Ασεκλοφενάκη
Η ασεκλοφενάκη είναι ισχυρός αναστολέας των προσταγλανδινών, αν και αναστέλλει σε μικρότερο βαθμό τις προσταγλανδίνες του γαστρεντερικού συστήματος και επομένως είναι λιγότερο γαστροτοξική από άλλα ΜΣΑΦ. Ακόμα, είναι λιγότερο ηπατοτοξική από άλλα ΜΣΑΦ και δεν επηρεάζει την νεφρική λειτουργία, γι΄ αυτό και μπορεί να χορηγηθεί τόσο σε ηλικιωμένους, όσο και σε ασθενείς με ήπια νεφρική ανεπάρκεια. Λόγω της ταχείας δράσης και των ισχυρών αναλγητικών αποτελεσμάτων που διαθέτει ενδείκνυται κυρίως σε οξείες παθήσεις, όπως και λόγω της εξαιρετικής της ανοχής σε μακροχρόνια χορήγηση, σε χρόνια νοσήματα.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ :Η ασεκλοφενάκη είναι λευκή, κρυσταλλική σκόνη, ελαφρώς υπόπικρης γεύσης, διαλυτή στην αιθανόλη, το οξεικό αιθύλιο και το χλωροφόρμιο και αδιάλυτη στο ύδωρ και το n-εξάνιο. Έχει μοριακό βάρος 354,1, σημείο τήξης, 151 ± 1ο C και pKa 4,7 (25oC).
16.2.1.1 ΧΗΜΕΙΑ
Ασεκλοφενάκη (Aceclofenac)
Χημικό όνομα : 2-(2,6-dichloroamino)phenylacetoxyacetic acid
Μοριακός τύπος : C16H13Cl2NO4
ΕΙΚΟΝΑ 18 : Συντακτικός τύπος ασεκλοφενάκης
16.2.1.2 ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ
H ασεκλοφενάκη έχει καλή αναλγητική, αντιπυρετική και αντιφλεγμονώδη δράση σε διάφορα ζωικά μοντέλα οξείας και χρόνιας φλεγμονής (Grau M et al, 1991). Ο κύριος τρόπος δράσης της είναι η αναστολή της κυκλοξυγενάσης και επομένως της βιοσύνθεσης των προσταγλανδινών.
Σε μοντέλα τρωκτικών με οξεία και χρόνια φλεγμονή έχει αντιφλεγμονώδη δράση παρόμοια με την δικλοφενάκη (Grau M et al, 1991), μικρότερη της ινδομεθακίνης και ισχυρότερη της ναπροξένης και της φαινυλοβουταζόνης.
ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ – ΤΡΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ
Αντιφλεγμονώδης δράση :
- Βελτιώνει σημαντικά την βάδιση σε σκύλους με υμενίτιδα από κρυστάλλους ουρικού μονονατρίου (Grau M et al, 1991)
- ναστέλλει και τις πρωτοπαθείς και τις δευτεροπαθείς φλεγμονώδεις απαντήσεις στην υποπελματιαία ένεση Mycobacterium butyricum σε μοντέλα χρόνιας φλεγμονής, χορηγούμενη πριν ή μετά την εμφάνιση της αρθρίτιδας, σε αρουραίους.
- Αναστέλλει τον σχηματισμό κοκκιώματος μετά την υποδόρια εμφύτευση σφαιριδίων βάμβακος, σε αρουραίους (Grau M et al, 1991)
- Αναστέλλει το οίδημα του πέλματος αρουραίων το προκαλούμενο από καραγενίνη, σε δόσεις 1.35-10 mg/kg.
- Μειώνει τις στάθμες των PGE2 στο εξίδρωμα το παραγόμενο μετά την υποδόρια εμφύτευση πλαστικών σπογγιδίων εμποτισμένων με διάλυμα καραγενίνης 0.5%, σε αρουραίους
- Αναστέλλει την παραγωγή PGE2 την προκαλούμενη από την IL-1b σε ανθρώπινα υμενοκύτταρα, in vitro
- Μειώνει την έκφραση και λειτουργία μερικών κυτταρικών μορίων συγκόλλησης σε ανθρώπινα ουδετερόφιλα (Gonzalez-Alvaro I et al, 1996).
- Αναστέλλει (σε δόσεις 100 mg/12ωρο), όπως και η δικλοφενάκη (σε δόσεις 50 mg/8ωρο), την βασική και μετά από διέγερση παραγωγή της PGE2 από τα μονοπύρηνα και τα πολυμορφοπύρηνα κύτταρα του αίματος, σε ποσοστό 68% και 77%, αντίστοιχα, σε ασθενείς με ΟΑ του γόνατος, ex vivo.
- Ελαττώνει σημαντικά τα επίπεδα της PGE2 στο αρθρικό υγρό ασθενών με οξύ πόνο και ύδραρθρο του γόνατος, σε αντίθεση με την δικλοφενάκη
- Αναστέλλει, με δοσοεξαρτώμενο και έμμεσο τρόπο, την διάσπαση της δεσοξυριβόζης, η οποία προκαλείται από τις ελεύθερες ρίζες υδροξυλίου που παράγονται από το σύμπλοκο EDTA - Fe ++ παρουσία H2O2 και Ο2 ή ασκορβικού οξέος, δηλ. έχει αντι-οξειδωτική σράση, in vitro.
