1983; Heynen G, 1987). Παρόμοια, σε ασθενείς με ΟΑ των γονάτων, η γέλη πιροξικάμης είναι περισσότερο αποτελεσματική από placebo.
Φάρμακα λιγότερο αποτελεσματικά από την πιροξικάμη
- Ασπιρίνη
- Ναβουμετόνη (1.000 mg/24ωρο) (De Bock GH et al, 1993)
- Σαλικυλική ιμιδαζόλη (750 mg/8ωρο) (Montrone F et al, 1990)
Φάρμακα εξίσου αποτελεσματικά με την πιροξικάμη
- Αδενοσυλμεθειονίνη
- Ασεκλοφενάκη (200 mg/24ωρο)
- Δικλοφενάκη
- Ετοδολάκη (600 mg/24ωρο) : Είναι εξίσου (Freitas GG, 1990) ή περισσότερο (Dick WC et al, 1992) αποτελεσματική από την πιροξικάμη
- Ινδομεθακίνη (75-100 mg/24ωρο)
- Ισοξικάμη
- Νιμεσουλίδη (100 mg/24ωρο)
- Κετοπροφαίνη (100 mg/12ωρο)
- Μελοξικάμη (15 mg/24ωρο) : Είναι εξίσου (Linden B et al, 1996) ή περισσότερο (Ghozlan PR et al, 1996) αποτελεσματική από την πιροξικάμη
- Ναπροξένη : Είναι εξίσου (Alho A et al, 1988) ή λιγότερο αποτελεσματική από την πιροξικάμη
- Σουλινδάκη (400 mg/24ωρο)
- Ντροξικάμη
- Τενοξικάμη : Είναι εξίσου (Lund B et al, 1987) ή περισσότερο (Riedemann PJ et al, 1993) αποτελεσματική από την πιροξικάμη.
Φάρμακα περισσότερο αποτελεσματικά από την πιροξικάμη
- Φλουρμπιπροφαίνη (200 mg/24ωρο)
16.5.5.9.4 ΑΓΚΥΛΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΠΟΝΔΥΛΙΤΙΔΑ
Η πιροξικάμη, σε δόση 10-30 mg/24ωρο, μειώνει τον πόνο και την πρωινή δυσκαμψία και βελτιώνει την έκπτυξη του θώρακα και άλλα αντικειμενικά κριτήρια εκτίμησης μετά από 2-4 εβδομάδες θεραπείας. Η αποτελεσματικότητά της είναι μεγαλύτερη από 75 mg ινδομεθακίνης και ισοδύναμη με 300 mg φαινυλοβουταζόνης ημερησίως.
16.5.5.9.5 ΟΞΕΙΑ ΟΥΡΙΚΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Σε ασθενείς με οξεία ουρική αρθρίτιδα, η πιροξικάμη, χορηγούμενη εφάπαξ σε δόση 40 mg την 1η ημέρα και στη συνέχεια 40 mg σε διηρημένες δόσεις επί 3-4 ημέρες, ανακουφίζει από τον πόνο και την διόγκωση της άρθρωσης και αποκαθιστά την κινητικότητα. Η αναλγητική της δράση εμφανίζεται μετά από 2 ώρες.
16.5.5.9.6 ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΟΣ ΕΡΥΘΗΜΑΤΩΔΗΣ ΛΥΚΟΣ
Η πιροξικάμη μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της κορτιζόνης και είναι καλά ανεκτή (Gergely P, 1991)
16.5.5.9.7 ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ
Στα οξέα μυοσκελετικά νοσήματα και τις αθλητικές κακώσεις, η πιροξικάμη, σε δόση 20-40 mg, έχει αποτελεσματικότητα παρόμοια με την ινδομεθακίνη (100-150 mg/24ωρο), την φαινυλοβουταζόνη (300-600 mg/24ωρο) (Commandre F, 1983) και την ναπροξένη (Lereim P and Gabor I, 1988), ενώ, στις αθλητικές μικροκακώσεις, μεγαλύτερη από 900 mg ιμπουπροφαίνης ημερησίως.
Στα οξέα μυοσκελετικά νοσήματα, χορηγούμενη σε δόση 40 mg επί 2 ημέρες και στη συνέχεια 20 mg/24ωρο επί 14 ημέρες, βελτιώνει το 90% περίπου των ασθενών (Filho JL, 1983). Η γέλη πιροξικάμης είναι επίσης αποτελεσματική σε πόνους των μυών και των τενόντων, όπως και σε τραυματικές κακώσεις (Kroll MP et al, 1989).
