Παροδική οστεοπόρωση ισχίου
Παρατηρείται σε παιδιά ηλικίας >10 ετών. Ιστορικό κάκωσης συνήθως απουσιάζει, αν και η παροδική οστεοπόρωση μπορεί να εμφανισθεί μετά από απότομη βίαιη κίνηση ή διάσταση των σκελών, π.χ. στο μπαλέτο.
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ : Πόνος άλλοτε οξύς και άλλοτε προοδευτικός, επιτεινόμενος με τις δραστηριότητες, και χωλότητα (Nicol RO et al, 1984). Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν αυτόματα μέσα σε 1-2 περίπου μήνες.
ΚΛΙΝΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ : Eπώδυνος περιορισμός της κινητικότητας του ισχίου, ιδιαίτερα της έσω στροφής και της προσαγωγής σε κάμψη, και ύδραρθρος (Nicol RO et al, 1984).
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ. Είναι φυσιολογικά.
ΑΚΤΙΝΟΛΟΓΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ :
Οστεοπόρωση : Παρατηρείται μετά από 1-2 μήνες και εντοπίζεται στο υποχόνδριο οστούν της κεφαλής του μηριαίου. Μετά από 3-7 μήνες επεκτείνεται και στην κεφαλή και τον αυχένα του μηριαίου και τα περιαρθρικά οστά. Ακτινολογικά γίνεται καλύτερα ορατή σε βατραχοειδή και λιγότερο σε προσθιοπίσθια θέση.
Στένωση μεσάρθριου διαστήματος (σπάνια)
Υπερτροφία της κεφαλής του μηριαίου (όψιμα) (Nicol RO et al, 1984).
Τα ακτινολογικά ευρήματα υποχωρούν αυτόματα μετά από 6-12 μήνες, ταυτόχρονα με τα κλινικά σημεία και συμπτώματα.
ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ. Πάχυνση της κάψας και του υμένα της άρθρωσης με διήθηση από λεμφοκύτταρα και πλασματοκύτταρα (εικόνα μη ειδικής χρόνιας υμενίτιδας).
ΣΠΙΝΘΗΡΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ. Αυξημένη διάχυτη κατακράτηση του ραδιοφαρμάκου στην κεφαλή και τον αυχένα του μηριαίου και τα περιαρθρικά οστά (Lequesne M et al, 1977).
ΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ. Αποκαλύπτει την οστική αραίωση σε πρώιμη ήδη φάση.
ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ. Το επώδυνο ισχίο συνήθως δεν συνοδεύεται από περιαρθρική οστεοπόρωση στην πρώιμη φάση της νόσου. Το αρνητικό αυτό εύρημα, σε συνδυασμό με τα κλινικά, εργαστηριακά και ιστολογικά ευρήματα και την πορεία της νόσου, επιτρέπει την διάκριση της παροδικής οστεοπόρωσης από άλλα πρωτοπαθή ή δευτεροπαθή νοσήματα του ισχίου.