Αναλγητική δράση :
Η ασεκλοφενάκη ανακουφίζει από τον πόνο τον προκαλούμενο :
- Aπό την ενδοπεριτοναϊκή ένεση φαινυλοκινόνης εξίσου με την δικλοφενάκη, σε ποντικούς
- Aπό την μηχανική συμπίεση του φλεγμονώδους οιδήματος των άκρων ποδών, μετά από ένεση ζυθοζύμης
- Κατά την κάμψη των αρθρώσεων με φλεγμονή προκληθείσα με ένεση νιτρικού αργύρου, σε αρουραίους (Grau M et al, 1991).
Η αναλγητική της δράση είναι παρόμοια με της ινδομεθακίνης και της δικλοφενάκης.
Αντιπυρετική δράση :
- Αναστέλλει την υπερθερμία την προκαλούμενη από ένεση ζυθοζύμης, σε αρουραίους. Η αντιπυρετική δράση εμφανίζεται εντός 60΄, διαρκεί 6 ώρες και προσεγγίζει το 50% της δικλοφενάκης (Grau M et al, 1991).
Άλλες δράσεις :
- Αναστέλλει, με δοσοεξαρτώμενο τρόπο, την παραγωγή μαλονδιαλδεύδης από τα αιμοπετάλια ποντικών, εξίσου με την δικλοφενάκη, ex vivo.
- Διεγείρει την σύνθεση των γλυκοζαμινογλυκανών σε οστεοαρθριτικό χόνδρο, in vitro, ενώ η δικλοφενάκη δεν έχει δράση. Αντίθετα, η ναπροξένη αναστέλλει την σύνθεση των γλυκοζαμινογλυκανών τόσο σε φυσιολογικό, όσο και σε οστεοαρθριτικό χόνδρο.
17.2.1.3 ΤΟΞΙΚΟΛΟΓΙΑ
Σε αρουραίους και πιθήκους, η ασεκλοφενάκη, σε μικρές δόσεις, είναι εντελώς ατοξική, ενώ σε μεγαλύτερες μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα γαστρικής δυσανεξίας.
Σε ποντικούς και αρουραίους, η οξεία τοξικότητα της ασεκλοφενάκης ανέρχεται σε DL50> 200 mg/kg.
Μεταλλαξιογόνος/καρκινογόνος/τερατογόνος δράση :
- Δεν βλάπτει την αναπαραγωγή, την εγκυμοσύνη, τον τοκετό και την γαλουχία, σε αρουραίους
- Δεν έχει εμβρυοτοξική ή τερατογόνο δράση, σε αρουραίους και κουνέλια, σε δόσεις 2.5, 5 και 10 mg/kg
- Δεν έχει μεταλλαξιογόνο δράση, in vitro και in vivo
- Δεν έχει καρκινογόνο δράση, σε ποντικούς.
Δράση στο γαστρεντερικό σύστημα :
α) Στα ζώα :
- Έχει 2-7 φορές μικρότερη ελκογόνο δράση από την δικλοφενάκη, την ναπροξένη και την ινδομεθακίνη, μετά την εφάπαξ χορήγησή της per os, σε αρουραίους.
- Έχει 1.5-2 φορές μικρότερη ελκογόνο δράση από την δικλοφενάκη, εάν χορηγηθεί σε πολλαπλές δόσεις (Grau M et al, 1991).
- Αναστέλλει την βιοσύνθεση των PGE2 και της κετο-PGF 1α στον γαστρικό βλεννογόνο αρουραίων, λιγότερο από την δικλοφενάκη.
- Προκαλεί γαστρεντερική αιμορραγία πολύ μικρότερη της δικλοφενάκης την 1η ημέρα της θεραπείας, ενώ η αθροιστική αποβολή αίματος από τα κόπρανα δεν διαφέρει σημαντικά μετά από 4 ημέρες θεραπείας
β) Στον άνθρωπο : Προκαλεί λιγότερες ενδοσκοπικές γαστροδωδεκαδακτυλικές βλάβες και μικρότερη απώλεια αίματος από την δικλοφενάκη.
Δράση στο νευρικό σύστημα :
- Δεν έχει δράση στο κεντρικό και το αυτόνομο νευρικό σύστημα, σε χαμηλές δόσεις, σε αρουραίους.
- Προκαλεί ήπια καταστολή της γενικής δραστηριότητας και νευρικότητα στους χειρισμούς, σε ενδιάμεσες δόσεις
- Δεν επηρεάζει τις συσπάσεις τις προκαλούμενες σε απομονωθέντα παρασκευάσματα ειλεού ινδικού χοιριδίου από την ακετυλοχολίνη, την σεροτονίνη, την ισταμίνη και την νικοτίνη, σε μεγάλες δόσεις (600 mg/ml).
Δράση στο κυκλοφοριακό και αναπνευστικό σύστημα :
- Προκαλεί μέτρια, παροδική υπόταση και αύξηση της συχνότητας της αναπνοής, μετά από ενδοφλέβια χορήγησή της, σε αρουραίους.