16.5.5.9.8 ΟΞΕΙΑ ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ
Η πιροξικάμη είναι εξίσου αποτελεσματική με την μελοξικάμη (15 mg/24ωρο) (Bosch HC et al, 1997).
16.5.5.9.9 ΕΞΩΑΡΘΡΙΚΟΣ ΡΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ
Η πιροξικάμη είναι εξίσου αποτελεσματική με την τενοξικάμη (Moser U et al, 1989; Labrousse CL et al, 1989).
16.5.5.9.10 ΠΟΝΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΡΘΟΠΕΔΙΚΕΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Μετά από αρθροσκόπηση του γόνατος, η πιροξικάμη, χορηγούμενη ενδομυϊκά σε δόση 20 mg /24ωρο σε συνδυασμό με μπουβικαίνη 0.25% (20 ml τοπικά στο γόνατο), ανακουφίζει από τον πόνο περισσότερο από την πιροξικάμη μόνη της (Morrow BC et al, 1995).
Σε ασθενείς με ολική αρθροπλαστική του ισχίου ή του γόνατος, μειώνει την δόση της μπουπρενορφίνης επί 10 ημέρες μετά την επέμβαση (Boeckstyns ME et al, 1992).
16.5.5.9.11 ΠΟΝΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΕΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΜΙΚΡΟ - ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Η πιροξικάμη, χορηγούμενη μετεγχειρητικά επί 3 συνεχείς ημέρες, ανακουφίζει από τον ενδοδοντικό πόνο σταθερότερα και ταχύτερα από την δικλοφενάκη (Negm MM, 1989). Σε ασθενείς με μετεγχειρητικό οδοντικό πόνο, σε δόση 20-40 mg ημερησίως, έχει ισοδύναμη, αλλά μεγαλύτερης διάρκειας, αποτελεσματικότητα από 648 mg ασπιρίνης.
16.5.5.10 ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ : Η συχνότητα των επιπλοκών της πιροξικάμης ανέρχεται σε 30%. Η πιροξικάμη είναι γενικά καλά ανεκτή, περισσότερο από την ινδομεθακίνη (75-150 mg/24ωρο), την ναπροξένη (1.000 mg/24ωρο) και την εντεροδιαλυτή ασπιρίνη (3.5-5 gr/24ωρο) και εξίσου καλά ανεκτή με την δικλοφενάκη, την ναπροξένη (500-750 mg/24ωρο) και την ιμπουπροφαίνη (2.4 gr/24ωρο). Σε δόσεις 20-40 mg ημερησίως, είναι λιγότερο τοξική από 75-150 mg ινδομεθακίνης και 500 mg ναπροξένης.
Η συχνότητα των επιπλοκών δεν φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με τις συγκεντρώσεις της πιροξικάμης στο πλάσμα. Πάντως, η πιροξικάμη, χορηγούμενη μακροχρόνια σε δόσεις 30 ή 40 mg ημερησίως, φαίνεται ότι συνοδεύεται από αυξημένη συχνότητα γαστρεντερικών επιπλοκών.
16.5.5.10.1 ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ : Οι γαστρεντερικές επιπλοκές είναι οι συχνότερες παρενέργειες της πιροξικάμης, αλλά λιγότερο συχνές από θεραπευτικές δόσεις ασπιρίνης, ινδομεθακίνης και φαινυλοβουταζόνης. Παρατηρούνται στο 20% των ασθενών, αλλά συνήθως δεν επηρεάζουν την διαδρομή της θεραπείας. Από τους ασθενείς που εμφανίζουν γαστρεντερικές επιπλοκές, περίπου 5% διακόπτει την θεραπεία με πιροξικάμη και 1% αναπτύσσει πεπτικό έλκος.
