Έρευνα

Γνωρίζετε αν διατρέχετε κίνδυνο οστεοπόρωσης;:

Εξάνθημα συστηματικής ΝΙΑ

Εξάνθημα παρόμοιο με της συστηματικής ΝΙΑ παρατηρείται και σε άλλα νοσήματα (όγκοι εκκρίνοντες κατεχολαμίνες, λευχαιμία, κ. ά.), γι’ αυτό και το τυπικό εξάνθημα της συστηματικής ΝΙΑ δεν πρέπει να απομακρύνει την σκέψη από άλλα νοσήματα, αν και η απουσία οποιουδήποτε εξανθήματος πρέπει να θέτει την διάγνωση της συστηματικής ΝΙΑ υπό αμφισβήτηση.

ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΕΞΑΝΘΗΜΑΤΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗΣ ΝΙΑ :

  • Οξύς ρευματικός πυρετός
  • Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
  • Αγγειΐτιδες (οζώδης πολυαρτηρίτιδα, αγγειΐτιδα από υπερευαισθησία, πορφύρα Henoch-Schonlein, νόσος Kawasaki)
  • Ιογενείς λοιμώξεις (ερυθρά, ηπατίτιδα Β, ιός Δυτικού Νείλου, ECHΟ)
  • Άλλες λοιμώξεις (στρεπτόκοκκος, τοξόπλασμα, ρικέττσια conorii, candida albicans)
  • Οξεία λευχαιμία
  • Αλλεργικό εξάνθημα από αμπικιλλίνη
  • Όγκοι εκκρίνοντες κατεχολαμίνες.Το εξάνθημα μπορεί σπάνια να παρατηρηθεί και σε παιδιά με πολυαρθρική ΝΙΑ, πιθανώς όμως ουδέποτε σε παιδιά με κλασική ολιγοαρθρική ΝΙΑ. Όταν συνοδεύεται από πυρετό άγνωστης αιτιολογίας, πρέπει να βάζει στη σκέψη την ΝΙΑ, ιδιαίτερα όταν το παιδί έχει επίσης αρθραλγίες, λεμφαδενοπάθεια, σπληνομεγαλία ή λευκοκυττάρωση και έχουν αποκλεισθεί άλλα αίτια (Calabro JJ and Marchesano JM, 1967).

Εάν ο κλινικός γιατρός είναι εξοικειωμένος με το εξάνθημα, μπορεί να θέσει την διάγνωση της συστηματικής ΝΙΑ μόνο από το εξάνθημα και τον πυρετό. Το εξάνθημα της ΝΙΑ είναι εντυπωσιακά εφήμερο, μη κνιδωτικό και παραμένει μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι εκδηλώσεις αυτές είναι χαρακτηριστικές και επιτρέπουν την διάκρισή του από άλλα συνηθισμένα εξανθήματα της παιδικής ηλικίας ή φαρμακευτικές αντιδράσεις. Εάν το εξάνθημα που συνοδεύει τον πυρετό και την αρθρίτιδα είναι ψωριασικού τύπου ή μοιάζει με μολυσματικό κηρίο, τότε μάλλον πρόκειται για σύνδρομο Reiter.

Οι επιπτώσεις της τοπικής ή συστηματικής θεραπείας στο εξάνθημα έχουν μικρή διαγνωστική αξία. Το εξάνθημα δεν επηρεάζεται από αντιρευματικά φάρμακα, αντιϊσταμινικά, αλοιφή υδροκορτιζόνης και ενδοδερμική έγχυση υδροκορτιζόνης, αν και μπορεί να υφεθεί επί 2-4 ημέρες μετά από ενδοδερμική ένεση υαλουρονιδάσης (Bywaters EGL and Isdale IC, 1956).

Οξύς ρευματικός πυρετός :Το παρυφώδες ερύθημα του ΟΡΠ μπορεί να συγχυθεί με τις μεγαλύτερες κηλίδες με ωχρό κέντρο που μερικές φορές παρατηρούνται στη ΝΙΑ. Υπέρ της ΝΙΑ συνηγορούν το μικρότερο μέγεθος των κηλίδων, η εντόπιση του εξανθήματος στο πρόσωπο, τις παλάμες ή τα πέλματα (περιοχές όπου σπάνια εντοπίζεται το παρυφώδες ερύθημα) και η μεγάλη διάρκεια ζωής του εξανθήματος.

Ιστολογικά, το εξάνθημα του ΟΡΠ είναι εντονότερο από το ρευματοειδές, λόγω του έντονου οιδήματος και του μεγαλύτερου αριθμού των ουδετεροφίλων, που συχνά είναι σε προχωρημένο στάδιο διάσπασης (Bywaters EGL and Isdale IC, 1956).

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος : Το εξάνθημα του ΣΕΛ, όταν εντοπίζεται στους βραχίονες και το πρόσωπο, μπορεί να υποδύεται ρευματοειδές εξάνθημα, αλλά δεν είναι εφήμερο και δεν εμφανίζεται τακτικά παράλληλα με τον πυρετό.