- Προκαλεί μέτρια και παροδική ελάττωση της αρτηριακής πίεσης και ελαφρά αύξηση της αντίδρασης στην αδρεναλίνη και την νοραδρεναλίνη, σε σκύλους.
Δράση στη νεφρική λειτουργία :
- Προκαλεί μέτρια ελάττωση του όγκου των ούρων και της απέκκρισης του νατρίου και του χλωρίου, σε δόσεις >10 και 20 mg/kg.
16.2.1.4 ΦΑΡΜΑΚΟΚΙΝΗΤΙΚΗ
Μετά την per os χορήγησή της, η ασεκλοφενάκη απορροφάται ταχέως σε ποσοστό > 90% και έχει βιοδιαθεσιμότητα σχεδόν 100%.
Σε υγιείς εθελοντές, μετά από την εφάπαξ χορήγηση 50, 100 και 150 mg ασεκλοφενάκης, οι μέγιστες συγκεντρώσεις του φαρμάκου στο πλάσμα φθάνουν σε ύψος 3.33 μg/ml, 6.14 μg/ml και 7.98 μg/ml μετά από 1 ώρα, 1 ώρα και 1.5 ώρα, αντίστοιχα, η Cmax, 4.5 ± 0.8 μg/ml, 8.1 ± 1.9 μg/ml και 12.3 ± 3.2 μg/ml, αντίστοιχα, ο Tmax, 1.6 ± 1.0 ώρες, 1.7 ± 1.0 ώρες και 2.0 ± 1.0 ώρες, αντίστοιχα, και η AUC, 9.1 ± 2.3, 19.3 ± 4.0 και 30.2 ± 5.7 μg/h/ml, αντίστοιχα. Ο t(1/2) της ασεκλοφενάκης ανέρχεται σε 6.7 ώρες.
Σε υγιείς εθελοντές, 7 ημέρες μετά την επανειλημμένη χορήγηση 100 mg ασεκλοφενάκης, ο Tmax, η διάρκεια της μέσης μεγίστης συγκέντρωσης, ο Cmax και η AUC μειώνονται, ενώ ο Tmax δεν μεταβάλλεται σημαντικά και ο t(1/2) αυξάνεται από 3.5, σε 4.0 ώρες.
Οι τροφές δεν επηρεάζουν τις φαρμακοκινητικές παραμέτρους της ασεκλοφενάκης, αν και παρατείνουν τον Tmax από 2, σε 3.5, ώρες.
Η ασεκλοφενάκη έχει παρόμοιο φαρμακοδυναμικό περίγραμμα με την ινδομεθακίνη και την δικλοφενάκη (Grau M et al, 1991). Η διάρκεια χορήγησης δεν επηρεάζει σημαντικά την φαρμακοκινητική της ασεκλοφενάκης, η οποία γενικά είναι παρόμοια μετά από την χορήγηση εφάπαξ ή πολλαπλών δόσεων (200 mg /24ωρο επί 7 ημέρες) σε υγιείς και ηλικιωμένους εθελοντές.
Σε υγιείς εθελοντές, μετά την εφάπαξ χορήγηση μιας κάψουλας 100 mg ραδιοσημασμένης ασεκλοφενάκης, οι μέσες τιμές των μέγιστων συγκεντρώσεων στο πλάσμα, του Cmax και του Tmax της συνολικής ραδιενέργειας υπερβαίνουν την ραδιενέργεια την συνδεόμενη με την ασεκλοφενάκη.
Η ασεκλοφενάκη, σε συγκεντρώσεις 5-20 μg/ml, συνδέεται με τις πρωτείνες του πλάσματος σε ποσοστό 99%, ενώ σε συγκεντρώσεις 1 μg/ml, σε ποσοστό 95%.
Στο αρθρικό υγρό, η μέση συγκέντρωση της ασεκλοφενάκης προσεγγίζει το 50% των συγκεντρώσεών της στο πλάσμα.
Το 70% περίπου της ασεκλοφενάκης αποβάλλεται από τα ούρα, κυρίως με την μορφή γλυκουρονιδίων της ασεκλοφενάκης και της δικλοφενάκης και υδροξυμεταβολιτών, και 20%, με τα κόπρανα. Ο μέσος t(1/2) αποβολής της ασεκλοφενάκης ανέρχεται σε 3.5-6.2 ώρες.
Σε ρευματοειδή υμενικά κύτταρα, η ασεκλοφενάκη μεταβολίζεται σε δικλοφενάκη και /ή 4’ υδροξυ-δικλοφενάκη (Yamazaki R et al, 1997). Σε ανθρώπινα ηπατοκύτταρα και μικροσώματα μεταβολίζεται για να σχηματίσει [2-(2’, 6’-διχλωρο-4’υδροξυ-φαινυλαμινο) φαινυλοξυοξεικό οξύ, ο οποίος είναι ο μείζων μεταβολίτης της.
Ελάσσονες μεταβολίτες της ασεκλοφενάκης είναι το [2-(2’,6’ διχλωροφαινυλαμινο)-5- υδροξυ-φαινυλαμινο) φαινυλοξυοξεικό οξύ και το [2-(2’, 6’-διχλωροφαινυλαμινο) φαινυλοξυοξεικό οξύ, όπως και τα υδροξυλιωμένα παράγωγα [2-(2’,6’-διχλωρο-4’- υδροξυφαινυλαμινο) φαινυλ ]οξεικό οξύ και [2-(2’,6’- διχλωροφαινυλαμινο)-5- υδροξυφαινυλ]οξεικό οξύ. Οι ίδιοι μεταβολίτες ανευρίσκονται και στα ούρα μετά από χορήγηση 100 mg ασεκλοφενάκης (Bort R et al, 1996).