ΤΥΠΟΙ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΩΝ ΕΠΙΠΛΟΚΩΝ :
- Πεπτικό έλκος, γαστρεντερική αιμορραγία, διάτρηση : Η πιροξικάμη συνδέεται με μεγάλο κίνδυνο γαστρεντερικής αιμορραγίας και έλκους, ιδίως σε ηλικιωμένους ρευματοπαθείς, γι’ αυτό και, στους ασθενείς αυτούς, συνιστάται να χορηγείται σε δόση 10 mg, και γενικά όχι >20 mg ημερησίως. Ιδιαίτερα σε άτομα μεγάλης ηλικίας ή υψηλού κινδύνου, συνιστάται να χορηγείται αρχικά σε δόση 10 mg/24ωρο και, εάν έχει χορηγηθεί σε δόση 20 mg ημερησίως, να μειώνεται στο ύψος αυτό σε δόση συντήρησης. Το πεπτικό έλκος και η γαστρεντερική αιμορραγία επιβάλλουν διακοπή του φαρμάκου στο 4% περίπου των περιπτώσεων και ενίοτε απειλούν την ζωή του ασθενούς.
- Ελκωτική ή μεμβρανώδης οισοφαγίτιδα
- Γαστροκολικό συρίγγιο
- Απόφραξη λεπτού εντέρου
- Στοματίτιδα
- Ανορεξία
- Επιγαστρικά-κοιλιακά ενοχλήματα
- Ναυτία
- Εμετοι
- Ξηροστομία
- Δυσκοιλιότητα
- Μετεωρισμός κοιλιάς
- Διάρροια
- Κοιλιακός πόνος
- Παγκρεατίτιδα
- Δυσπεψία
16.5.5.10.2 ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΡΜΑ - ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΟΥΣ (2.4%)
- Φωτοευαίσθητο εξάνθημα (<1%) : Εμφανίζεται συνήθως μερικές ημέρες μετά την έναρξη της πιροξικάμης. Είναι σχεδόν πάντα πομφολυγοφυσαλιδώδες, αλλά και κηλιδώδες, βλατιδώδες ή λειχηνοειδές. Συνοδεύεται συνήθως από οίδημα και αίσθημα κνησμού, καύσου ή νυγμών και ενίοτε συνδυάζεται με δυσιδρωσικού τύπου εξάνθημα ή φυσαλιδώδη δερματίτιδα των άκρων χειρών. Οφείλεται μάλλον σε εκλεκτικά σχηματιζόμενο ή αθροιζόμενο μεταβολίτη.
- Κνίδωση ή/και αγγειοοίδημα
- Πολύμορφο ερύθημα
- Σύνδρομο Stevens-Johnson
- Εφιδρώσεις
- Εκχυμώσεις
- Απολέπιση
- Αποφολιδωτική δερματίτιδα
- Τοξική επιδερμόλυση
- Ονυχόλυση
- Φωτοαλλεργικές αντιδράσεις
- Σταθερό φαρμακευτικό εξάνθημα
- Ιλαροειδή εξανθήματα (συχνά σε συνδυασμό με κνησμό)
- Θρομβοπενική και μη πορφύρα
- Κοινή πέμφιγα (ενίοτε θανατηφόρα)
- Τριχόπτωση
- Γραμμική IgA φλυκταινώδης δερμάτωση (Camilleri M and Pace JL, 1998)
- Δερματικές αλλοιώσεις και εργαστηριακές εκδηλώσεις ΣΕΛ, σ’ έναν ασθενή με σύνδρομο Sjogren και οροαρνητική πολυαρθρίτιδα μετά από έκθεση στο ηλιακό φώς (Roura M et al, 1991).
16.5.5.10.3 ΑΠΟ ΤΟ ΑΙΜΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
- Ακοκκιοκυττάρωση
- Απλαστική αναιμία
- Οξεία αιμολυτική αναιμία (σε συνδυασμό με ηπατονεφρίτιδα)
- Πτώση της Hb και του Ht
- Λευκοπενία
- Ηωσινοφιλία
- Αιμολυτική αναιμία
- Θρομβοπενία
- Πετεχειώδες εξάνθημα
- Εκχυμώσεις
- Καταστολή μυελού
- Επίσταξη
16.5.5.10.4 ΑΠΟ ΤΟ ΗΠΑΡ
- Διαταραχές ηπατικής λειτουργίας
- Ίκτερος
- Ηπατίτιδα : Η πιροξικάμη, όπως τα περισσότερα ΜΣΑΦ, μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ηπατική βλάβη, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένα άτομα (Caballeria E et al, 1990; Hepps KS et al, 1991; Paterson D et al, 1992).
