Ιερολαγονίτιδα
Οι ασθενείς με συμπτώματα από τις ιερολαγόνιες παραπονούνται για εντοπισμένο πόνο στον γλουτό, ο οποίος ακτινοβολεί στη ράχη ή τον μηρό και την γαστροκνημία, δοθέντος ότι οι ιερολαγόνιοι σύνδεσμοι προέρχονται από το 1ο και 2ο ιερό τμήμα.
Kύριο σύμπτωμα της οξείας ιερολαγονίτιδας ή της οστεομυελίτιδας του ιερού ή του λαγονίου είναι πόνος εντοπισμένος στην περιοχή των ιερολαγονίων. Ο ασθενής συνήθως τοποθετεί τον αντίχειρά του απευθείας πάνω στο εντύπωμα της πρόσθιας άνω λαγόνιας άκανθας (sacral sulcus) και μπορεί με ακρίβεια να αναπαράγει τον πόνο στο σημείο αυτό (σημείο Fortin finger).
Εάν ο πόνος στην οσφύ ή τον γλουτό είναι περισσότερο διάχυτος ή εντοπίζεται στο σκέλος μάλλον δεν προέρχεται από τις ιερολαγόνιες. Ακόμα, δεν σχετίζεται με την κόπωση, και τα συμπτώματα, αν και συχνά εναλλάσσονται από τον ένα γλουτό στον άλλο, δεν παρουσιάζονται ταυτόχρονα και στους δύο γλουτούς.
Εάν έχει προσβολή των ιερολαγονίων, ο ασθενής, όταν στέκεται όρθιος, φορτίζει την υγιή πλευρά για να ανακουφίσει την άρθρωση από την πίεση, ενώ, εάν έχει προσβολή του ισχίου, ο μηρός του είναι σε κάμψη και η λεκάνη, σε περιστροφή. Οι κινήσεις είναι περισσότερο επώδυνες εάν υπάρχει προσβολή των ιερολαγονίων, παρά του ισχίου, και μεγαλύτερη ανακούφιση προσφέρει η απόλυτη ανάπαυση στην πρώτη περίπτωση, παρά στη δεύτερη.
Σε περιπτώσεις ιερολαγονίτιδας, αισθητικές και κινητικές διαταραχές στα κάτω άκρα απουσιάζουν και τα αντανακλαστικά είναι φυσιολογικά. Ενίοτε όμως η ιερολαγονίτιδα ενίοτε συνοδεύεται από αδυναμία λόγω του πόνου που προκαλεί ή μυική ανισορροπία η οποία δημιουργείται στην διάρκεια των επεισοδίων του πόνου και της σχετικής έλλειψης των δραστηριοτήτων. Πραγματική νευρογενής αδυναμία, αιμωδία ή κατάργηση των αντανακλαστικών, πρέπει να βάζει στην σκέψη βλάβη νευρικής ρίζας, παρά μηχανική δυσλειτουργία. Η επισκόπηση συχνά αποκαλύπτει ασυμμετρία στο ύψος της λεκάνης, ένδειξη ετερόπλευρου περιορισμού της κινητικότητας της μιάς ή και των δύο ιερολαγονίων αρθρώσεων.
Διάκριση προσβολής ισχίου από προσβολή των ιερολαγονίων :
Τα νοσήματα των ιερολαγονίων συχνά αποδίδονται σε παθήσεις του ισχίου. Η διάκρισή τους μπορεί να γίνει από τα εξής σημεία :
- Ο πόνος ο προερχόμενος από τις ιερολαγόνιες εντοπίζεται πίσω από την άρθρωση του ισχίου ή αναφέρεται στον μηρό, το γόνατο ή την κνήμη. Οταν εντοπίζεται στο γόνατο, η απουσία άλλων συμπτωμάτων προσβολής του ισχίου, πρέπει να στρέφει την προσοχή σε άλλες καταστάσεις.
- Στα πρώιμα στάδια προσβολής των ιερολαγονίων δεν παρατηρείται κάμψη του μηρού στην λεκάνη και λόρδωση, ενώ στην προσβολή του ισχίου τα συμπτώματα αυτά είναι πρώιμα και συνεχή
- Εάν έχουν προσβληθεί οι ιερολαγόνιες, η κινητικότητα του ισχίου, όταν η λεκάνη είναι ακινητοποιημένη, είναι πλήρης, ελεύθερη και ανώδυνη.
- Εάν έχει προσβληθεί το ισχίο, η λεκάνη δεν κινείται μαζί με τον μηρό, σε αντίθεση με την προσβολή του ισχίου, όπου κινείται.
- Εάν πάσχει η ιερολαγόνια, δεν προκαλείται πόνος με την πίεση μπροστά από την άρθρωση του ισχίου, κάτω από τον βουβωνικό σύνδεσμο ή πίσω στον μείζονα τροχαντήρα
- Πίεση στο ιερό ή προσπάθεια περιστροφής του οστού πάντα προκαλεί πόνο σε περιπτώσεις προσβολής των ιερολαγονίων
- Σε περιπτώσεις προσβολής των ιερολαγονίων παρατηρείται πάντοτε ευαισθησία με την πίεση πάνω από την άρθρωση, όχι όμως σε μη επιπλακείσα νόσο του ισχίου
- Εάν έχει προσβολή των ιερολαγονίων (π.χ. στην αγκυλοποιητική σπονδυλαρθροπάθεια), ο ασθενής παρουσιάζει πάντοτε οξείες προσβολές πόνου στην διάρκεια της νύχτας που τον αφυπνίζουν, ενώ εάν το πρόβλημα εντοπίζεται στο ισχίο οι προσβολές αυτές απουσιάζουν
- Εάν έχουν προσβληθεί οι ιερολαγόνιες, τα κάτω άκρα δεν βραχύνονται, αλλά βραχύνονται σε περιπτώσεις προχωρημένης προσβολής του ισχίου