ΕΙΚΟΝΑ 19 : Μεταβολισμός ασεκλοφενάκης
16.2.1.5 ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΣΜΑ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ –ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ
Δεν έχει αναφερθεί.
16.2.1.6 ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Αντιδιαβητικά
Αλληλεπιδράσεις :
- Στους αρουραίους, η ασεκλοφενάκη δεν επηρεάζει την υπογλυκαιμική δράση της τολβουταμίδης.
- Στον άνθρωπο, η ασεκλοφενάκη μπορεί να χορηγηθεί ταυτόχρονα με per os χορηγούμενα αντιδιαβητικά χωρίς να επηρεάσει την δράση τους
Συστάσεις : Επειδή έχουν αναφερθεί περιπτώσεις υπογλυκαιμίας ή υπεργλυκαιμίας σε ασθενείς θεραπευόμενους με per os αντιδιαβητικά ταυτόχρονα με ασεκλοφενάκη, η δόση των αντιδιαβητικών παραγόντων πρέπει να αναπροσαρμόζεται.
Αντιμικροβιακά
Αλληλεπιδράσεις : Οι κινολόνες μπορεί να προκαλέσουν σπασμούς σε ασθενείς με ή χωρίς προηγούμενο ιστορικό επιληψίας ή σπασμών όταν συγχορηγούνται με ασεκλοφενάκη,
Συστάσεις : Η ασεκλοφενάκη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς θεραπευόμενους με κινολόνες.
Αντιπηκτικά
Αλληλεπιδράσεις :
- Σε αρουραίους, η ασεκλοφενάκη, αυξάνει κατά 17% την δράση της βαρφαρίνης και κατά 22%, τον χρόνο προθρομβίνης
- Στον άνθρωπο, η ασεκλοφενάκη μπορεί να ενισχύσει την δράση των αντιπηκτικών.
Συστάσεις : Οι ασθενείς που θεραπεύονται ταυτόχρονα με ασεκλοφενάκη και αντιπηκτικά per os πρέπει να παρακολουθούνται με προσοχή και να εξετάζουν τακτικά τον χρόνο προθρομβίνης.
Διγοξίνη
Αλληλεπιδράσεις : Η ασεκλοφενάκη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα στον ορό, και επομένως την τοξικότητα, της διγοξίνης.
Συστάσεις :
- Οι ασθενείς που παίρνουν διγοξίνη και αρχίζουν θεραπεία με ασεκλοφενάκη ή αυξάνουν την δόση της ασεκλοφενάκης ή έχουν έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας πρέπει να παρακολουθούνται για εκδηλώσεις τοξικότητας από την διγοξίνη.
- Τα επίπεδα της διγοξίνης στον ορό πρέπει να παρακολουθούνται και να τροποποιείται η δόση της όταν η ασεκλοφενάκη προστίθεται στη θεραπεία ή διακόπτεται.
Διουρητικά
Αλληλεπιδράσεις :
- Στους αρουραίους, η ασεκλοφενάκη, σε δόση 10 mg/kg, μειώνει μερικά την διούρηση και την αποβολή νατρίου και χλωρίου την προκαλούμενη από την φουροσεμίδη, την υδροχλωροθειαζίδη ή την τριαμτερένη.
- Στον άνθρωπο, η ασεκλοφενάκη μπορεί να αναστείλει την δράση των διουρητικών. Αν και δεν επηρεάζει την αρτηριακή πίεση όταν συγχορηγείται με μπεντροφλουαζίδη, δεν αποκλείεται να αλληλεπιδρά με άλλα διουρητικά
Συστάσεις : Όταν η ασεκλοφενάκη συγχορηγείται με καλιοπροστατευτικά διουρητικά πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα του καλίου στο αίμα.
Κυκλοσπορίνη
Αλληλεπιδράσεις : Η ασεκλοφενάκη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα στον ορό, και επομένως την νεφροτοξικότητα, της κυκλοσπορίνης.
Μηχανισμός : Γενικά, τα ΜΣΑΦ μπορεί να αυξήσουν την νεφροτοξικότητα της κυκλοσπορίνης, πιθανώς λόγω ελάττωσης της σύνθεσης της νεφρικής προστακυκλίνης.
Συστάσεις : Η ασεκλοφενάκη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς θεραπευόμενους με κυκλοσπορίνη και κάτω από προσεκτικό, συχνό, έλεγχο της νεφρικής λειτουργίας.
Λίθιο
Αλληλεπιδράσεις : Η ασεκλοφενάκη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα στον ορό, και επομένως τις αναμενόμενες φαρμακολογικές δράσεις και την τοξικότητα (γαστρεντερική δυσανεξία, πολυουρία, μυική αδυναμία, λήθαργος, τρόμος, κ.ά.), των αλάτων του λιθίου.