Εργαστηριακά ευρήματα : Αύξηση χολερυθρίνης, αλκαλικής φωσφατάσης και τρανσαμινασών ορού. Ο ίκτερος εμφανίζεται 3 ημέρες έως 2 μήνες μετά την έναρξη του φαρμάκου. Συνήθως υποχωρεί 10-16 εβδομάδες μετά την διακοπή του, αλλά μπορεί να εξελιχθεί σε υποξεία ηπατική νέκρωση ή να οδηγήσει σε μεταμόσχευση ήπατος.
Ιστολογικά ευρήματα : Ηπατοκυτταρική χολόσταση ή/και διήθηση περιπυλαίων περιοχών με λεμφοκύτταρα και ιστιοκύτταρα, οξεία ηπατίτιδα με χολόσταση, λιπώδη κενοτόπια και νέκρωση.
Μηχανισμός : Η ηπατική βλάβη από την πιροξικάμη μπορεί να είναι αυτοάνοσης αρχής, δεδομένου ότι συνδέεται με ηωσινοφιλία ή/και ερυθηματώδες δερματικό εξάνθημα και υπεργαμμασφαιριναιμία με υψηλούς τίτλους ΑΝΑ (Planas R et al, 1990; Caballeria E et al, 1990)
16.5.5.10.5 ΑΠΟ ΤΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
- Οξεία νεφρική ανεπάρκεια (Sarma PS, 1989), ενίοτε θανατηφόρα
- Διάμεση νεφρίτιδα
- Σπειραματονεφρίτιδα
- Θηλοειδής νέκρωση
- Νεφρωσικό σύνδρομο
- Δυσουρία
- Αιματουρία
- Λευκωματουρία
- Υπερκαλιαιμία
- Αύξηση ουρίας (σπάνια μη αναστρέψιμη) και κρεατινίνης
16.5.5.10.6 ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
- Κεφαλαλγία
- Κατάθλιψη
- Μεταβολές διάθεσης
- Διανοητική σύγχυση
- Ίλιγγος
- Ζάλη
- Παραισθησίες (Gerber D, 1987)
- Περιφερική νευροπάθεια
- Αϋπνία
- Νευρικότητα
- Ακαθισία
- Ψευδαισθήσεις
- Διαταραχές ύπνου
- Υπνηλία
16.5.5.10.7 ΑΠΟ ΤΑ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΑ ΟΡΓΑΝΑ
- Διόγκωση οφθαλμών
- Οπτικές ψευδαισθήσεις
- Παροδική απώλεια ακοής
- Θόλωση όρασης
- Ερεθισμός οφθαλμών
16.5.5.10.8 ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΥΠΕΡΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ
- Αναφυλαξία
- Βρογχόσπασμος
- Κνίδωση/αγγειοοίδημα
- Αγγειίτιδα
- Ορονοσία
- Θετικά ΑΝΑ
16.5.5.10.9 ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ/ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
- Υπέρταση
- Επιδείνωση συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας
- Έξαρση στηθάγχης
- Παλμοί
- Δύσπνοια
- Οίδημα
- Πνευμονικές διηθήσεις και ηωσινοφιλία (Pfitzenmeyer P et al, 1994 )
- Σύνδρομο αναπνευστικής ανεπάρκειας, πνευμοθώρακας και ανουρία, σ’ ένα βρέφος που η μητέρα του πήρε πιροξικάμη την 26η εβδομάδα της κύησης (Voyer LE et al, 1994).
