Πόνοι ανάπτυξης
Οι «πόνοι της ανάπτυξης» (growing pains) είναι συχνό, καλόηθες παιδιατρικό νόσημα, χαρακτηριζόμενο από πόνους στα κάτω άκρα, ιδιαίτερα τις κνήμες, οι οποίοι παρουσιάζονται συνήθως τις απογευματινές ώρες ή στη διάρκεια του ύπνου και δεν έχουν οργανικό υπόβαθρο. Πάντως, ο όρος «πόνοι της ανάπτυξης», αν και είναι ακόμα σε χρήση, δεν είναι ακριβής, δεδομένου ότι οι πόνοι αυτοί δεν φαίνεται να σχετίζονται με την φυσιολογική ανάπτυξη του παιδιού για τους εξής λόγους (Growing pains, 1972; Baxter MP and Dulberg C, 1988) :
Δεν εμφανίζονται σε περιόδους ταχείας ανάπτυξης, όπως η αιχμή της εφηβικής ηλικίας, αλλά συνήθως σε μικρότερη ηλικία, Δεν παρουσιάζονται στις περιοχές όπου συντελείται η ανάπτυξη και δεν επηρεάζουν την ανάπτυξη του παιδιού.
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ
Συχνότητα : Οι πόνοι της ανάπτυξης παρατηρούνται στο 10-20% των παιδιών, κυρίως προσχολικής και σχολικής ηλικίας (Oster J and Nielsen A, 1972a; Apley J, 1982; Peterson H, 1986) (ΠΙΝΑΚΑΣ 213).
Στην Αγγλία, σε μία μελέτη 720 υγιών παιδιών, το 4.2% είχε ιστορικό πόνων της ανάπτυξης (Naish JM and Apley J, 1951).
ΠΙΝΑΚΑΣ 213 ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΠΟΝΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥΣ |
||||
Αριθμός ασθενών |
Ηλικία |
Δείγμα ασθενών |
Συχνότητα |
Βιβλιογραφία |
505 |
4-14 |
Νοσοκομειακοί ασθενείς |
33.6% |
Hawksley JC, 1939 |
721 |
4-11 |
Μαθητές |
4.2% |
Naish JM and Apley J, 1951 |
676 |
6-11 |
Μαθητές |
19.8% |
Brenning R, 1960b |
2178 |
6-19 |
Μαθητές |
15.5% |
Oster J and Nielsen A, 1972 |
1445 |
4-6 |
Μαθητές |
36.9% |
Evans AM and Scutter SD, 2004 |
Επίπτωση : Ανάλογα με τον πληθυσμό που έχει μελετηθεί και τον κλινικό ορισμό που έχει χρησιμοποιηθεί, κυμαίνεται σε 4-34% (Hawksley JC, 1931; Naish JM and Apley J, 1951; Brenning R, 1960a; Oster J, 1972a).
Ηλικία : Οι πόνοι της ανάπτυξης είναι συχνότεροι μεταξύ 3ου-5ου έτους της ηλικίας, αλλά μπορεί να παρατηρηθούν ακόμα και έως το 9ο και, σπάνια, μετά το 12ο έτος της ηλικίας (Szer I, 1989).
Φύλο : Οι πόνοι της ανάπτυξης είναι ελαφρώς συχνότεροι στα κορίτσια, παρά τα αγόρια (Naish JM and Apley J, 1951; Brenning R, 1960a; Oster J, 1972a, Abu-Arafeh I and Russell G, 1996).
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ. Οι πόνοι της ανάπτυξης είναι άγνωστης αιτιολογίας, αλλά δεν υποκρύπτουν σοβαρά νοσήματα. Συνδέονται με κόπωση, σύνδρομο ανήσυχων ποδιών (Oster J, 1972a; Manners P, 1999) και ήπιες ορθοπεδικές και στατικές ανωμαλίες ή αποδίδονται σε συναισθηματικές και ψυχογενείς διαταραχές. Συχνά, «πόνους της ανάπτυξης» έχει και ένα ή περισσότερα μέλη της οικογένειας ή οικογενειακοί φίλοι του παιδιού.
Τα παιδιά με πόνους της ανάπτυξης έχουν χαμηλότερο «ουδό» στον πόνο, με αυξημένη μυϊκή ευαισθησία παρόμοια με την παρατηρούμενη στην ινομυαλγία (Hashkes DJ, 2004), ένδειξη ότι οι πόνοι της ανάπτυξης είναι μέρος των εκδηλώσεων ενός επώδυνου φλεγμονώδους συνδρόμου.