Μηχανισμός : Η ασεκλοφενάκη μειώνει την νεφρική κάθαρση του λιθίου, λόγω ελάττωσης της παραγωγής των νεφρικών προσταγλανδινών.
Συστάσεις :
- Η συγχορήγηση της ασεκλοφενάκης με άλατα λιθίου είναι προτιμότερο να αποφεύγεται
- Εάν είναι απαραίτητη, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται με προσοχή για εκδηλώσεις τοξικότητας από το λίθιο
- Εάν το λίθιο χορηγείται ταυτόχρονα με ασεκλοφενάκη μπορεί να απαιτηθεί μείωση της δόσης του
- Τα επίπεδα του λιθίου πρέπει να παρακολουθούνται και η δόση του να τροποποιείται ανάλογα όταν η ασεκλοφενάκη προστίθεται στη θεραπεία ή διακόπτεται
- Σε ασθενείς θεραπευόμενους με άλατα λιθίου, στη θέση της ασεκλοφενάκης μπορεί να χορηγηθεί ασπιρίνη, η οποία δεν αυξάνει τις συγκεντρώσεις του λιθίου στο πλάσμα.
Μεθοτρεξάτη
Αλληλεπιδράσεις : Η ασεκλοφενάκη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα στο πλάσμα, και επομένως τις φαρμακολογικές και τοξικές (καταστολή μυελού, ηπατοτοξικότητα, νεφροτοξικότητα, σοβαρή στοματίτιδα, κ.ά.) δράσεις, της μεθοτρεξάτης.
Μηχανισμός : Ο ακριβής μηχανισμός της αλληλεπίδρασης αυτής δεν είναι γνωστός. H ασεκλοφενάκη μειώνει πιθανώς την νεφρική κάθαρση και/ή την νεφρική σωληναριακή απέκκριση της μεθοτρεξάτης.
Συστάσεις :
- Σε ασθενείς θεραπευόμενους με μεθοτρεξάτη, η ασεκλοφενάκη συνιστάται να αποφεύγεται τις ημέρες που χορηγείται η μεθοτρεξάτη.
- Στη διάρκεια της θεραπείας με μεθοτρεξάτη και ασεκλοφενάκη τα επίπεδα της μεθοτρεξάτης πρέπει να παρακολουθούνται, ώστε να τροποποιείται κατάλληλα η δόση της.
- Εάν υπάρχει κλινική ένδειξη αλληλεπίδρασης μεταξύ ασεκλοφενάκης-μεθοτρεξάτης, μπορεί να χρειασθεί μείωση της δόσης της μεθοτρεξάτης ή αύξηση της δόσης διαφυγής της λευκοβορίνης.
Σαλικυλικά
Αλληλεπιδράσεις : Τα σαλικυλικά και άλλα ΜΣΑΦ μπορεί να ελαττώσουν τις μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα και την AUC της ασεκλοφενάκης.
Μηχανισμός : Τα σαλικυλικά μπορεί να παρεκτοπίσουν την ασεκλοφενάκη από τα σημεία σύνδεσής της με τις πρωτείνες του πλάσματος.
Συστάσεις :
- Η ταυτόχρονη χορήγηση της ασεκλοφενάκης με ασπιρίνη ή άλλα σαλικυλικά ή ΜΣΑΦ πρέπει να αποφεύγεται.
- Ο συνδυασμός της ασεκλοφενάκης με ασπιρίνη ή άλλα ΜΣΑΦ δεν φαίνεται να είναι περισσότερο αποτελεσματικός, ενώ μπορεί να αυξήσει την συχνότητα και βαρύτητα των επιπλοκών.
16.2.1.7 ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
- Οστεοαρθρίτιδα
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα
- Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα
- Οδονταλγία
- Περιαρθρίτιδα ώμου
- Κακώσεις μαλακών μορίων
- Οξεία οσφυαλγία
16.2.1.8 ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
- Ενεργό πεπτικό έλκος ή γαστρεντερική αιμορραγία
- Κύηση
- Γαλουχία
- Γνωστή υπερευαισθησία στο φάρμακο ή σε άλλα ΜΣΑΦ (π.χ. δικλοφενάκη)
- Αιματολογικά νοσήματα
- Μέτρια έως βαριά νεφρική ανεπάρκεια
- Ιστορικό κρίσεων άσθματος, κνίδωσης ή οξείας ρινίτιδας από την χρήση ασπιρίνης ή άλλων ΜΣΑΦ
16.2.1.9 ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
16.2.1.9.1 ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
H ασεκλοφενάκη, σε δόση 100 mg/12ωρο, ελαττώνει τον πόνο, την διάρκεια της πρωινής δυσκαμψίας και τον αριθμό των διογκωμένων και επώδυνων αρθρώσεων και βελτιώνει τον δείκτη Ritchie, την λειτουργική ικανότητα και την σφαιρική εκτίμηση, περισσότερο από placebo (Hunter JA et al, 1996).
Φάρμακα εξίσου αποτελεσματικά με την ασεκλοφενάκη
- Κετοπροφαίνη (50 mg/8ωρο). Κατ΄άλλους, βελτιώνει τον δείκτη Ritchie, την λειτουργική ικανότητα και τον πόνο στην κίνηση περισσότερο από την κετοπροφαίνη και έχει ταχύτερη δράση (Martin- Mola E et al, 1995).