16.5.5.10.10 ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ
- Υπογλυκαιμία
- Υπεργλυκαιμία
- Απώλεια ή απόκτηση βάρους
16.5.5.10.11 ΑΛΛΕΣ
- Έξαρση ΣΕΛ (Roura M et al, 1991)
- Κατακράτηση νατρίου και υπερκαλιαιμία, ιδιαίτερα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια (Lin MS, 1990)
- Κεφαλαλγίες, ζάλη, απλαστική αναιμία, παλμοί, εφιδρώσεις
- Πόνος (κολικός)
- Πυρετός
- Σύνδρομο τύπου «γρίπης»
- Αδυναμία
- Κακουχία
16.5.5.11 ΥΠΕΡΔΟΣΟΛΟΓΙΑ
Εκδηλώσεις :
- Γαστρεντερικές επιπλοκές (ναυτία, έμετοι, διάρροια, αιμορραγία)
- Νεφροτοξικότητα (πρωτεϊνουρία, αιματουρία, οξεία νεφρική ανεπάρκεια)
- Ηπατοτοξικότητα (υποπροθρομβιναιμία και άλλες εκδηλώσεις ηπατικής δυσλειτουργίας)
- Αύξηση αντανακλαστικών, σπασμοί, κώμα, υπεραερισμός
- Καρηβαρία, μειωμένη ανταποκρισιμότητα και μυϊκές συστροφές, μετά από την λήψη 560 mg πιροξικάμης, >12 gr γκριζεοφουλβίνης και 1 gr φεντιαζάκης (Lo GCC and Chan JYW, 1983)
- Εμετοι, διάρροια, σπασμοί, παγκυτταροπενία και περιπρωκτική νέκρωση (Mac Dougall LG et al, 1984)
Θεραπεία :
- Κένωση στομάχου και γενική υποστηρικτική αγωγή
- Ενεργός άνθρακας : Μπορεί να μειώσει την απορρόφηση και επαναρρόφηση της πιροξικάμης. Σε σκύλους, μειώνει τον t(1/2) της αποβολής από 27, σε 11 ώρες και την συστηματική βιοδιαθεσιμότητα της πιροξικάμης, κατά 37% όταν χορηγηθεί έως 6 ώρες μετά την χορήγηση της πιροξικάμης.
16.5.5.12 ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΕ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ
Δεν έχει αναφερθεί.
16.5.5.13 ΚΥΗΣΗ
Στα ζώα : Όπως άλλα φάρμακα που αναστέλλουν την σύνθεση και απελευθέρωση των προσταγλανδινών, η πιροξικάμη, χορηγούμενη στα όψιμα στάδια της κύησης, μπορεί να προκαλέσει δυστοκία και παράταση του τοκετού. Η γαστρεντερική τοξικότητα αυξάνεται στο τελευταίο, συγκριτικά με το 1ο, 3μηνο της κύησης ή με μη έγκυα ζώα.
Στον άνθρωπο : Η πιροξικάμη δεν συνιστάται στη διάρκεια της κύησης, λόγω των ευρημάτων στα ζώα και επειδή η ασφάλειά της στη διάρκεια της κύησης δεν έχει τεκμηριωθεί. Ένα παιδί που η μητέρα του πήρε πιροξικάμη την 26η εβδομάδα της κύησης γεννήθηκε με σύνδρομο αναπνευστικής ανεπάρκειας, πνευμοθώρακα και ανουρία (Voyer LE et al, 1994).
16.5.5.14 ΓΑΛΟΥΧΙΑ
Η πιροξικάμη ανιχνεύεται στο γάλα των μαστών σε ελάχιστες ποσότητες (περίπου 1-3% των επιπέδων του πλάσματος της μητέρας) (Ostensen M, 1983; Ostensen M et al, 1988), γι΄αυτό και, μολονότι έχει μακρό t(1/2), προφανώς δεν είναι επικίνδυνη για το βρέφος (Ostensen M, 1983).
16.5.5.15 ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ - ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ
Νεογνά : Η πιροξικάμη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται στα νεογνά.
Παιδιά : Η πιροξικάμη μπορεί να χρησιμοποιηθεί και είναι καλά ανεκτή σε παιδιά με ΝΡΑ.
Ηλικιωμένοι : Στους ηλικιωμένους, η πιροξικάμη συνδέεται με αυξημένη συχνότητα αιμορραγίας από το ανώτερο ΓΕΣ, γι’ αυτό και συνιστάται η δόση της αρχικά να μην υπερβαίνει τα 10 mg και μετά, εφ΄ όσον είναι καλά ανεκτή, να αυξάνεται στην καθιερωμένη δόση των 20 mg/24 ωρο.
Κύηση : Η πιροξικάμη δεν συνιστάται στη διάρκεια της κύησης.
Γαλουχία : Η πιροξικάμη μπορεί να χορηγηθεί στη διάρκεια της γαλουχίας.
Νεφροτοξικότητα : Η πιροξικάμη μπορεί να επιδεινώσει την νεφρική λειτουργία σε ασθενείς με προϋπάρχουσα νεφρική ανεπάρκεια. Σε μακροχρόνια χορήγηση, μπορεί να προκαλέσει νεφρική θηλοειδή νέκρωση, στα ζώα, και οξεία διάμεση νεφρίτιδα με αιματουρία και πρωτεϊνουρία και περιστασιακά νεφρωσικό σύνδρομο, στον άνθρωπο. Παράλληλα, σε ασθενείς με προνεφρικές και νεφρικές καταστάσεις που οδηγούν σε μείωση της νεφρικής αιματικής ροής ή του όγκου του αίματος, όπου οι νεφρικές προσταγλανδίνες έχουν υποστηρικτικό ρόλο στη διατήρηση της νεφρικής διάχυσης, η πιροξικάμη, όπως και τα περισσότερα ΜΣΑΦ, μπορεί να προκαλέσει δοσοεξαρτώμενη μείωση της σύνθεσης των προσταγλανδινών και απορρύθμιση της νεφρικής λειτουργίας.
