Oenothera biennis
OENOTHERA BIENNIS
Οικογένεια : Onagraceae
Κοινή ονομασία : Evening primrose, evening star, sun drop
Ελληνική ονομασία : Ηράνθεμο ή νυχτολούλουδο
Συνώνυμα : Weedy evening-primrose, German rampion, hog weed, King's cure-all, fever-plant
Ιδιότητες
Η Oenothera biennis είναι ένα είδος φυτού Oenothera, ιθαγενές της Ανατολικής και Κεντρικής Βόρειας Αμερικής, από το Newfoundland δυτικά έως την Alberta, νοτιοανατολικά έως την Φλόριδα και νοτιοδυτικά έως το Τέξας και ευρέως πολιτογραφημένο σε άλλες εύκρατες και υποτροπικές περιοχές. Από το φυτό αυτό παράγεται το έλαιο του ηράνθεμου (evening primrose oil).
Περιγραφή φυτού
Η Oenothera biennis είναι ένα ετήσιο ή διετές φυτό, το οποίο φθάνει σε ύψος τα 30-150 εκ. Τα φύλλα του είναι λογχοειδή, έχουν μήκος 5- 20 εκ. και πλάτος 1-2.5 εκ. και σχηματίζουν μια σφιχτή ροζέτα τον 1ο χρόνο και διατάσσονται σπειροειδώς, τον 2ο χρόνο της ζωής του. Τα άνθη του είναι ερμαφρόδιτα, κίτρινα, έχουν διάμετρο 2.5-5 εκ. με 4 δίλοβα πέταλα και ζουν μόνο μέχρι το επόμενο μεσημέρι. Ανοίγουν γρήγορα τις απογευματινές ώρες, δίνοντας ένα εντυπωσιακό θέαμα, εξ ού και η ονομασία «evening primrose» (νυχτολούλουδο). Οι καρποί έχουν σχήμα κάψουλας, μήκος 2–4 cmκαι πλάτος 4–6 mmκαι περιέχουν πολλούς, μικρούς, μακρόστενους σπόρους, οι οποίοι απελευθερώνονται όταν η κάψουλα σπάει σε 4 κομμάτια στη φάση της ωρίμανσης.
ΧΗΜΕΙΑ
Οι σπόροι του ηράνθεμου περιέχουν 14% έλαιο ηράνθεμου, το οποίο περιέχει 50-70% cis –λινολικό οξύ και 7-10% cis -GLA.
Αλλα συστατικά
- Cis -6,9,12-οκταδεκατριενοϊκό οξύ
- Στεροειδή
- Καμπεστερόλη
- β-σιτοστερόλη
- Ολεϊκό, παλμιτικό και στεαρικό οξύ (σε μικρές ποσότητες)
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ
Πολλαπλή σκλήρυνση
Σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση το έλαιο του ηράνθεμου μπορεί να καθυστερήσει την πρόοδο της αναπηρίας και να βελτιώσει την βαρύτητα και διάρκεια των υποτροπών. Αλλοι όμως δεν έχουν διαπιστώσει κάποιο όφελος με την χρήση του [Namazi MR, 2004; Schwarz S and Leweling H, 2005].
Ρευματοειδής αρθρίτιδα
Κλινικές μελέτες
Belch JJ F et al, 1988
Είδος μελέτης: 49 ασθενείς με ΡΑ ακολούθησαν μία από τις εξής θεραπείες επί 12 μήνες : έλαιο ηράνθεμου (12 κάψουλες ημερησίως, ισοδύναμες με 540 mg γ-λινολενικού οξέος), έλαιο ηράνθεμου και ιχθυέλαια (12 κάψουλες ημερησίως, ισοδύναμες με 450 mg γ-λινολενικού οξέος και 240 mg εϊκοσαπενταενοϊκού οξέος) ή placebo.
Αποτέλεσμα: Οι ασθενείς και των 3 ομάδων εμείωσαν σημαντικά την κατανάλωση ΜΣΑΦ, αλλά δεν είχαν σημαντικές μεταβολές των κλινικών ή εργαστηριακών παραμέτρων [Belch JJF et al, 1988].
Brzeski M et al, 1991
Είδος μελέτης : 40 ασθενείς με ΡΑ έλαβαν είτε 6 γρ. ελαίου ηράνθεμου ημερησίως (το οποίο περιέχει 540 mg γ-λινολενικού οξέος), είτε πλασέμπο επί 6 μήνες [Brzeski M et al, 1991].