- Τενοξικάμη (Perez-Ruiz F et al, 1996)
- Ινδομεθακίνη (100 mg/24ωρο) (Kornasoff D et al, 1996)
- Δικλοφενάκη (150 mg/24ωρο) (Pasero G et al, 1995)
16.2.1.9.2 ΟΣΤΕΟΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Η ασεκλοφενάκη, σε δόση 100 mg/12ωρο, είναι αποτελεσματική, περισσότερο από placebo, και καλά ανεκτή σε ασθενείς με ΟΑ του ισχίου ή/και του γόνατος.
Φάρμακα εξίσου αποτελεσματικά με την ασεκλοφενάκη
- Δικλοφενάκη (150 mg/24ωρο) : Έχει παρόμοια αναλγητική δράση και ανοχή με την ασεκλοφενάκη. Κατ’ άλλους, βελτιώνει περισσότερο την εκτίμηση του πόνου από τον ασθενή από την δικλοφενάκη και περιορίζει τις απαιτήσεις σε αναλγητικά (Ward DE et al, 1995).
- Ναβουμετόνη (1-2 gr/24ωρο) (Gijon Banos J, 1997)
- Πιροξικάμη
- Ναπροξένη (Kornasoff D et al, 1997)
16.2.1.9.3 ΑΓΚΥΛΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΠΟΝΔΥΛΙΤΙΔΑ
Η ασεκλοφενάκη, σε δόση 100 mg 2 φορές ημερησίως, ανακουφίζει σημαντικά από τον πόνο και βελτιώνει την πρωινή δυσκαμψία, την κινητικότητα της σπονδυλικής στήλης και την έκπτυξη του θώρακα. Σε σύγκριση με την ινδομεθακίνη, δεν διαφέρει σε αποτελεσματικότητα, αν και είναι κάπως λιγότερο τοξική (Batle-Gualda E et al, 1996).
Φάρμακα εξίσου αποτελεσματικά με την ασεκλοφενάκη
- Τενοξικάμη (20 mg/24ωρο)
- Ινδομεθακίνη (25 mg πρωί - απόγευμα και 50 mg, βράδυ)
- Ναπροξένη (500 mg/12ωρο) : Βελτιώνει την απόσταση δακτύλων-εδάφους ενωρίτερα από την ασεκλοφενάκη
16.2.1.9.4 ΠΟΝΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΞΑΓΩΓΗ ΟΔΟΝΤΩΝ
Η ασεκλοφενάκη, σε δόσεις 50, 100 και 150 mg, ανακουφίζει από τον μέτριο έως σοβαρό οδοντικό πόνο και τον πόνο που ακολουθεί την εξαγωγή ενσφηνωμένου 3ου γομφίου περισσότερο από placebo.
16.2.1.9.5 ΠΟΝΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΙΔΟΙΟΤΟΜΙΑ
Η ασεκλοφενάκη, σε δόσεις 50, 100 και 150 mg, ανακουφίζει από τον πόνο της αιδοιοτομίας περισσότερο από placebo (Movilia PG, 1988; Yscia A, 1988). Σε δόση 100 mg υπερέχει της παρακεταμόλης 650 mg (Yscla A, 1988; Movilia PG, 1989), ιδιαίτερα 3-5 ώρες μετά την λήψη της. Δόσεις 150 mg είναι περισσότερο αποτελεσματικές από 50 mg, 5-6 ώρες μετά την χορήγησή τους. Η αναλγητική δράση εμφανίζεται 1 ώρα μετά την εφάπαξ χορήγηση 100 ή 150 mg ασεκλοφενάκης.
16.2.1.9.6 ΟΞΕΙΑ ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ
Σε ασθενείς με οξεία οσφυαλγία, η αναλγητική δράση της ασεκλοφενάκης, μετά από ενδομυϊκή χορήγηση 150 mg/12ωρο, διαρκεί περισσότερο από 75 mg δικλοφενάκης/12ωρο.
16.2.1.9.7 ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ
Ο πόνος και η διόγκωση ανακουφίζονται εξίσου με την τοπική εφαρμογή κρέμας ασεκλοφενάκης 1.5% ή πιροξικάμης 1%.
16.2.1.9.8 ΠΕΡΙΑΡΘΡΙΤΙΔΑ ΩΜΟΥ
Η ασεκλοφενάκη (100 mg/12ωρο) ελαττώνει τον πόνο και βελτιώνει την κινητικότητα του ώμου εξίσου με την ναπροξένη (250 mg/12ωρο), αλλά είναι καλύτερα ανεκτή.
16.2.1.10 ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
Η ασεκλοφενάκη είναι λιγότερο τοξική από άλλα ΜΣΑΦ. Ο αριθμός των ασθενών που την διακόπτει λόγω επιπλοκών είναι μικρότερος της δικλοφενάκης, της ναπροξένης και της κετοπροφαίνης. Η ασεκλοφενάκη δεν είναι νεφροτοξική και δεν αθροίζεται σε ασθενείς με ήπια νεφρική ανεπάρκεια (Millar AW, 1991). Οι γαστρεντερικές της επιπλοκές είναι συνήθως ήπιες και δεν απαιτούν διακοπή του φαρμάκου. Η ασεκλοφενάκη προκαλεί ηπιότερη γαστρεντερική αιμορραγία από την δικλοφενάκη και είναι λιγότερο ηπατοτοξική απ΄αυτήν και από την κετοπροφαίνη.