Ασθενείς επιρρεπείς στην επιπλοκή αυτή είναι οι πάσχοντες από νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία, σακχαρώδη διαβήτη, προχωρημένη ηλικία, εξωκυττάρια υπο-ογκαιμία οποιασδήποτε αιτιολογίας, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, σηψαιμία, πυελονεφρίτιδα ή θεραπευόμενοι με νεφροτοξικά φάρμακα.
Λόγω της εκτεταμένης νεφρικής απέκκρισης της πιροξικάμης και των βιομεταμορφωμένων παραγώγων της (<5% της καθημερινής δόσης απεκκρίνεται αναλλοίωτη), σε ασθενείς με εξασθενημένη νεφρική λειτουργία η πιροξικάμη πρέπει να χορηγείται σε μικρότερες δόσεις και κάτω από προσεκτική παρακολούθηση.
Γαστροτοξικότητα : Τα περισσότερα ΜΣΑΦ, χορηγούμενα μακροχρόνια, μπορούν να προκαλέσουν πεπτικό έλκος, γαστρεντερική αιμορραγία και διάτρηση, με θανατηφόρα, σπάνια, κατάληξη. Οι περισσότεροι ασθενείς εμφανίζουν ήπια συμπτώματα από το ανώτερο γαστρεντερικό, όπως π.χ. δυσπεψία, συνήθως πρώιμα στη διάρκεια της θεραπείας, αν και μπορεί να εμφανίσουν πεπτικό έλκος και διάτρηση χωρίς προειδοποιητικά γαστρεντερικά ενοχλήματα.
Η συχνότητα των συμπτωματικών ελκών του ανώτερου γαστρεντερικού, της γαστρεντερικής αιμορραγίας και της διάτρησης ανέρχεται περίπου σε 1% σε ασθενείς θεραπευόμενους με ΜΣΑΦ επί 3-6 μήνες και 2-4%, επί 12 μήνες.
Η γαστρεντερική αιμορραγία συνοδεύεται από μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα σε οξέως πάσχοντες από άλλες καταστάσεις, στους ηλικιωμένους και σε ασθενείς με αιμορραγικά νοσήματα. Σε ασθενείς με ενεργό γαστρεντερική αιμορραγία ή πεπτικό έλκος πρέπει να σταθμίζεται το όφελος της θεραπείας με πιροξικάμη σε σχέση με τους πιθανούς κινδύνους, να εφαρμόζεται η κατάλληλη αντιελκωτική αγωγή και να παρακολουθείται προσεκτικά ο ασθενής.
Ηπατοτοξικότητα : Όπως με άλλα ΜΣΑΦ, η θεραπεία με πιροξικάμη συνοδεύεται από οριακή αύξηση των ηπατικών δοκιμασιών έως το 15% των ασθενών. Οι διαταραχές αυτές μπορεί να επιδεινωθούν, να παραμείνουν αμετάβλητες ή να υποχωρήσουν παρά την συνέχιση της θεραπείας. Αύξηση της SGOT και της SGPT 3 φορές μεγαλύτερη από τα ανώτερα φυσιολογικά όρια έχει αναφερθεί σε λιγότερο από 1% των ασθενών.
Συμπτώματα ή/και σημεία ηπατικής δυσλειτουργίας ή παθολογικές ηπατικές δοκιμασίες σε ασθενείς θεραπευόμενους με πιροξικάμη πρέπει να διερευνώνται με προσοχή, γιατί μπορεί να υποκρύπτουν σοβαρές ηπατικές αντιδράσεις. Αν και οι αντιδράσεις αυτές είναι σπάνιες, εάν οι διαταραχές των ηπατικών δοκιμασιών επιμένουν ή επιδεινώνονται, εάν εμφανισθούν κλινικά σημεία και συμπτώματα ηπατικής νόσου ή συστηματικές εκδηλώσεις (π.χ. ηωσινοφιλία, εξάνθημα, κ.ά.), η πιροξικάμη πρέπει να διακόπτεται.
