Ανευρυσματική οστική κύστη
- Απλή οστική κύστη
- Γιγαντοκυτταρικός όγκος
- Δευτεροπαθής ανευρυσματική οστική κύστη συνδεόμενη με υποκείμενο χονδροβλάστωμα ή οστεοβλάστωμα
- Ηωσινόφιλο κοκκίωμα
- Ινώδης δυσπλασία
- Οστεοβλάστωμα
- Σάρκωμα Ewing
- Τηλεαγγειεκτασικό οστεοσάρκωμα
- Φυματίωση