16.2.1.10.1 ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
- Διάρροια
- Δυσκοιλιότητα
- Δυσπεψία
- Κοιλιακός πόνος
- Μετεωρισμός
- Καύσος
- Ναυτία
- Εμετοι
- Γαστρίτιδα
- Δωδεκαδακτυλίτιδα
16.2.1.10.2 ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
- ‘Αγχος/κατάθλιψη
- Ζάλη
- Παραισθησίες
- Ίλιγγος
- Κεφαλαλγίες
- Λήθαργος
16.2.1.10.3 ΑΠΟ ΤΟ ΗΠΑΡ
- Ηπατοτοξικότητα
- Τοξική ηπατίτιδα
16.2.1.10.4 ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΡΜΑ - ΒΛΕΝΝΟΓΟΝΟΥΣ
- Κνησμός
- Ερύθημα
- Κνίδωση
- Λευκοκυτταροκλαστική αγγειίτιδα και αιμόπτυση (Epelde F and Boada L, 1995)
16.2.1.10.5 ΑΛΛΕΣ
- Κόπωση
- Δύσπνοια
- Εφιδρώσεις
- Λοίμωξη ανώτερου αναπνευστικού
- Αύξηση κρεατινίνης ορού
- Οίδημα των άκρων
- Αγγειίτιδα από υπερευαισθησία (Morros R et al, 1997).
16.2.1.11 ΥΠΕΡΔΟΣΟΛΟΓΙΑ
Εκδηλώσεις : Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τις συνέπειες της υπερδοσολογίας από την ασεκλοφενάκη.
Θεραπεία :
- Πλύση στομάχου και χορήγηση ενεργού άνθρακα
- Υποστηρικτική και συμπτωματική αγωγή, σε περιπτώσεις υπότασης, νεφρικής ανεπάρκειας, σπασμών, γαστρεντερικών διαταραχών και καταστολής της αναπνοής
- Προκλητή διούρηση - αιμοδιύλιση : Πιθανώς δεν βοηθούν στην απομάκρυνση του φαρμάκου, λόγω της ισχυρής σύνδεσής της με τις πρωτείνες.
16.2.1.12 ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΕ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ
Δεν έχει αναφερθεί.
16.2.1.13 ΚΥΗΣΗ
Η ασεκλοφενάκη δεν συνιστάται στη διάρκεια της κύησης, γιατί, όπως όλα τα ΜΣΑΦ, μπορεί να αυξήσει τις συσπάσεις της μήτρας στο τελευταίο τρίμηνο της κύησης και να προκαλέσει πρόωρη σύγκλειση του βοτάλειου πόρου και πιθανόν επίμονη πνευμονική υπέρταση στο νεογνό.
16.2.1.14 ΓΑΛΟΥΧΙΑ
Η χρήση της ασεκλοφενάκης δεν έχει μελετηθεί στη διάρκεια της γαλουχίας, γι΄ αυτό και δεν συνιστάται σε γυναίκες που θηλάζουν.
16.2.1.15 ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ - ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ
Παιδιά : Η ασεκλοφενάκη δεν συνιστάται στην νεογνική ηλικία.
Νεογνά : Η ασεκλοφενάκη δεν έχει χρησιμοποιηθεί στα παιδιά, γι΄ αυτό και δεν συνιστάται στην παιδική ηλικία.
Ηλικιωμένοι : Οι ηλικιωμένοι πρέπει να θεραπεύονται με ασεκλοφενάκη με προσοχή, δεδομένου ότι εμφανίζουν συχνότερα επιπλοκές από τα ΜΣΑΦ και διαταραχές της ηπατικής, νεφρικής και καρδιακής λειτουργίας.
Κύηση: Η ασεκλοφενάκη δεν συνιστάται στη διάρκεια της κύησης.
Γαλουχία : Η χρήση της ασεκλοφενάκης δεν επιτρέπεται στη διάρκεια της γαλουχίας.
Γαστροτοξικότητα : Τα περισσότερα ΜΣΑΦ προκαλούν πεπτικό έλκος, γαστρεντερική αιμορραγία και διάτρηση, με θανατηφόρα, σπάνια, κατάληξη. Οι περισσότεροι ασθενείς εμφανίζουν ήπια συμπτώματα από το ανώτερο γαστρεντερικό, όπως π.χ. δυσπεψία, συνήθως πρώιμα στη διαδρομή της θεραπείας, αν και μπορεί να εμφανίσουν πεπτικό έλκος και διάτρηση χωρίς προειδοποιητικά γαστρεντερικά ενοχλήματα. Η συχνότητα των συμπτωματικών ελκών του ανώτερου γαστρεντερικού, της γαστρεντερικής αιμορραγίας και της διάτρησης ανέρχεται περίπου σε 1% σε ασθενείς θεραπευόμενους με ΜΣΑΦ επί 3-6 μήνες και 2-4%, επί 12 μήνες. Η γαστρεντερική αιμορραγία συνοδεύεται από μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα σε οξέως πάσχοντες από άλλες καταστάσεις, στους ηλικιωμένους και σε ασθενείς με αιμορραγικά νοσήματα.