Άσθμα : Σε ασθματικούς ασθενείς με υπερευαισθησία στην ασπιρίνη η πιροξικάμη μπορεί να προκαλέσει βρογχόσπασμο, γι’ αυτό και αντενδείκνυται.
Περιφερικό οίδημα : Έχει αναφερθεί στο 2% των ασθενών που θεραπεύονται με πιροξικάμη, γι΄αυτό και η πιροξικάμη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, υπέρταση ή άλλες καταστάσεις που προδιαθέτουν σε κατακράτηση υγρών.
16.5.5.16 ΔΟΣΕΙΣ - ΔΟΣΟΛΟΓΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ
Ρευματοειδής αρθρίτιδα : 20 mg/24ωρο, σε μίαν εφάπαξ δόση ή σε 2 δόσεις/12ωρο. Σε ασθενείς με βαριά αρθρίτιδα μπορούν να χορηγηθούν 40 mg/24ωρο επί 2 ημέρες για να επιτευχθούν ταχέως υψηλά επίπεδα στο αίμα. Στη συνέχεια, η δόση πρέπει να μειώνεται σε 20 mg ημερησίως.
Λόγω του μακρού της t(1/2), η πιροξικάμη φθάνει σε επίπεδα σταθερής κατάστασης στο αίμα μετά από 7-12 ημέρες. Γι΄ αυτό και, αν και η θεραπευτική δράση της πιροξικάμης εμφανίζεται πρώιμα στη διαδρομή της θεραπείας, η ανταπόκριση αυξάνεται προοδευτικά σε διάστημα μερικών εβδομάδων και το θεραπευτικό αποτέλεσμα δεν πρέπει να εκτιμάται ενωρίτερα από 2 εβδομάδες.
Οστεοαρθρίτιδα-αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα : 20 mg/24ωρο.
Νεανική ρευματοειδής αρθρίτιδα : 0.3-0.5 mg/kg/24ωρο
Οξεία ουρική αρθρίτιδα : Αρχική δόση 40 mg. Μετά από 4-6 ημέρες, 20-40 mg/24ωρο σε μία ή περισσότερες δόσεις.
Οξέα μυοσκελετικά νοσήματα-πόνος μετά από ορθοπεδικές χειρουργικές επεμβάσεις : 40 mg/24ωρο εφάπαξ ή σε διηρημένες δόσεις επί 2 ημέρες. Μετά, 20 mg/24ωρο, σ’όλη την διάρκεια της θεραπείας. Η θεραπεία μπορεί να αρχίσει ενδομυϊκά, εάν κριθεί απαραίτητο.
Πόνος μετά από οδοντιατρικές χειρουργικές επεμβάσεις και άλλες μικρο-επεμβάσεις : Αρχική δόση και δόση συντήρησης 20 mg/24ωρο. Η πιροξικάμη μπορεί αρχικά να χορηγηθεί ενδομυϊκά, εάν κριθεί απαραίτητο. Δόσεις 40 mg/24ωρο, χορηγούμενες εφάπαξ ή σε διηρημένες δόσεις, τις 2 πρώτες ημέρες της θεραπείας μπορεί να επιταχύνουν το αναλγητικό αποτέλεσμα.