Αποτέλεσμα : Τόσο οι ασθενείς που πήραν έλαιο ηράνθεμου, όσο και πλασέμπο είχαν σημαντική βελτίωση του αρθρικού δείκτη μετά από 6 μήνες, ενώ οι ασθενείς που πήραν πλασέμπο είχαν επιπρόσθετα και σημαντική ανακούφιση από τον πόνο.
Olendzki BC et al, 2011
Σε μία διπλή - τυφλή μελέτη διάρκειας 18 μηνών σε ασθενείς με ΡΑ η θεραπεία με έλαιο βοράγου, ιχθυέλαια ή συνδυασμό των 2 αυτών ελαίων βελτίωσε το λιπιδαιμικό προφίλ στον ίδιο βαθμό και στις 3 ομάδες των ασθενών [Olendzki BC et al, 2011].
Ανασκοπήσεις κλινικών μελετών
Μία ανασκόπηση τυχαιοποιημένων μελετών (Cochrane) υποστηρίζει ότι το έλαιο του ηράνθεμου, παρά την σχετικά χαμηλή ποιότητα των μελετών που περιελήφθησαν σ' αυτήν, μειώνει την πρωϊνή δυσκαμψία και την ευαισθησία των αρθρώσεων και ανακουφίζει από τον πόνο σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα [Little CV and Parsons T, 2000].
Σύμφωνα με ανασκόπηση τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων μελετών το γ-λινολενικό οξύ (GLA), σε δόσεις ≥ 1400 mg ημερησίως, ανακουφίζει από τα ρευματικά ενοχλήματα, ενώ, σε δόσεις 500 mg, δεν έχει αποτέλεσμα [Cameron M et al, 2009].
Μία νεότερη ανασκόπηση τυχαιοποιημένων μελετών υποστηρίζει ότι υπάρχουν μέτριες ενδείξεις ότι τα έλαια που περιέχουν GLA (ηράνθεμο, βόραγο ή σπορέλαιο φραγκοστάφυλου) προσφέρουν κάποια ανακούφιση από τα συμπτώματα της ΡΑ [Cameron M et al, 2011].
Καρδιαγγειακά νοσήματα
Το έλαιο ηράνθεμου μειώνει την συγκόλληση των αιμοπεταλίων.
To λινολικό οξύ μπορεί να προστατεύει από τα ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια [Iso H et al, 2002].
Διαβητική νευροπάθεια
Το έλαιο ηράνθεμου βελτιώνει τα συμπτώματα της διαβητικής νευροπάθειας [Ford I et al, 2001; Halat KM and Dennehy CE, 2003].
Δυσλεξία/εγκεφαλική ανάπτυξη
To έλαιο ηράνθεμου μπορεί να βελτιώσει την ανάγνωση, την συμπεριφορά και την ορθογραφία σε παιδιά με δυσλεξία [Stordy BJ, 2000; Richardson AJ and Montgomery P, 2005]
Παρόμοια, μία ανοιχτή μελέτη διεπίστωσε ότι το έλαιο ηράνθεμου σε συνδυασμό με ιχθυέλαια βελτιώνει την δυσλεξία [Lindmark L and Clough P, 2007].
Οφθαλμολογικές καταστάσεις
Σε μία διπλή – τυφλή, πλασέμπο ελεγχόμενη τυχαιοποιημένη μελέτη διάρκειας 6 μηνών, η θεραπεία με μεγάλες δόσεις GLA (εκχυλισμένου από έλαιο ηράνθεμου) δεν εμείωσε την κόπωση σε 90 ασθενείς με πρωτοπαθές σύνδρομο Sjogren [Theander E et al, 2002].
Σε μία τυχαιοποιημένη μελέτη διάρκειας 45 ημερών, 13 ασθενείς με ξηρή κερατοεπιπεφυκίτιδα θεραπεύθηκαν με LA (28.5 mg) και GLA (15 mg) 2 φορές ημερησίως και τεχνητά δάκρυα και άλλοι 13 ασθενείς, με πλασέμπο και υποκατάστατο δακρύων. Η θεραπεία με LA και GLA και τεχνητά δάκρυα εμείωσε την επιφανειακή οφθαλμική φλεγμονή και βελτίωσε τα συμπτώματα της ξηροφθαλμίας, συγκριτικά με πλασέμπο [Barabino S et al, 2003].