Το 1/3 περίπου των παιδιών με πόνους της ανάπτυξης έχουν και άλλους υποτροπιάζοντες πόνους (κεφαλαλγίες, κοιλιακό πόνο) (Oster J, 1972b; Lavigne JV et al, 1986; Abu-Arafeh I and Russell G, 1996; Oberklaid F et al, 1997; Aromaa M et al, 2000). Σε μία μελέτη, τα παιδιά με υποτροπιάζουσες κεφαλαλγίες (εξ ων το 45% είχαν επίσης και πόνους της ανάπτυξης) είχαν μεγαλύτερη ευαισθησία στον πόνο, εντονότερη αντίδραση σε αγχογόνους παράγοντες και περισσότερα καταθλιπτικά συμπτώματα (Aromaa M et al, 2000).
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ. Τα συμπτώματα κυμαίνονται από ήπιους νυγμούς έως έντονο πόνο παρόμοιο με κράμπα, τα οποία παρουσιάζονται συνήθως στη διάρκεια της νύχτας στα κάτω άκρα και συχνά βαθειά μέσα στους μηρούς, την κνήμη ή την γαστροκνημία ή στην οπίσθια επιφάνεια του γόνατος. Πολύ λιγότερο συχνά εντοπίζονται στους βουβώνες, την ράχη ή τα άνω άκρα.
Οι πόνοι είναι αμφοτερόπλευροι και συνήθως δεν εντοπίζονται στις αρθρώσεις. Σχεδόν ουδέποτε συνοδεύονται από χωλότητα και δεν επηρεάζουν τις δραστηριότητες. Μπορεί να εμφανισθούν μετά από ασκήσεις και ανακουφίζονται συνήθως με χειρομαλάξεις. Παρατηρούνται τις απογευματικές ή βραδινές ώρες και συχνά διακόπτουν τον ύπνο, αλλά τις πρωϊνές ώρες εξαφανίζονται. Μερικά παιδιά έχουν πόνους σχεδόν κάθε βράδυ. Τα συμπτώματα είναι διαλείποντα με περιόδους ημερών ή εβδομάδων ελεύθερων από πόνους και συνήθως υποχωρούν μετά από 2 χρόνια.
Τα εργαστηριακά και ακτινολογικά ευρήματα είναι όλα φυσιολογικά. Η κλινική εξέταση είναι επίσης φυσιολογική, και δεν αποκαλύπτει ενδείξεις κακώσεων, διόγκωση των αρθρώσεων, ερύθημα, ελάττωση του εύρους κίνησης, χωλότητα ή ευαισθησία.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ. Η διάγνωση των «πόνων της ανάπτυξης» γίνεται εξ αποκλεισμού άλλων, οργανικών και μη, αιτίων, τα οποία προκαλούν πόνους στα κάτω άκρα και με βάση ορισμένα κλινικά κριτήρια (Naish JM and Apley J, 1951) (ΠΙΝΑΚΑΣ 214).
ΠΙΝΑΚΑΣ 214 ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΟΝΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ |
1. Ιστορικό πόνου διάρκειας ≥ 3 μηνών 2. Μεσοδιαστήματα ηρεμίας διάρκειας ημερών, εβδομάδων ή μηνών 3. Πόνος ο οποίος παρουσιάζεται τις απογευματινές ή νυχτερινές ώρες ή αφυπνίζει το παιδί στη διάρκεια της νύχτας 4. Πόνος έντασης ικανής να διακόπτει δραστηριότητες, όπως ο ύπνος 5. Πόνος μη συνδεόμενος ειδικά με την άρθρωση 6. Φυσιολογική κλινική εξέταση 7. Φυσιολογικές εργαστηριακές εξετάσεις και απλές ακτινογραφίες |
ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ. Η διαφορική διάγνωση των διαλειπόντων πόνων στα κάτω άκρα περιλαμβάνει αναρίθμητα αίτια (ΠΙΝΑΚΑΣ 215). Τα κυριότερα απ΄αυτά που πρέπει να αποκλείονται από την διαφορική διάγνωση είναι :
Κακώσεις (ιδιαίτερα σύνδρομα υπέρχρησης και κατάγματα κόπωσης)
Ογκοι των οστών
Κακοήθη αιματολογικά νοσήματα (π.χ. λευχαιμία)
Λοιμώξεις (ιδιαίτερα εάν έχουν θεραπευθεί πλημμελώς με αντιβιοτικά)
Οστεονέκρωση (π.χ. νόσος Legg-Calve-Perthes)
Μεταβολικά νοσήματα (π.χ. ραχίτιδα)
Δρεπανοκυτταρική αναιμία
Αγγειακή ανεπάρκεια
Τα περισσότερα από τα νοσήματα αυτά μπορούν να αποκλεισθούν με βάση το ιστορικό και την κλινική εξέταση. Μερικά χρειάζονται εργαστηριακές ή/και άλλες παρακλινικές εξετάσεις (απλές ακτινογραφίες, σπινθηρογράφημα οστών, κ.λ.π.).