16.5.5.17 ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ
Εμπορική ονομασία |
Μορφές-περιεκτικότητες |
Κατασκευαστής |
Bleduran |
Gel 50 gr x 0.5% |
ΑΝΦΑΡΜ ΕΛΛΑΣ ΑΕ |
|
Caps 20 x 20 mg |
|
Calmopyrol |
Caps 10 x 20 mg |
FARAN ABEE |
|
Supp. 12 x 20 mg |
|
Εμπορική ονομασία |
Μορφές-περιεκτικότητες |
Κατασκευαστής |
Conzila |
Tabl. 10 x 20 mg |
ΜΕΝΤΙΝΟΒΑ ΑΕ |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
|
Tabl. 20 x 20 mg |
|
Feldene |
Tabl. Disp. 20 x 10 mg |
PFIZER HELLAS Α.Ε |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
|
Tabl. Disp. 10 x 20 mg |
|
|
Supp. 10 x 20 mg |
|
|
Amp. 5 x 1 ml x 20 mg |
|
Flodeneu |
Caps 10 x 20 mg |
REMEDINA |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Grecotens |
Caps 10 x 20 mg |
GENEPHARM A.E |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Inflamasen |
Amp. 5 x 1 ml x 20 mg |
ΖΗΚΙΔΗΣ Ν. |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Neo-Axedil |
Caps 20 x 20 mg |
ΝΟΡΜΑ ΕΛΛΑΣ Α.Ε. |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
|
Amp. 5 x 2 ml x 20 mg |
|
Oximezin |
Supp. 10 x 20 mg |
DEMO ΑΕΒΕ |
|
Tabl. ec 30 x 20 mg |
|
|
Amp. 5 x 1 ml x 20 mg |
|
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Painrelipt-D |
Caps 40 x 20 mg |
ΒΙΟΣΤΑΜ Κ.ΜΠΟΥΓΙΑ & ΣΙΑ ΟΕ |
|
Caps 10 x 20 mg |
|
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Pedifan |
Caps 20 x 20 mg |
VILCO |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Proponol |
Caps 20 x 20 mg |
HELP ΑΒΕΕ |
|
Supp. 10 x 20 mg |
|
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
|
Caps 10 x 20 mg |
|
Pyrcost |
Amp. 5 x 1 ml x 20 mg |
KLEVA ΕΠΕ |
|
Caps 10 x 20 mg |
|
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Εμπορική ονομασία |
Μορφές-περιεκτικότητες |
Κατασκευαστής |
|
Supp. 10 x 20 mg |
|
Reumaplus |
Gel 50 gr x 0.5% |
MEDICHROM ΑΒΕΕ |
Ruvamed |
Caps 25 x 20 mg |
COUP OE |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
Valopon |
Caps 20 x 20 mg |
BIOMEDICA-CHEMICA ΑΕ |
|
Gel 50 gr x 0.5% |
|
|
Amp. 5 x 1 ml x 20 mg |
|
Zerospasm |
Gel 50 gr x 0.5% |
PROEL |
|
Caps 40 x 20 mg |
|
Zitumex |
Gel 50 gr x 0.5% |
RAFARM AE |
|
Caps 30 x 20 mg |
|
|
Supp. 10 x 20 mg |
|
16.5.5.18 ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ
Δισκία : Κάθε δισκίο περιέχει 10 ή 20 mg πιροξικάμης, άνυδρη λακτόζη, μικροκρυσταλλική κυτταρίνη, υπρολόζη, στεαρικό νάτριο και φουμαρικό άλας.
Κάψουλες : Κάθε κάψουλα περιέχει 10 ή 20 mg πιροξικάμης, Blue 1, Red 3, λακτόζη, στεαρικό μαγνήσιο, θειϊκό λαουρύλιο και άμυλο.
Υπόθετα : Κάθε υπόθετο περιέχει 20 mg πιροξικάμης, λίπος, μικροκρυσταλλικό κηρό και γαλλικό προπύλιο.
Ενέσιμο διάλυμα : Κάθε φιαλίδιο περιέχει 20 mg πιροξικάμης/ml, βενζυλική αλκοόλη, αιθανόλη, υδροχλωρικό οξύ, νικοτιναμίδη, προπυλενογλυκόλη, μονοβασικό φωσφορικό νάτριο και υδροξείδιο του νατρίου.
Γέλη : Περιέχει πιροξικάμη 0.5%, carbopol 940, προπυλενογλυκόλη, αιθανόλη, βενζυλική αλκοόλη, δισοπροπανολαμίνη και υδροξυαιθυλ-κυτταρίνη.
16.5.5.19 ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΛΑΞΗ ΤΩΝ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ
Τα σκευάσματα της πιροξικάμης πρέπει να φυλάσσονται σε θερμοκρασία δωματίου (15-30ο C) και να προφυλάσσονται από το φως.
ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΠΙΡΟΞΙΚΑΜΗΣ
Η πιροξικάμη έχει αποτελεσματικότητα παρόμοια ή καλύτερη με πολλά άλλα ΜΣΑΦ και το πλεονέκτημα ότι χορηγείται μία μόνο φορά μόνο την ημέρα. Το περίγραμμα της ασφάλειάς της είναι τυπικό ενός αναστολέα των προσταγλανδινών, με χαμηλή σχετικά συχνότητα επιπλοκών που επιβάλλουν διακοπή της θεραπείας.