Σε μία τυχαιοποιημένη, διπλή–καλυμμένη, πλασέμπο ελεγχόμενη μελέτη 76 γυναικών που φορούσαν φακούς επαφής, το έλαιο του ηράνθεμου, χορηγούμενο per os, βελτίωσε σημαντικά τα συμπτώματα της ξηροφθαλμίας [Kokke KH et al, 2008].
Φλεγμονή
Η τοπική χρήση έλαιου ηράνθεμου μπορεί να μειώσει τις τοπικές αντιδράσεις που προκαλούν οι υποδόριες ενέσεις 5-αζασιτιδίνης [Platzbecker U et al, 2010].
Ουρολιθίαση
Το έλαιο ηράνθεμου μπορεί να αυξήσει την νεφρική απέκκριση του κιτρικού [Rodgers A et al, 2009].
ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Το έλαιο ηράνθεμου μπορεί να αλληλεπιδράσει με την λοπιναβίρη, εκτοξεύοντάς την σε τοξικά επίπεδα [Beukel van den Bout - van den CJ et al, 2008].
ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
Σε ασθενείς με σχιζοφρένεια το έλαιο ηράνθεμου μπορεί να μειώσει τον ουδό των σπασμών
Λιπιδική πνευμονία έχει αναφερθεί σε έναν ασθενή που έπαιρνε μακροχρόνια έλαιο ηράνθεμου [Rabahi MF et al, 2010]
ΤΟΞΙΚΟΛΟΓΙΑ
Το έλαιο ηράνθεμου δεν φαίνεται να είναι τοξικό, καρκινογόνο ή τερατογόνο.
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ - ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ
Κύηση - γαλουχία
Πληροφορίες για την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του έλαιου ηράνθεμου στην διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας δεν υπάρχουν.
Μελέτες σε πειραματόζωα, τόσο in vitro, όσο και in vivo, υποστηρίζουν ότι το έλαιο του ηράνθεμου μπορεί να αναστείλει την λειτουργία των αιμοπεταλίων στα νεογνά [Wedig KE and Whitsett JA, 2008]. Ένα νεογνό εμφάνισε παροδικές πετέχειες μίαν εβδομάδα πριν από την γέννησή του, όταν η μητέρα του χρησιμοποίησε perosκαι ενδοκολπικά έλαιο ηράνθεμου για την ωρίμανση του τραχήλου.
Το λινολεϊκό οξύ και το GLA φυσιολογικά απεκκρίνονται στο μητρικό γάλα, γι΄αυτό και πιθανώς το έλαιο του ηράνθεμου προσλαμβάνεται από τα βρέφη που θηλάζουν.
ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ
Evening Primrose Oil 1300
Κάθε κάψουλα παρέχει1300 mg Evening Primrose Oil : Λινολεϊκό οξύ(LA) - 910 mg, γ-λινολενικό οξύ (GLA) - 100 mg, άλλα λιπαρά οξέα- 290 mg.
Evening Primrose Oil 1000 mg (NATURALLE)
Ενεργά συστατικά: γ-λινολενικό οξύ 10%
Δόση : 1 – 2 κάψουλες ημερησίως
GNC Women's Evening Primrose Oil 500
Κάθε κάψουλα παρέχει1.000 mg Evening Primrose Oil : λινολεϊκό οξύ700 mg και γ-λινολενικό οξύ 80 mg.
ΔΟΣΕΙΣ
Ενήλικες : 6-8 g/24ωρο
Παιδιά : 2-4 g/24ωρο
Ως συμπλήρωμα, η μέγιστη συνιστώμενη ημερήσια δόση του έλαιου του ηράνθεμου είναι περίπου 4 g (300-360 mg GLA).
Σε γυναίκες ηλικίας 19-30 ετών η συνιστώμενη πρόσληψη λινολεϊκού οξέος και α-λινολενικού οξέος είναι 12 g και 1.1 g, αντίστοιχα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το έλαιο του ηράνθεμου είναι πλούσιο σε πολυακόρεστα ωμέγα – 6 λιπαρά οξέα, τα οποία μειώνουν τον πόνο και την φλεγμονή, χωρίς σοβαρές επιπλοκές
Σύμφωνα με τις κλινικές μελέτες που έχουν γίνει, αλλά και τις ανασκοπήσεις των τυχαιοποιημένων μελετών, μειώνει την πρωϊνή δυσκαμψία και την ευαισθησία των αρθρώσεων και ανακουφίζει από τον πόνο σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα
Πάντως, δεν φαίνεται να τροποποιεί την μακροπρόθεσμη δραστηριότητα της νόσου, γι΄αυτό και πρέπει να συνδυάζεται με την συμβατική θεραπεία