Οι όγκοι, ιδιαίτερα των οστών, μπορεί να δυσκολεύουν σημαντικά την διάκριση από τους πόνους της ανάπτυξης, γιατί προκαλούν συχνά πόνους στη διάρκεια της νύχτας.
ΠΙΝΑΚΑΣ 215 ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΠΟΝΟΥ ΣΤΑ ΚΑΤΩ ΑΚΡΑ ΣΤΑ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ |
Κακώσεις |
ACL complex ή ρήξη συνδέσμων Κατάγματα stress και παθολογικά κατάγματα Παιδική κακομεταχείριση Κακώσεις οστών Κάκωση μηνίσκου/δισκοειδής μηνίσκος |
Κολλαγονικά νοσήματα |
Δερματομυοσίτιδα Καλοήθης υπερευλυγισία Νεανική αρθρίτιδα Οξύς ρευματικός πυρετός Σκληρόδερμα |
Λοιμώξεις |
Οστεομυελίτιδα Παρασιτικές μυαλγίες Σηπτική αρθρίτιδα Αντιδραστική αρθρίτιδα |
Νεοπλάσματα |
Ανευρυσματική οστική κύστη Γιγαντοκυτταρικός όγκος Λευχαιμίες/λεμφώματα Μεταστατικό νευροβλάστωμα Μονόχωρη οστική κύστη Οστεοειδές οστέωμα Οστεογενετικό σάρκωμα Σάρκωμα Ewing Σαρκώματα μαλακών μορίων |
Αγγειακά |
Αγγειακές δυσπλασίες Εμφρακτα δρεπανοκυτταρικής αναιμίας Αιμορροφιλία–αιματώματα/αρθρικές συλλογές/ψευδο-όγκοι |
Σύνδρομα διαμερίσματος |
Πόνος πρόσθιας επιφάνειας γόνατος |
Νόσος Osgood-Schlatter Σύνδρομο επιγονατιδομηριαίου πόνου Νόσος Sinding-Larson-Johansson |
Πόνος αναφερόμενος από το ισχίο |
Νόσος Legg-Calve-Perthes Επιφυσιολίσθηση Άλλες παθήσεις του ισχίου |
Διάφορα |
Σωματοτρεπτικά νοσήματα Σύνδρομο ανήσυχων ποδιών |
Ο πόνος ο συνδεόμενος με πρωτοπαθή νοσήματα των οστών αρχικά συνήθως είναι διαλείπων και επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου, αν και στο σάρκωμα του Ewing μπορεί να εξαφανισθεί αυτομάτως επί εβδομάδες ή μήνες. Οι οστικοί όγκοι μπορεί επίσης να παρουσιάζονται με ψηλαφητή μάζα.
Τα παιδιά με λευχαιμία συνήθως έχουν και άλλα συμπτώματα, όπως πυρετό, ωχρότητα ή απώλεια βάρους.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ. Οι γονείς και το παιδί πρέπει να ενημερώνονται για την καλοήθη φύση των ενοχλημάτων (Cassel EJ, 1982). Το παιδί δεν χρειάζεται να περιορίσει τις φυσιολογικές του δραστηριότητες. Ακόμα, ο πόνος δεν πρέπει να επηρεάζει τις συνηθισμένες φυσικές και κοινωνικές δραστηριότητές του (Frazer CH and Rappaport LA, 1999).
Οι οξείες επώδυνες κρίσεις ανακουφίζονται με ήπιες χειρομαλάξεις, με/ή χωρίς αναλγητικά (π.χ. ασπιρίνη, ακεταμινοφαίνη) και θερμά επιθέματα. Εάν παρουσιάζονται σχεδόν καθημερινά μπορεί να χορηγηθεί ακεταμινοφαίνη ή ένα ΜΣΑΦ (π.χ. ναπροξένη, ιμπουπροφαίνη) τις απογευματινές ώρες για να προληφθούν οι νυχτερινές κρίσεις.
Οι διατάσεις των τετρακεφάλων, της γαστροκνημίας και των οπίσθιων μηριαίων μυών, εάν γίνονται 2 φορές την ημέρα επί 10΄, μειώνουν θεαματικά την συχνότητα των επεισοδίων του πόνου και επιταχύνουν την ύφεση των συμπτωμάτων (Baxter MP and Dulberg C, 1988).