Σε ασθενείς με ενεργό γαστρεντερική αιμορραγία ή πεπτικό έλκος πρέπει να σταθμίζεται το όφελος της θεραπείας με ασεκλοφενάκη σε σχέση με τους πιθανούς κινδύνους, να εφαρμόζεται η κατάλληλη αντιελκωτική αγωγή και να παρακολουθείται προσεκτικά ο ασθενής.
Ηπατοτοξικότητα : Όπως άλλα ΜΣΑΦ, αν και λιγότερο συχνά, η ασεκλοφενάκη μπορεί να προκαλέσει οριακή αύξηση μιας ή περισσότερων λειτουργικών ηπατικών δοκιμασιών. Οι διαταραχές αυτές μπορεί να επιδεινωθούν, να παραμείνουν αμετάβλητες ή να επιστρέψουν σε φυσιολογικά όρια, παρά την συνέχιση του φαρμάκου. Σε <1% των ασθενών, η αύξηση της SGOT και της SGPT προσεγγίζει το 3πλάσιο των ανώτερων φυσιολογικών ορίων.
Συμπτώματα και/ή σημεία ηπατικής δυσλειτουργίας ή ανωμαλίες των ηπατικών δοκιμασιών στη διάρκεια της θεραπείας με ασεκλοφενάκη πρέπει να διερευνώνται, γιατί μπορεί να υποκρύπτουν βαρύτερες ηπατικές αντιδράσεις. Αν και οι αντιδράσεις αυτές είναι σπάνιες, εάν οι διαταραχές των ηπατικών δοκιμασιών επιμένουν ή επιδεινώνονται ή εμφανισθούν κλινικά σημεία και συμπτώματα ηπατικής νόσου ή συστηματικές εκδηλώσεις (π.χ. ηωσινοφιλία, εξάνθημα, κ.ά.), η ασεκλοφενάκη πρέπει να διακόπτεται.
Νοσήματα στα οποία η ασεκλοφενάκη πρέπει να χορηγείται με προσοχή :
- Ιστορικό πεπτικού έλκους, ελκώδους κολίτιδας ή νόσου Crohn
- Αιμορραγική διάθεση ή αιματολογικές διαταραχές
- Διαταραχές της νεφρικής, ηπατικής ή καρδιακής λειτουργίας
- Ανάρρωση από χειρουργικές επεμβάσεις
- Ηπατική πορφυρία (κίνδυνος έξαρσης της νόσου)
16.2.1.16 ΔΟΣΕΙΣ - ΔΟΣΟΛΟΓΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ
Ενήλικες με ρευματικά νοσήματα ή μέτριο έως σοβαρό πόνο : 100 mg per os 2 φορές ημερησίως.
Νεφρική ανεπάρκεια : Σε ασθενείς με ήπια νεφρική ανεπάρκεια η δόση της ασεκλοφενάκης δεν χρειάζεται να τροποποιηθεί.
Ηπατική ανεπάρκεια : Η αρχική δόση της ασεκλοφενάκης συνιστάται να μην υπερβαίνει τα 100 mg ημερησίως.
16.2.1.17 ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ
Εμπορική ονομασία |
Μορφές-περιεκτικότητες |
Κατασκευαστής |
Biofenac |
Tabl. fc 20 x 100 mg |
UCB PHARMA AE |
Sovipan |
Tabl. fc 20 x 100 mg |
SANOFI-WINTHROP ΑE |
16.2.1.18 ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ
Δισκία : Κάθε δισκίο περιέχει 100 mg ασεκλοφενάκης και άλλα, ανενεργή, συστατικά (μικροκρυσταλλική κυτταρίνη, κροσκαρμελλόζη, παλμιτοστεαρικό γλυκερύλιο, ποβιδόνη, υδροξυπροπυλμεθυλκυτταρίνη, στεαρικό πολυοξυαιθυλένιο 40 και διοξείδιο του τιτανίου).
16.2.1.19 ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΛΑΞΗ ΤΩΝ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ
Η ασεκλοφενάκη πρέπει να φυλάσσεται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος (25ο C).
ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΑΣΕΚΛΟΦΕΝΑΚΗΣ
Η ασεκλοφενάκη είναι ισχυρός αναστολέας των προσταγλανδινών, αν και αναστέλλει σε μικρότερο βαθμό τις προσταγλανδίνες του γαστρεντερικού συστήματος και επομένως είναι λιγότερο γαστροτοξική από άλλα ΜΣΑΦ. Ακόμα, είναι λιγότερο ηπατοτοξική από άλλα ΜΣΑΦ και δεν επηρεάζει την νεφρική λειτουργία, γι΄ αυτό και μπορεί να χορηγηθεί τόσο σε ηλικιωμένους, όσο και σε ασθενείς με ήπια νεφρική ανεπάρκεια. Λόγω της ταχείας δράσης και των ισχυρών αναλγητικών αποτελεσμάτων που διαθέτει ενδείκνυται κυρίως σε οξείες παθήσεις, όπως και λόγω της εξαιρετικής της ανοχής σε μακροχρόνια χορήγηση, σε χρόνια νοσήματα.