Αγγειΐτιδες : Στα πρώιμα στάδια της πολυαρτηρίτιδας, της αγγειΐτιδας από υπερευαισθησία και της πορφύρας Henoch-Schonlein, μπορεί να παρατηρηθεί κηλιδώδες ερύθημα στον κορμό και το πρόσωπο, αλλά η πορφύρα που απαντάται συχνά στα νοσήματα αυτά επιτρέπει την διάκρισή τους από το ρευματοειδές εξάνθημα (Bywaters EGL et al, 1957; Roberts FB and Fetterman GH, 1963; Winkelmann RK and Ditto WB, 1964).

Λευχαιμία : Πετέχειες και άλλες κνιδωτικές αλλοιώσεις μπορεί να παρατηρηθούν στη  ΝΙΑ (Good RA et al, 1961), αλλά και να υποκρύπτουν λευχαιμία.

Ερυθρά : Το εξάνθημα της ερυθράς μπορεί να συγχυθεί με το εξάνθημα της ΝΙΑ (Chambers RJ and Bywaters EGL, 1963). Η σχεδόν πλήρης απουσία ουδετεροφίλων στο αρθρικό υγρό βοηθά στην διάκριση της υμενίτιδας της συνδεόμενης με λοίμωξη από ιό της ερυθράς από την ΝΙΑ (Chambers RJ and Bywaters EGL, 1963).

Λοίμωξη από ιό του Δυτικού Νείλου : Εκδηλώνεται με οίδημα της οπτικής θηλής, μηνιγγιτισμό, έντονες κεφαλαλγίες, υψηλό πυρετό, λεμφαδενοπάθεια και κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα. Το ΕΝΥ δείχνει αύξηση των λευκωμάτων και πολυμορφοπυρήνωση. Η νόσος διαρκεί 1-2 εβδομάδες και υποχωρεί πλήρως.

Συστηματική καντιτίαση, σε άτομα με λευχαιμία ή λέμφωμα.

Αλλεργικό εξάνθημα από αντιβιοτικά (αμπικιλλίνη)

Κηλιδοβλατιδώδηςπυρετός (Mediterranean spotted fever). Οφείλεται στη ρικέττσια conorii και μεταδίδεται στον άνθρωπο με δήγμα εντόμου. Εκδηλώνεται με πυρετό, μυαλγίες, κεφαλαλγία, ηπατομεγαλία και σπληνομεγαλία και γενικευμένο κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα. Η διάγνωση γίνεται με την θετική αντίδραση Weil-Felix και την ανεύρεση μέλαινας κηλίδας στο σημείο του δήγματος.

Λοίμωξη από ιό ECHO : Εκδηλώνεται με κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα, χαμηλό πυρετό, κοιλιακό πόνο και ήπια διάρροια. Η διάγνωση γίνεται με την απομόνωση του ιού στα κόπρανα.

Επίκτητη τοξοπλάσμωση : Εκδηλώνεται με πυρετό, κακουχία, λεμφαδενοπάθεια, σπληνομεγαλία και κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα

Νόσος Kawasaki : Μπορεί να εκδηλωθεί με πονόλαιμο, υψηλό πυρετό, λεμφαδενοπάθεια, ηπατομεγαλία, προσβολή των βλεννογόνων, οίδημα του προσώπου, των χεριών και των ποδιών και διάχυτο ερυθηματώδες κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα (Olgun N et al, 1992; Mekmullica J et al, 2005).

Μηνιγγιτιδοκοκκική αρθρίτιδα : Δεν είναι ασυνήθιστη και οφείλεται σε σηπτική διείσδυση του μικροβίου σε αρθρώσεις ή αποτελεί αλλεργική εκδήλωση. Η πρωτοπαθής μηνιγγιτιδοκοκκική αρθρίτιδα είναι σπάνιος τύπος σηπτικής αρθρίτιδας και δεν συνδυάζεται με άλλες εκδηλώσεις μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου. Παρατηρείται κυρίως στα αγόρια.

Η προσβολή αφορά συνήθως μεγάλες αρθρώσεις, κυρίως τα γόνατα και τις ποδοκνημικές, και συχνά είναι πολυαρθρική. Ενίοτε ακολουθεί ή εμφανίζεται ταυτόχρονα με λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού και συνοδεύεται από κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα. Ιστολογικά το εξάνθημα αποτελείται από οιδηματώδεις κολλαγόνες ίνες. Σε οξείες καταστάσεις, μπορεί να παρατηρηθεί περιαγγειακή κυτταρική διήθηση της ανώτερης στιβάδας του χορίου κυρίως από πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια και λιγότερο λεμφοκύτταρα, πλασματοκύτταρα και ιστιοκύτταρα.

Η υπεροχή των περιαγγειακών μονοπυρήνων κυττάρων, και όχι των ουδετεροφίλων, μπορεί να βοηθήσει στην διάκριση του ρευματοειδούς εξανθήματος από το εξάνθημα του ΟΡΠ, αν και άλλοι έχουν παρατηρήσει ουδετερόφιλα, και όχι μονοπύρηνα κύτταρα, στη βιοψία του εξανθήματος (Bywaters EGL and Isdale IC, 1956).



Who is who

Θέματα

Συλλογή Φωτογραφιών

Τι είναι ο ρευματολόγος

Βότανα-Φυσικές ουσίες